Δίφρος
Ο δίφρος (αγγλ. diphros), ή ''οκλαδίας'', είναι αρχαιοελληνικού ρυθμού ξύλινο σκαμνί χωρίς πλάτη, με τέσσερα ''γυριστά'' και ''κυρτωμένα'' πόδια. Ήταν εύκολα μεταφερόμενο και έτσι σε κοινή χρήση. Σύμφωνα με τον Αθήναιο, οι δίφροι θεωρούνταν απλά καθίσματα -συγκριτικά με τους θρόνους και τους κλισμούς- οι οποίοι διέθεταν πλάτη, αν και εικάζεται ότι υπήρχαν και πολυτελείς εκδοχές του συγκεκριμένου επίπλου.Οι θεοί του Ολύμπου παρουσιάζονται να κάθονται σε δίφρους στη ζωφόρο του Παρθενώνα και οι γυναίκες τους χρησιμοποιούσαν στο σπίτι, ενώ ο αναδιπλούμενος δίφρος ονομαζόταν ''δίφρος οκλαδίας.'' Ως προς την κατασκευή τους και λόγω της καμπύλης μορφής των ξύλων, εικάζεται ότι οι τεχνίτες κύρτωναν -εκ προθέσεως- νεαρά και εύκαμπτα κλαδιά σε δένδρα (λ.χ. δρυς), που όταν μεγάλωναν διατηρούσαν την επιθυμητή καμπύλη φόρμα. Αυτή η τεχνική της κατασκευής τέτοιων επίπλων που είχαν υποστεί μεθοδευμένη πρόκαμψη φαίνεται ότι ήταν γνωστή και διαδεδομένη πρακτική στην αρχαία Ελλάδα ίσως και παλαιότερα, π.χ. Μυκηναϊκός πολιτισμός.
Σήμερα αρκετές ελληνικές και ξένες εταιρείες παραγωγής επίπλων επιχειρούν να παράξουν κλασικού ρυθμού έπιπλα - καθίσματα (σκαμπό ή σκαμνιά), που ομοιάζουν αρκετά σε στυλ με τον αρχαιοελληνικό ''δίφρο''. Παρέχεται από τη Wikipedia
-
1