Συγκριτική μελέτη πρωτοκόλλων διέγερσης ωοθυλακιορρηξίας σε πειραματόζωα

Η εξωσωματική γονιμοποίηση εφαρμόζεται σε περιπτώσεις είτε γυναικείας είτε και ανδρικής υπογονιµότητας, με προβλήματα που σχετίζονται με μορφολειτουργικά, ενδοκρινολογικά, παθολογικά, ανοσολογικά, γενετικά αίτια. Αποτελεί μια ευρέως χρησιμοποιούμενη μέθοδο υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, παρά τα χαμηλ...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Καραγεώργου, Δήμητρα
Άλλοι συγγραφείς: Πέτρου-Παπαδάκη, Ελένη
Μορφή: Thesis
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2017
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:http://hdl.handle.net/10889/10151
Περιγραφή
Περίληψη:Η εξωσωματική γονιμοποίηση εφαρμόζεται σε περιπτώσεις είτε γυναικείας είτε και ανδρικής υπογονιµότητας, με προβλήματα που σχετίζονται με μορφολειτουργικά, ενδοκρινολογικά, παθολογικά, ανοσολογικά, γενετικά αίτια. Αποτελεί μια ευρέως χρησιμοποιούμενη μέθοδο υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, παρά τα χαμηλά ποσοστά επιτυχίας ( περίπου 20%) αλλά και το υψηλό κόστος της όλης διαδικασίας. Η πρώτη επιτυχής εξωσωματική γονιμοποίηση πραγματοποιήθηκε το 1978 από τους Steptoe και Edwards, με τη γέννηση της Louise Brown, του πρώτου παιδιού στον κόσμο μετά από εξωσωματική γονιμοποίηση και εµβρυοµεταφορά, που έμεινε κοινά γνωστό ως «test-tube baby». Έκτοτε χρησιμοποιήθηκαν πολλά πρωτόκολλα με σκοπό την τελειοποίηση της μεθόδου, δηλαδή την παραγωγή μεγάλου αριθμού και άριστης ποιότητας ωαρίων, την σωστή in vitro γονιμοποίηση και εμβρυομεταφορά. Η εκλυτική ορμόνη των γοναδοτροπινών ή αλλιώς GnRH, αποτελεί το πρώτο βήμα σε μια αλληλουχία γεγονότων που συντονίζουν την πολύπλοκη φυσιολογία της αναπαραγωγής και αναπαραγωγικής συμπεριφοράς των σπονδυλωτών. Στα μέσα της δεκαετίας του 1980 ξεκίνησε η χρήση in vivo σε γυναίκες με προβλήματα υπογονιµότητας του αναλόγου της GnRH, του GnRH αγωνιστή. Αμέσως κέρδισε έδαφος μιας και με την χρήση του διαπιστώθηκε μεγάλη αύξηση παραγωγής ώριμων ωαρίων, αλλά και καλών ποιοτικά βλαστοκύστεων. Στην συνέχεια, μια ακόμη νέα παρουσία GnRH αναλόγου, του GnRH ανταγωνιστή, ήρθε να δώσει το ερώτημα ποιο από τα δύο αυτά πρωτόκολλα είναι το βέλτιστο, τόσο στην παραγωγή καλών ποιοτικά και ποσοτικά ώριμων ωαρίων και βλαστοκύστεων όσο και στην μείωση των παρενεργειών που δύναται να επιφέρουν καθ’ όλη την διάρκεια της διαδικασίας της εξωσωματικής γονιμοποίησης. Στην παρούσα μελέτη πραγματοποιήθηκε σύγκριση πρωτοκόλλων πρόκλησης πολλαπλής ωοθυλακιορρηξίας σε μύες. Τα πρωτόκολλα που εφαρμόστηκαν είναι: Α. χορήγηση ωοθυλακιοτρόπου ορμόνης (FSH) την ημέρα όπου οι μύες βρίσκονταν στο στάδιο του οίστρου και ύστερα από 48 ώρες χορήγηση ανθρώπινης χοριακής γοναδοτροπίνης(hcG). Β. χορήγηση του αναλόγου GnRH αγωνιστή την ημέρα όπου οι μύες βρίσκονταν στο στάδιο του προοίστρου, ύστερα από 24 ώρες χορήγηση ωοθυλακιοτρόπου ορμόνης και τέλος μετά από 48 ώρες χορήγηση ανθρώπινης χοριακής γοναδοτροπίνης. Γ. χορήγηση του αναλόγου GnRH ανταγωνιστή την ημέρα όπου οι μύες βρίσκονταν στο στάδιο του προοίστρου, ύστερα από 24 ώρες χορήγηση ωοθυλακιοτρόπου ορμόνης και τέλος μετά από 48 ώρες χορήγηση ανθρώπινης χοριακής γοναδοτροπίνης. 13 ώρες από την χoρήγηση ανθρώπινης χοριακής γοναδοτροπίνης πραγματοποιήθηκε λήψη των ωαρίων και ακολούθως η in vitro γονιμοποίησή τους. Τα αποτελέσματα που λάβαμε από την συγκεκριμένη μελέτη έδειξαν πως οι μύες που ακολούθησαν το πρωτόκολλο του αναλόγου GnRH αγωνιστή έδωσαν σημαντικά αυξημένο αριθμό καλών ποιοτικά ώριμων ωαρίων και βλαστοκύστεων συγκριτικά τόσο με το πρωτόκολλο της ωοθυλακιοτρόπου ορμόνης όσο και με αυτό του αναλόγου GnRH ανταγωνιστή. Παρόμοια αποτελέσματα έχουν ληφθεί και από προηγούμενες μελέτες χωρίς όμως να έχει διευκρινιστεί πλήρως το τοπίο γύρω από τα ανάλογα της GnRH ορμόνης.