Περίληψη: | Στην παρούσα διδακτορική διατριβή περιλαμβάνεται το αποτέλεσμα εκτεταμένης
συγκριτικής μελέτης των μεθόδων που χρησιμοποιούνται στη διάγνωση της
εισαγωγής και της εξέλιξης της οστεοπόρωσης. Η οστεοπόρωση, όπως και όλες οι
μεταβολικές νόσοι των οστών, αποτελούν ένα σημαντικό πρόβλημα της
παγκόσμιας υγείας. Πολλές τεχνικές έχουν προταθεί και εφαρμόζονται για τη
διάγνωση της οστεοπόρωσης αλλά και για την παρακολούθηση της εξέλιξής της,
με ταυτόχρονη αξιολόγηση της επίδρασης των θεραπευτικών αγωγών.
Η μέθοδος της μέτρησης του Μορφικού Συντελεστή Απόσβεσης αποτελεί μια
τεχνική γνωστή στην παγκόσμια βιβλιογραφία για την εκτίμηση της ποιότητας των
κατασκευών με μη καταστροφικό τρόπο. Η διερεύνηση της δυνατότητας
εφαρμογής της μεθόδου στην αξιολόγηση της δομικής ακεραιότητας των οστών με
παράλληλη ανάπτυξη θεωρητικού μοντέλου το οποίο υποστηρίζει την ορθότητα
των πειραματικών αποτελεσμάτων αποτέλεσε το βασικό στόχο της έρευνας.
Ειδικότερα, περιλαμβάνεται αναλυτική έρευνα βιβλιογραφίας στην περιοχή του μη
καταστροφικού ελέγχου συμβατικών κατασκευών και υλικών, και ανάπτυξη των
κυριότερων τεχνικών που εφαρμόζονται στην καθημερινή κλινική πρακτική για τον
διαγνωστικό έλεγχο της οστεοπόρωσης και γενικότερα των παθήσεων του
μυοσκελετικού συστήματος [τεχνικές πυκνομετρίας (pQCT, DEXA, QUS, κ.λ.π)
αλλά και τεχνικές που ανιχνεύουν μεταβολές των οστών σε επίπεδο αρχιτεκτονικής
(ιστομορφομετρία) και σε μοριακό επίπεδο (βιοχημικοί δείκτες), καθώς και
φασματοσκοπία Raman] με τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα κάθε μεθόδου.
Λόγω της πολυπλοκότητας του υλικού του οστού, παρατίθενται αναλυτικά οι
μηχανικές του ιδιότητες. Στη συνέχεια αναπτύσσεται το θεωρητικό μοντέλο
υπολογισμού του Μορφικού Συντελεστή Απόσβεσης και παρουσιάζεται το
εκτεταμένο πειραματικό μοντέλο που εφαρμόστηκε σε επίμυες και γυναίκες. Από
τη σύγκριση των πειραματικών αποτελεσμάτων της μεθόδου του Συντελεστή
Απόσβεσης και των συμβατικών τεχνικών που χρησιμοποιούνται για τη διάγνωση
της οστεοπόρωσης με τις αναλυτικές τιμές υπολογισμού του Συντελεστή
Απόσβεσης αναδεικνύεται η υψηλή ευαισθησία της προτεινόμενης μεθόδου και
τεκμηριώνεται η ωριμότητά της για αποτελεσματική, επαναλήψιμη, έγκυρη και
αξιόπιστη αξιολόγηση της δομικής ακεραιότητας των οστών.
|