Περίληψη: | Η μεταβολομική είναι ένα αναδυόμενο πεδίο των “omics” επιστημονικών κλάδων, στόχος του οποίου είναι η μελέτη των μεταβολιτών και των μεταβολών των επιπέδων τους, που προκαλούνται από βιολογικές διαταραχές. Ο πυρηνικός μαγνητικός συντονισμός (NMR) αποτελεί μία εξαιρετική τεχνική για τη σκιαγράφηση του μεταβολικού προφίλ των βιολογικών υγρών και εξειδικεύεται στον χαρακτηρισμό περίπλοκων διαλυμάτων. Τα πλεονεκτήματα των βιοχημικών δεδομένων τα οποία λαμβάνονται από τα φάσματα NMR επιτρέπουν την παρατήρηση του συνόλου των μεταβολιτών σε ένα βιολογικό δείγμα και κατ’ αυτόν τον τρόπο καθιστά εφικτή την εκτίμηση της πολύπλοκης φυσικής κατάστασης ενός ανθρώπινου οργανισμού. Σήμερα η σκιαγράφηση του συνόλου των μεταβολιτών ενός οργανισμού/οργάνου, αποτελεί ισχυρή προσέγγιση για την εξέταση ασθενειών οι οποίες σχετίζονται με μεταβολικές αλλαγές και συνιστά ένα ιδιαίτερα αποτελεσματικό εργαλείο για τον εντοπισμό νέων βιοδεικτών.
Η συχνότητα εμφάνισης νεοπλασματικών ασθενειών αυξάνεται κάθε χρόνο. Ένας από τους σημαντικότερους θεραπευτικούς στόχους είναι οι ανωμαλίες του μεταβολισμού των καρκινικών κυττάρων. Μία από τις εν δυνάμει στρατηγικές με σκοπό τη θεραπεία των ανθρώπινων καρκινικών νόσων, είναι η κατανόηση της κυτταρικής λειτουργίας μέσω της χαρτογράφησης του μεταβολισμού των κυττάρων.
Η παρούσα διπλωματική έρευνα εστιάζει στη διερεύνηση της μοριακής παθογένειας ενός αριθμού διαφόρων λευχαιμικών τύπων, μέσω της ανάλυσης πλάσματος και ορού αίματος από ασθενείς και υγιείς δότες. Η ανίχνευση της απόκρισης του μεταβολισμού στον κακοήθη μετασχηματισμό κατά τη διάρκεια ανάπτυξης του καρκίνου, στην θεραπευτική αγωγή και τη μεταμόσχευση όσο και η ταυτοποίηση των μεταβολιτών, οι οποίοι είναι μοναδικός συσχετισμένοι με ένα συγκεκριμένο στάδιο της παθολογικής κατάστασης, μπορούν να συνεισφέρουν στη διάγνωση και την παρακολούθηση των μεταμοσχευμένων ασθενών. Η ανάλυση των φασμάτων NMR από δείγματα αίματος ασθενών και υγειών δοτών έχει δώσει μία σαφή εικόνα για τις ομοιότητες και τις διαφορές των μεταβολιτών τους, οι οποίες είναι χαρακτηριστικές κάθε δείγματος. Τα στοιχεία προτείνουν πως ο ορός και το πλάσμα αίματος του ίδιου ατόμου παρουσιάζει παρόμοιο δακτυλικό αποτύπωμα βιοδεικτών.
Τα πειραματικά δεδομένα αυτής της μελέτης εξάχθηκαν μέσω της σύγκρισης των δειγμάτων ανθρώπινου ορού/ πλάσματος από τα φασματικά αποτελέσματα 1Η NMR σε δύο διαφορετικά εργαστήρια αλλά και μεταξύ αυτών, με τη χρήση δύο διαφορετικών NMR ανιχνευτών (probe) και διαφορετικών μαγνητικών πεδίων 600MHz και 700MHz αντίστοιχα. Τα δεδομένα που λήφθηκαν σε αυτά τα δύο μαγνητικά πεδία ήταν συγκρίσιμα στη μεταξύ τους ανάλυση μέσω πολυπαραμετρικών στατιστικών μεθόδων. Aποτέλεσμα του οποίου ήταν ο καλύτερος καθορισμός των ομάδων του δειγματικού συνόλου, του οποίου η ανάλυση πραγματοποιήθηκε σε φασματογράφο μαγνητικού πεδίου 700MHz.
|