Περίληψη: | Η αυξανόμενη πίεση από τα διαφορετικά ενδιαφερόμενα μέρη για την ανάληψη δράσεων μείωσης του εταιρικού περιβαλλοντικού αποτυπώματος, έστρεψε την εταιρική κουλτούρα και στρατηγική προς την επιδίωξη μιας βιώσιμης ανάπτυξης. Στο πλαίσιο αυτό μελετάται για πρώτη φορά, βάσει Ελληνικών λογιστικών δεδομένων, η αναγνώριση των παραγόντων διαμόρφωσης του ύψους της εταιρικής περιβαλλοντικής αποκάλυψης, η σύνδεση της εταιρικής περιβαλλοντικής επίδοσης με την τεχνική αναποτελεσματικότητα καθώς και η ύπαρξη αιτιακής σχέσης μεταξύ περιβαλλοντικής και χρηματοοικονομικής επίδοσης. Χρησιμοποιώντας ανάλυση περιεχομένου ερευνώνται το επίπεδο εταιρικής περιβαλλοντικής αποκάλυψης και οι προσδιοριστικοί του παράγοντες όπως αποτυπώνεται στις λογιστικές καταστάσεις με τα προσαρτήματά τους. Στη συνέχεια, βάσει της προσέγγισης του στοχαστικού ορίου των Battese και Coelli (1991), ερευνάται η σύνδεση του επιπέδου περιβαλλοντικής επίδοσης με τη τεχνική αναποτελεσματικότητα. Το τελευταίο εμπειρικό κεφάλαιο ασχολείται με την ύπαρξη ενός «ενάρετου κύκλου» μεταξύ περιβαλλοντικής και χρηματοοικονομικής επίδοσης βασιζόμενο στη γενικευμένη μέθοδο των ροπών όπως προτείνεται από τους Arellano και Bond (1991) σε επίπεδο μεταποιητικών μονάδων.
Τα αποτελέσματα των σχετικών εμπειρικών κεφαλαίων αποκαλύπτουν αφενός τη χαμηλή αντίληψη των Ελληνικών επιχειρήσεων της σημασίας της περιβαλλοντικής αποκάλυψης. Αφετέρου, η απόφασή τους για παροχή σχετικών στοιχείων σχετίζεται με την ανάγκη μείωσης της ασυμμετρίας πληροφόρησης, τον κίνδυνο αποκάλυψης ευαίσθητων πληροφοριών, την έκθεση στη δημοσιότητα καθώς και την ύπαρξη μεγάλης εταιρικής βάσης και απαρχαιωμένου εξοπλισμού. Επίσης, η εισαγωγή της περιβαλλοντικής διαχείρισης ως μέρος της εταιρικής διακυβέρνησης καθώς και η ύπαρξη μιας συγκεκριμένης εταιρικής περιβαλλοντικής πολιτικής μειώνουν την τεχνική αναποτελεσματικότητα. Κατά τη μελέτη της αιτιώδους σχέσης μεταξύ περιβαλλοντικής και χρηματοοικονομικής επίδοσης η ύπαρξη ενός «ενάρετου κύκλου» δεν επιβεβαιώθηκε καθώς τα κόστη από την ανάληψη δράσεων βελτίωσης της περιβαλλοντικής επίδοσης υπερκαλύπτουν τα οφέλη που προκύπτουν.
|