Οστεολογική μελέτη ανθρωπολογικού και πανιδικού υλικού από την Εποχή του Χαλκού έως και τους Παλαιοχριστιανικούς χρόνους από την περιοχή της Ανατολικής Ναυπάκτου
Η παρούσα διατριβή πραγματεύεται την μελέτη παλαιονθρωπολογικού και πανιδικού οστεολογικού υλικού από την περιοχή της Ανατολικής Ναυπάκτου. Σκοπός της μελέτης αυτής είναι η διεπιστημονική προσέγγιση του υλικού τόσο από παλαιοανθρωπολογική όσο και από τη ζωοαρχαιολογική σκοπιά. Το υλικό αποτελεί προ...
Κύριος συγγραφέας: | |
---|---|
Άλλοι συγγραφείς: | |
Μορφή: | Thesis |
Γλώσσα: | Greek |
Έκδοση: |
2018
|
Θέματα: | |
Διαθέσιμο Online: | http://hdl.handle.net/10889/11182 |
id |
nemertes-10889-11182 |
---|---|
record_format |
dspace |
institution |
UPatras |
collection |
Nemertes |
language |
Greek |
topic |
Ναύπακτος Παλαιοανθρωπολογία Πανίδα Ταφή Naypaktos Palaeoanthropolgy Fauna Burial 569 |
spellingShingle |
Ναύπακτος Παλαιοανθρωπολογία Πανίδα Ταφή Naypaktos Palaeoanthropolgy Fauna Burial 569 Παππά, Ιρένα Οστεολογική μελέτη ανθρωπολογικού και πανιδικού υλικού από την Εποχή του Χαλκού έως και τους Παλαιοχριστιανικούς χρόνους από την περιοχή της Ανατολικής Ναυπάκτου |
description |
Η παρούσα διατριβή πραγματεύεται την μελέτη παλαιονθρωπολογικού και πανιδικού οστεολογικού υλικού από την περιοχή της Ανατολικής Ναυπάκτου. Σκοπός της μελέτης αυτής είναι η διεπιστημονική προσέγγιση του υλικού τόσο από παλαιοανθρωπολογική όσο και από τη ζωοαρχαιολογική σκοπιά.
Το υλικό αποτελεί προϊόν ανασκαφικών εργασιών 8 αρχαιολογικών οικοπέδων οι οποίες πραγματοποιήθηκαν από την ΛΣΤ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων καθώς και από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Αιτωλοακαρνανίας και Λευκάδας. Το υλικό προέρχεται από ταφικά σύνολα και κτηριακά κατάλοιπα της Ανατολικής περιοχής της Ναυπάκτου. Η ηλικία του οστεολογικού υλικού σύμφωνα με αρχαιολογικές εκτιμήσεις υπολογίζεται να έχει ένα εύρος από την Εποχή του Χαλκού έως και την Παλαιοχριστιανική Εποχή.
Στα πλαίσια αυτής της μελέτης εξετάστηκαν 2125 αρχικά κωδικοποιημένα δείγματα (ολόκληρα, τμήματα και θραύσματα οστών) τα οποία ύστερα από διαδικασίες συντήρησης και ανάταξης υπολογίζονται σε 1596 δείγματα.
Καθαρισμός, επεξεργασία και μακροσκοπική παρατήρηση πραγματοποιήθηκε τόσο στα ανθρώπινα όσο και στα ζωικά σκελετικά κατάλοιπα. Το ανθρωπολογικό υλικό μελετήθηκε με σκοπό την εύρεση ελάχιστου αριθμού ατόμων (ΜΝΙ), τον προσδιορισμό ηλικίας, φύλου και αναστήματος καθώς και παλαιοπαθολογικών ευρημάτων, ανά ταφικό σύνολο ή θέση. Από την άλλη, το πανιδικό υλικό μελετήθηκε με σκοπό την αναγνώριση (σε επίπεδο οικογένειας, γένους ή και είδους όπου αυτό ήταν εφικτό) καθώς και τον υπολογισμό του ελάχιστου αριθμού ατόμων (ΜΝΙ) σε επίπεδο είδους. Ανθρωπολογικό και πανιδικό υλικό εξετάστηκε με σκοπό τον εντοπισμό μεταθανάτιων τροποποιήσεων (ταφονομικών, ανθρώπινης και ζωικής επεξεργασίας).
Από το αρχαιολογικό οικόπεδο με την ονομασία Ζαρμακούπης μελετήθηκε οστεολογικό υλικό προερχόμενο από 2 τύμβους, τον τύμβο Α και τον τύμβο Β καθώς και από θέσεις ανάμεσα σε αυτούς. Από τον τύμβο Α μελετήθηκε οστεολογικό υλικό ανθρωπολογικό και πανιδικό προερχόμενο από δυο ταφές (τάφος Ι, ΙΙ), έναν τελετουργικό βόθρο (ΠΕΙΙΙ), ένα αψιδωτό κτήριο και 2 βόθρους κοντά σε αυτό. Ο τάφος Ι περιείχε μόνον ανθρωπολογικό οστεολογικό υλικό και αντιστοιχήθηκε σε 2 ενήλικους αρσενικούς σκελετούς και πιο συγκεκριμένα σε έναν ηλικιωμένο άνδρα και σε έναν νεαρό ενήλικα. Το οστεολογικό υλικό που μελετήθηκε από τον τάφο ΙΙΙ ήταν εξ ολοκλήρου ανθρωπολογικό και αντιστοιχήθηκε σε 1 βρεφικό σκελετό. Επίσης, από τον τελετουργικό βόθρο ΠΕΙΙΙ μελετήθηκε πανιδικό υλικό το οποίο αντιστοιχήθηκε στα γένη Ovis ή Capra και στο είδος Sus scrofa. Ακόμα, από τους βόθρους (ΠΕΙΙ) του αψιδωτού κτηρίου μελετήθηκε ανθρωπολογικό (1 τμήμα ανθρώπινου παιδικού ή βρεφικού καμένου οστού) και πανιδικό υλικό (γένη Ovis ή Capra).
Επιπλέον, από μια θέση κοντά στο αψιδωτό κτήριο (ΠΕΙΙ) μελετήθηκε ανθρωπολογικό υλικό που αντιστοιχήθηκε σε δυο ενήλικα άτομα (1 τμήμα ωλένης και 1 τμήμα κερκίδας). Από τον τύμβο Β μελετήθηκε ανθρωπολογικό υλικό το οποίο, έφερε σημάδια προχωρημένου σταδίου καύσης, από μια ταφή (ταφική θήκη σε τάφο IV) και αντιστοιχήθηκε σε ένα νεαρό ενήλικο άτομο. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ανθρωπολογικό και πανιδικό υλικό που μελετήθηκε από τον τάφο που ορίστηκε ως τάφος VI (ταφική θήκη) και αντιστοιχήθηκε σε ένα ανήλικο άτομο (παιδί ή βρέφος) στις επιφάνειες των οστών του οποίου εντοπίστηκαν ίχνη καύσης. Τέλος, από ενδιάμεσες θέσεις εντοπίστηκε πανιδικό υλικό που αντιστοιχήθηκε στα είδη (Ovis aries- πρόβατο , Sus scrofa- γουρούνι, Bos taurus- αγελάδα και Capra hircus- κατσίκα). Συνοπτικά σε αυτό οικόπεδο, παρατηρήθηκαν ίχνη καύσης (κυρίως στα ανθρώπινα και όχι τόσο στα ζωικά οστά), σημάδια ανθρώπινης επεξεργασίας (κοπής, τεμαχίσματος, πριονίσματος κ.α) στο πανιδικό υλικό, σημάδια διάβρωσης και αποσάθρωσης (πολύ έντονα σε τάφους Ι, ΙΙ) καθώς και ίχνη που υποδηλώνουν ριζική (φυτική) δραστηριότητα στις επιφάνειες των οστών.
Το επόμενο αρχαιολογικό οικόπεδο φέρει την ονομασία Ανώνυμος Δρόμος και η ηλικία του οστεολογικού υλικού που μελετήθηκε από αυτό το οικόπεδο εκτιμήθηκε στην Εποχή του Χαλκού. Από το οικόπεδο αυτό μελετήθηκαν συνολικά 12 κωδικοποιημένα δείγματα τα οποία εκτιμήθηκαν ως πανιδικά ή μη προσδιορίσιμα οστέινα τμήματα. Στα δείγματα περιεχόταν 1 οστέινο άγκιστρο (καμένο) και 1 οστέινο σουβλί. Το πανιδικό υλικό αντιστοιχήθηκε στο είδος Sus scrofa και στα γένη Ovis ή Capra. Στο υλικό αυτού του οικοπέδου παρατηρήθηκαν ίχνη καύσης και επιφανειακές οξειδώσεις ποικίλων χρωμάτων.
Ανθρωπολογικό και πανιδικό υλικό μελετήθηκε και από το αρχαιολογικό οικόπεδο με την ονομασία 3ο Δημοτικό Σχολείο, η ηλικία του οποίου εκτιμήθηκε στην Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Εποχή. Από το οικόπεδο αυτό μελετήθηκαν 3 ταφές (IV, VII και VIII). Από τον τάφο IV μελετήθηκε ανθρωπολογικό οστεολογικό υλικό (τμήματα και θραύσματα οστών) που αντιστοιχήθηκε σε 2 ενήλικα άτομα και ένα ανήλικο. Φύλο και ανάστημα δεν μπόρεσαν να εκτιμηθούν λόγω της κακής κατάστασης διατήρησης του υλικού. Από τον τάφο VII μελετήθηκε ανθρωπολογικό και πανιδικό υλικό. Το ανθρωπολογικό υλικό (μικρά σπασμένα τμήματα) αντιστοιχήθηκε σε ένα τουλάχιστον ενήλικο άτομο ενώ το πανιδικό υλικό αντιστοιχήθηκε σε επίπεδο είδους σε ένα φρύνο του είδους Bufo bufo, δυο είδη χερσαίων χελώνων Testudo sp. και ένα σκαντζόχοιρο Erinaceus roumanicus. Επίσης, από τον τάφο VIII μελετήθηκε ανθρωπολογικό οστεολογικό υλικό το οποίο αντιστοιχήθηκε σε τουλάχιστον δυο ενήλικα άτομα ένα από τα οποία εκτιμήθηκε ως θήλυ.
Το επόμενο αρχαιολογικό οικόπεδο φέρει την ονομασία Φράγκου- Πανταζή. Από το οικόπεδο αυτό μελετήθηκε ανθρωπολογικό οστεολογικό υλικό από 6 ταφές (I, II, III, VII, VIII και IX).Σε κάθε τάφο περιεχόταν 1 άτομο, έτσι συνολικά αντιστοιχήθηκαν 6 ενήλικα άτομα μέσης και προχωρημένη ηλικίας (30 έως και 60 έτη), στο σύνολό τους αρσενικά, εκτός από το άτομο του τάφου 1 που εκτιμήθηκε ως πιθανόν θηλυκό και το άτομο του τάφου VIII το φύλο του οποίου δεν μπόρεσε να εκτιμηθεί. Ανάστημα μπορέσαμε να υπολογίσουμε μόνο στο άτομο του τάφου IX όπου και εκτιμήθηκε περίπου στα 170- 175 cm. Τα περισσότερα άτομα έφεραν σημάδια που υποδήλωναν οστεοαρθρίτιδες, σπονδυλοαρθρίτιδες, υποπλασία αδαμαντίνης, τερηδονισμό, τρυγία και προθανάτια απώλεια δοντιών. Στο σκελετό του τάφου VII παρατηρήθηκε κάταγμα σε άπω τμήμα κερκίδας. Ιδιαίτερο ταφονομικό ενδιαφέρον παρουσιάζει το άτομο του τάφου ΙΙΙ το οποίο έφερε έντονη πράσινη χρώση στο εσωτερικό τμήμα και τα δόντια της κάτω γνάθου καθώς και σε τμήμα του λαγονίου. Η χρώση αυτή προκλήθηκε από άμεση επαφή των οστών με χάλκινα αντικείμενα στο χώρο ταφής.
Από το οικόπεδο Καραμέτου -Αλθαίας μελετήθηκε οστεολογικό υλικό από μια ταφή (τάφος VII). Πρόκειται για έναν ενήλικο άνδρα νεαρής ηλικίας (25-30 έτη) το ανάστημα του οποίου υπολογίσθηκε περίπου στα 170 cm. Στο άτομο αυτό παρατηρήθηκε στην άνω γνάθο του φατνίο για υπεράριθμο δόντι (5ος κοπτήρας στο μεσοδιάστημα της άνω γνάθου), υποπλασία αδαμαντίνης, τερηδονισμός, υποχώρηση του φατνιακού οστού των γνάθων καθώς και σημάδια που υποδηλώνουν σπονδυλοαρθρίτιδα.
Από το οικόπεδο Παπαβασιλείου μελετήθηκε οστεολογικό υλικό από 1 τάφο (τάφος Ι) και μια θέση πλησίον αυτού. Στον τάφο υπήρχαν ανθρώπινα και ζωικά οστά. Το ανθρωπολογικό υλικό αντιστοιχήθηκε σε 2 ενήλικα άτομα ένα αρσενικό (40 έτη) το ανάστημα του οποίου εκτιμήθηκε γύρω στα 170 cm ενώ το άλλο άτομο εκτιμήθηκε ως ενδιάμεσο - άρρεν (45-50 έτη) και το ανάστημα του οποίου υπολογίσθηκε στα 150 cm. Και στα δυο άτομα παρατηρήθηκαν σημάδια τερηδονισμού, τρυγίας, υποχώρησης φατνιακού οστού, προθανάτιας απώλειας δοντιών και σπονδυλαρθρίτιδας. Στον τάφο αυτό υπήρχε και 1 γομφίος από Bos taurus. Aκόμα, σε θέσεις κοντά στην ταφή βρέθηκε κρανίο που αντιστοιχήθηκε στο είδος Equus africanus asinus (γαϊδούρι) καθώς και τμήμα κάτω γνάθου από Bos taurus.
Από το οικόπεδο που φέρει την ονομασία Ασκληπιείο - Τσουκάρι μελετήθηκε ανθρωπολογικό και πανιδικό υλικό προερχόμενο από 1 τοίχο (Τοίχος Ι), 1 ταφή (τάφος VI) και θέση ανάμεσα τους. Στον τοίχο Ι υπήρχε ένα ενήλικο άτομο και ένα ακόμα στον τάφο VI όπου λόγω της φτωχής κατάστασης διατήρησης του υλικού δεν μπόρεσε να αντληθεί άλλη πληροφορία. Στη θέση ανάμεσα σε αυτά μελετήθηκε ανθρωπολογικό υλικό που αντιστοιχήθηκε σε 8 τουλάχιστον άτομα (4 ενήλικα και 4 ανήλικα), η φτωχή κατάσταση διατήρησης του υλικού δεν επέτρεψε τη εξαγωγή επιπλέον πληροφοριών. Από τα ενήλικα άτομα 2 εκτιμήθηκαν ως άρρεν και 1 ως θήλυ. Από τα ανήλικα άτομα 1 εκτιμήθηκε ως περιγεννετικής ηλικίας (λίγο πριν ή λίγο μετά τη γέννηση) και 3 ως παιδικά και εφηβικά. Το πανιδικό υλικό αντιστοιχήθηκε σε επίπεδο γένους σε Ovis ή Capra.
Τέλος, από το οικόπεδο Δούρου- Αναγνωστοπούλου μελετήθηκαν μόλις 4 κωδικοποιημένα δείγματα ανθρωπολογικού υλικού που αντιστοιχήθηκαν σε ένα τουλάχιστον ενήλικο άτομο. |
author2 |
Μήτσαινας, Γεώργιος |
author_facet |
Μήτσαινας, Γεώργιος Παππά, Ιρένα |
format |
Thesis |
author |
Παππά, Ιρένα |
author_sort |
Παππά, Ιρένα |
title |
Οστεολογική μελέτη ανθρωπολογικού και πανιδικού υλικού από την Εποχή του Χαλκού έως και τους Παλαιοχριστιανικούς χρόνους από την περιοχή της Ανατολικής Ναυπάκτου |
title_short |
Οστεολογική μελέτη ανθρωπολογικού και πανιδικού υλικού από την Εποχή του Χαλκού έως και τους Παλαιοχριστιανικούς χρόνους από την περιοχή της Ανατολικής Ναυπάκτου |
title_full |
Οστεολογική μελέτη ανθρωπολογικού και πανιδικού υλικού από την Εποχή του Χαλκού έως και τους Παλαιοχριστιανικούς χρόνους από την περιοχή της Ανατολικής Ναυπάκτου |
title_fullStr |
Οστεολογική μελέτη ανθρωπολογικού και πανιδικού υλικού από την Εποχή του Χαλκού έως και τους Παλαιοχριστιανικούς χρόνους από την περιοχή της Ανατολικής Ναυπάκτου |
title_full_unstemmed |
Οστεολογική μελέτη ανθρωπολογικού και πανιδικού υλικού από την Εποχή του Χαλκού έως και τους Παλαιοχριστιανικούς χρόνους από την περιοχή της Ανατολικής Ναυπάκτου |
title_sort |
οστεολογική μελέτη ανθρωπολογικού και πανιδικού υλικού από την εποχή του χαλκού έως και τους παλαιοχριστιανικούς χρόνους από την περιοχή της ανατολικής ναυπάκτου |
publishDate |
2018 |
url |
http://hdl.handle.net/10889/11182 |
work_keys_str_mv |
AT pappairena osteologikēmeletēanthrōpologikoukaipanidikouylikouapotēnepochētouchalkoueōskaitouspalaiochristianikouschronousapotēnperiochētēsanatolikēsnaupaktou AT pappairena osteologicalstudyofanthropologicalandfaunalremainsfromthebronzeagetillthepaleochristianagefromeasternnaypaktos |
_version_ |
1771297238603005952 |
spelling |
nemertes-10889-111822022-09-05T14:02:04Z Οστεολογική μελέτη ανθρωπολογικού και πανιδικού υλικού από την Εποχή του Χαλκού έως και τους Παλαιοχριστιανικούς χρόνους από την περιοχή της Ανατολικής Ναυπάκτου Osteological study of anthropological and faunal remains from the Bronze Age till the Paleo-Christian Age from Eastern Naypaktos Παππά, Ιρένα Μήτσαινας, Γεώργιος Μήτσαινας, Γεώργιος Ηλιόπουλος, Γεώργιος Ρουσιάκης, Σωκράτης Pappa, Irena Ναύπακτος Παλαιοανθρωπολογία Πανίδα Ταφή Naypaktos Palaeoanthropolgy Fauna Burial 569 Η παρούσα διατριβή πραγματεύεται την μελέτη παλαιονθρωπολογικού και πανιδικού οστεολογικού υλικού από την περιοχή της Ανατολικής Ναυπάκτου. Σκοπός της μελέτης αυτής είναι η διεπιστημονική προσέγγιση του υλικού τόσο από παλαιοανθρωπολογική όσο και από τη ζωοαρχαιολογική σκοπιά. Το υλικό αποτελεί προϊόν ανασκαφικών εργασιών 8 αρχαιολογικών οικοπέδων οι οποίες πραγματοποιήθηκαν από την ΛΣΤ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων καθώς και από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Αιτωλοακαρνανίας και Λευκάδας. Το υλικό προέρχεται από ταφικά σύνολα και κτηριακά κατάλοιπα της Ανατολικής περιοχής της Ναυπάκτου. Η ηλικία του οστεολογικού υλικού σύμφωνα με αρχαιολογικές εκτιμήσεις υπολογίζεται να έχει ένα εύρος από την Εποχή του Χαλκού έως και την Παλαιοχριστιανική Εποχή. Στα πλαίσια αυτής της μελέτης εξετάστηκαν 2125 αρχικά κωδικοποιημένα δείγματα (ολόκληρα, τμήματα και θραύσματα οστών) τα οποία ύστερα από διαδικασίες συντήρησης και ανάταξης υπολογίζονται σε 1596 δείγματα. Καθαρισμός, επεξεργασία και μακροσκοπική παρατήρηση πραγματοποιήθηκε τόσο στα ανθρώπινα όσο και στα ζωικά σκελετικά κατάλοιπα. Το ανθρωπολογικό υλικό μελετήθηκε με σκοπό την εύρεση ελάχιστου αριθμού ατόμων (ΜΝΙ), τον προσδιορισμό ηλικίας, φύλου και αναστήματος καθώς και παλαιοπαθολογικών ευρημάτων, ανά ταφικό σύνολο ή θέση. Από την άλλη, το πανιδικό υλικό μελετήθηκε με σκοπό την αναγνώριση (σε επίπεδο οικογένειας, γένους ή και είδους όπου αυτό ήταν εφικτό) καθώς και τον υπολογισμό του ελάχιστου αριθμού ατόμων (ΜΝΙ) σε επίπεδο είδους. Ανθρωπολογικό και πανιδικό υλικό εξετάστηκε με σκοπό τον εντοπισμό μεταθανάτιων τροποποιήσεων (ταφονομικών, ανθρώπινης και ζωικής επεξεργασίας). Από το αρχαιολογικό οικόπεδο με την ονομασία Ζαρμακούπης μελετήθηκε οστεολογικό υλικό προερχόμενο από 2 τύμβους, τον τύμβο Α και τον τύμβο Β καθώς και από θέσεις ανάμεσα σε αυτούς. Από τον τύμβο Α μελετήθηκε οστεολογικό υλικό ανθρωπολογικό και πανιδικό προερχόμενο από δυο ταφές (τάφος Ι, ΙΙ), έναν τελετουργικό βόθρο (ΠΕΙΙΙ), ένα αψιδωτό κτήριο και 2 βόθρους κοντά σε αυτό. Ο τάφος Ι περιείχε μόνον ανθρωπολογικό οστεολογικό υλικό και αντιστοιχήθηκε σε 2 ενήλικους αρσενικούς σκελετούς και πιο συγκεκριμένα σε έναν ηλικιωμένο άνδρα και σε έναν νεαρό ενήλικα. Το οστεολογικό υλικό που μελετήθηκε από τον τάφο ΙΙΙ ήταν εξ ολοκλήρου ανθρωπολογικό και αντιστοιχήθηκε σε 1 βρεφικό σκελετό. Επίσης, από τον τελετουργικό βόθρο ΠΕΙΙΙ μελετήθηκε πανιδικό υλικό το οποίο αντιστοιχήθηκε στα γένη Ovis ή Capra και στο είδος Sus scrofa. Ακόμα, από τους βόθρους (ΠΕΙΙ) του αψιδωτού κτηρίου μελετήθηκε ανθρωπολογικό (1 τμήμα ανθρώπινου παιδικού ή βρεφικού καμένου οστού) και πανιδικό υλικό (γένη Ovis ή Capra). Επιπλέον, από μια θέση κοντά στο αψιδωτό κτήριο (ΠΕΙΙ) μελετήθηκε ανθρωπολογικό υλικό που αντιστοιχήθηκε σε δυο ενήλικα άτομα (1 τμήμα ωλένης και 1 τμήμα κερκίδας). Από τον τύμβο Β μελετήθηκε ανθρωπολογικό υλικό το οποίο, έφερε σημάδια προχωρημένου σταδίου καύσης, από μια ταφή (ταφική θήκη σε τάφο IV) και αντιστοιχήθηκε σε ένα νεαρό ενήλικο άτομο. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ανθρωπολογικό και πανιδικό υλικό που μελετήθηκε από τον τάφο που ορίστηκε ως τάφος VI (ταφική θήκη) και αντιστοιχήθηκε σε ένα ανήλικο άτομο (παιδί ή βρέφος) στις επιφάνειες των οστών του οποίου εντοπίστηκαν ίχνη καύσης. Τέλος, από ενδιάμεσες θέσεις εντοπίστηκε πανιδικό υλικό που αντιστοιχήθηκε στα είδη (Ovis aries- πρόβατο , Sus scrofa- γουρούνι, Bos taurus- αγελάδα και Capra hircus- κατσίκα). Συνοπτικά σε αυτό οικόπεδο, παρατηρήθηκαν ίχνη καύσης (κυρίως στα ανθρώπινα και όχι τόσο στα ζωικά οστά), σημάδια ανθρώπινης επεξεργασίας (κοπής, τεμαχίσματος, πριονίσματος κ.α) στο πανιδικό υλικό, σημάδια διάβρωσης και αποσάθρωσης (πολύ έντονα σε τάφους Ι, ΙΙ) καθώς και ίχνη που υποδηλώνουν ριζική (φυτική) δραστηριότητα στις επιφάνειες των οστών. Το επόμενο αρχαιολογικό οικόπεδο φέρει την ονομασία Ανώνυμος Δρόμος και η ηλικία του οστεολογικού υλικού που μελετήθηκε από αυτό το οικόπεδο εκτιμήθηκε στην Εποχή του Χαλκού. Από το οικόπεδο αυτό μελετήθηκαν συνολικά 12 κωδικοποιημένα δείγματα τα οποία εκτιμήθηκαν ως πανιδικά ή μη προσδιορίσιμα οστέινα τμήματα. Στα δείγματα περιεχόταν 1 οστέινο άγκιστρο (καμένο) και 1 οστέινο σουβλί. Το πανιδικό υλικό αντιστοιχήθηκε στο είδος Sus scrofa και στα γένη Ovis ή Capra. Στο υλικό αυτού του οικοπέδου παρατηρήθηκαν ίχνη καύσης και επιφανειακές οξειδώσεις ποικίλων χρωμάτων. Ανθρωπολογικό και πανιδικό υλικό μελετήθηκε και από το αρχαιολογικό οικόπεδο με την ονομασία 3ο Δημοτικό Σχολείο, η ηλικία του οποίου εκτιμήθηκε στην Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Εποχή. Από το οικόπεδο αυτό μελετήθηκαν 3 ταφές (IV, VII και VIII). Από τον τάφο IV μελετήθηκε ανθρωπολογικό οστεολογικό υλικό (τμήματα και θραύσματα οστών) που αντιστοιχήθηκε σε 2 ενήλικα άτομα και ένα ανήλικο. Φύλο και ανάστημα δεν μπόρεσαν να εκτιμηθούν λόγω της κακής κατάστασης διατήρησης του υλικού. Από τον τάφο VII μελετήθηκε ανθρωπολογικό και πανιδικό υλικό. Το ανθρωπολογικό υλικό (μικρά σπασμένα τμήματα) αντιστοιχήθηκε σε ένα τουλάχιστον ενήλικο άτομο ενώ το πανιδικό υλικό αντιστοιχήθηκε σε επίπεδο είδους σε ένα φρύνο του είδους Bufo bufo, δυο είδη χερσαίων χελώνων Testudo sp. και ένα σκαντζόχοιρο Erinaceus roumanicus. Επίσης, από τον τάφο VIII μελετήθηκε ανθρωπολογικό οστεολογικό υλικό το οποίο αντιστοιχήθηκε σε τουλάχιστον δυο ενήλικα άτομα ένα από τα οποία εκτιμήθηκε ως θήλυ. Το επόμενο αρχαιολογικό οικόπεδο φέρει την ονομασία Φράγκου- Πανταζή. Από το οικόπεδο αυτό μελετήθηκε ανθρωπολογικό οστεολογικό υλικό από 6 ταφές (I, II, III, VII, VIII και IX).Σε κάθε τάφο περιεχόταν 1 άτομο, έτσι συνολικά αντιστοιχήθηκαν 6 ενήλικα άτομα μέσης και προχωρημένη ηλικίας (30 έως και 60 έτη), στο σύνολό τους αρσενικά, εκτός από το άτομο του τάφου 1 που εκτιμήθηκε ως πιθανόν θηλυκό και το άτομο του τάφου VIII το φύλο του οποίου δεν μπόρεσε να εκτιμηθεί. Ανάστημα μπορέσαμε να υπολογίσουμε μόνο στο άτομο του τάφου IX όπου και εκτιμήθηκε περίπου στα 170- 175 cm. Τα περισσότερα άτομα έφεραν σημάδια που υποδήλωναν οστεοαρθρίτιδες, σπονδυλοαρθρίτιδες, υποπλασία αδαμαντίνης, τερηδονισμό, τρυγία και προθανάτια απώλεια δοντιών. Στο σκελετό του τάφου VII παρατηρήθηκε κάταγμα σε άπω τμήμα κερκίδας. Ιδιαίτερο ταφονομικό ενδιαφέρον παρουσιάζει το άτομο του τάφου ΙΙΙ το οποίο έφερε έντονη πράσινη χρώση στο εσωτερικό τμήμα και τα δόντια της κάτω γνάθου καθώς και σε τμήμα του λαγονίου. Η χρώση αυτή προκλήθηκε από άμεση επαφή των οστών με χάλκινα αντικείμενα στο χώρο ταφής. Από το οικόπεδο Καραμέτου -Αλθαίας μελετήθηκε οστεολογικό υλικό από μια ταφή (τάφος VII). Πρόκειται για έναν ενήλικο άνδρα νεαρής ηλικίας (25-30 έτη) το ανάστημα του οποίου υπολογίσθηκε περίπου στα 170 cm. Στο άτομο αυτό παρατηρήθηκε στην άνω γνάθο του φατνίο για υπεράριθμο δόντι (5ος κοπτήρας στο μεσοδιάστημα της άνω γνάθου), υποπλασία αδαμαντίνης, τερηδονισμός, υποχώρηση του φατνιακού οστού των γνάθων καθώς και σημάδια που υποδηλώνουν σπονδυλοαρθρίτιδα. Από το οικόπεδο Παπαβασιλείου μελετήθηκε οστεολογικό υλικό από 1 τάφο (τάφος Ι) και μια θέση πλησίον αυτού. Στον τάφο υπήρχαν ανθρώπινα και ζωικά οστά. Το ανθρωπολογικό υλικό αντιστοιχήθηκε σε 2 ενήλικα άτομα ένα αρσενικό (40 έτη) το ανάστημα του οποίου εκτιμήθηκε γύρω στα 170 cm ενώ το άλλο άτομο εκτιμήθηκε ως ενδιάμεσο - άρρεν (45-50 έτη) και το ανάστημα του οποίου υπολογίσθηκε στα 150 cm. Και στα δυο άτομα παρατηρήθηκαν σημάδια τερηδονισμού, τρυγίας, υποχώρησης φατνιακού οστού, προθανάτιας απώλειας δοντιών και σπονδυλαρθρίτιδας. Στον τάφο αυτό υπήρχε και 1 γομφίος από Bos taurus. Aκόμα, σε θέσεις κοντά στην ταφή βρέθηκε κρανίο που αντιστοιχήθηκε στο είδος Equus africanus asinus (γαϊδούρι) καθώς και τμήμα κάτω γνάθου από Bos taurus. Από το οικόπεδο που φέρει την ονομασία Ασκληπιείο - Τσουκάρι μελετήθηκε ανθρωπολογικό και πανιδικό υλικό προερχόμενο από 1 τοίχο (Τοίχος Ι), 1 ταφή (τάφος VI) και θέση ανάμεσα τους. Στον τοίχο Ι υπήρχε ένα ενήλικο άτομο και ένα ακόμα στον τάφο VI όπου λόγω της φτωχής κατάστασης διατήρησης του υλικού δεν μπόρεσε να αντληθεί άλλη πληροφορία. Στη θέση ανάμεσα σε αυτά μελετήθηκε ανθρωπολογικό υλικό που αντιστοιχήθηκε σε 8 τουλάχιστον άτομα (4 ενήλικα και 4 ανήλικα), η φτωχή κατάσταση διατήρησης του υλικού δεν επέτρεψε τη εξαγωγή επιπλέον πληροφοριών. Από τα ενήλικα άτομα 2 εκτιμήθηκαν ως άρρεν και 1 ως θήλυ. Από τα ανήλικα άτομα 1 εκτιμήθηκε ως περιγεννετικής ηλικίας (λίγο πριν ή λίγο μετά τη γέννηση) και 3 ως παιδικά και εφηβικά. Το πανιδικό υλικό αντιστοιχήθηκε σε επίπεδο γένους σε Ovis ή Capra. Τέλος, από το οικόπεδο Δούρου- Αναγνωστοπούλου μελετήθηκαν μόλις 4 κωδικοποιημένα δείγματα ανθρωπολογικού υλικού που αντιστοιχήθηκαν σε ένα τουλάχιστον ενήλικο άτομο. The current thesis is carefully examining the study of the paleo-anthropological and faunal material from the region of East Naypaktos. Aim of this research is to achieve an interdisciplinary approach of the material from both the paleoanthropological and the zooarcheological point of view. The material originated from excavation work in eight different archeological sites, which was implemented by the ΛΣΤ’ Ephorate of Prehistoric and Classical Antiquities as well as the Ephorate of Antiquities of Aitolokarnania and Leykada. The material originates from funerary sets and building residues from the East region of Naypaktos. The age of the Osteological material according to the archeological estimates is reckoned to range from the Bronze Age till the Paleo-Christian Age. Within this research, 2125 initially coded samples (complete and bone fragments) were examined, which after preparation and conservation procedures are estimated to come up to 1596 samples. Both human and animal skeleton residues have undergone preparation and macroscopic observation. The anthropological material has been studied with an aim of estimating the minimum number of individuals (MNI), determining the age, sex, and stature as well as the paleoanthropological findings as per funerary set or position. On the other hand, the faunal material was studied with the aim of identifying (at a family/ gender level, or even species where that was feasible) as well as estimating the minimum number of individuals (MNI) (at species level). Anthropological and faunal material was examined in order to locate postmortem modifications (from funerary, human and animal processing). The osteological material that was studied originated from two tombs, tomb A and tomb B and from positions between them, located at the archeological site called Zarmakoupis Osteological, anthropological and faunal material was studied from tomb A, originating from two burials (burial I, II), a ritual sink, an arched building and two sinks near it. Tomb I consisted only of anthropological osteological material and was assigned to two adult male skeletons and in particular, to an old man and a young adult. The osteological material which was studied from tomb III was entirely anthropological and was matched to an infant’s skeleton. Moreover, from the ritual tomb PEIII faunal material was studied and then matched to the genera Ovis or Capra and the species Sus scrofa. Even from the tombs of the arched building, anthropological (one part of human/child or infant burnt bone) and faunal material (species Ovis or Capra) was studied. In addition, anthropological material that was matched to two adult individuals (one part of the ulna and another of the radius) was studied from a position near the arched building. Research and studying from tomb B indicated anthropological material which was characterized by/ had high-scale burning signs from a tomb (funerary case in tomb IV) and was matched to a young adult individual. Particular interest arises from the anthropological and faunal material that was studied from the tomb which was defined as tomb VI (funerary case) and was matched to a juvenile individual (child or infant) on the bone surfaces of which burning traces were identified. Lastly, intermediate positions indicated the finding of faunal material that was matched to the following species: Ovis aries- sheep, Sus scrofa- pig, Bos taurus - cow, and Capra hircus - goat). Briefly, this site manifested burning traces (mainly on human bones instead of animal ones), signs of human processing (cutting, dissecting, sawing, etc.) on the faunal material, signs of erosion and weathering (quite intensively on tombs I, II) as well as traces that indicate route etching activity on the bone surfaces. The next archeological site is called Nameless Street and the age of the osteological material that was studied from the site was estimated to come from the Bronze Age. From this site, 12 coded samples in total were studied and determined as faunal or non - identifiable bone parts. In these samples one bone hook (burnt) and one bone awl were included. The faunal material was matched to the species Sus scrofa and the genera Ovis or Capra. In the material of this site traces of burning and superficial oxidations of various colours were observed. Both anthropological and faunal material was studied from the Hellenistic and Roman Age archeological site with the name 3rd Primary School. Three tombs were studied from this site (IV, VII and VIII). Anthropological osteological material underwent studying from tomb IV (bone parts and fragments) and then matched to two adult individuals and a juvenile one. It was not possible to estimate the sex or the stature due to the poor maintenance state of the material. Anthropological and faunal material was researched from tomb VII. The anthropological material (small broken parts) was matched to at least one adult individual whereas the faunal material was matched to a species level to a toad Bufo bufo, two species of terrestrial turtles Testudo sp. and a hedgehog Erinaceus roumanicus. What is more, from tomb VIII, the researched anthropological osteological material was matched to at least two adult individuals, one of which was characterized as female. The next archeological site to follow is called Fragkou-Pantazi. From this particular site study was implemented on the anthropological osteological material from six different tombs (I, II, III, VII, VIII and IX). Each tomb consisted of one individual, therefore a match of six adult individuals in total took place, of both middle and advanced age (30 up to 60 years old of age), most of them identified as male individuals with the exception of tomb I, which was defined to possibly be a female one and the individual form tomb VIII, the sex of which could not be identified. Stature was only calculated for the individual from tomb IX, and resulted as being approximately 170-175 cm tall. Most individuals had traces which indicated osteoarthritis, spondyloarthritis, enamel hypoplasia, dental caries, vine harvest and antemortem tooth loss. In the skeleton of tomb VII a fracture of the upper part of the radius was observed and identified. The individual from tomb III is of particular interest as intense green colouring is observed in the labial side of the bone and the teeth of the mandible as well as in part of the ilium bone. This colouring was caused by the direct contact of the bones with copper objects at the time of the burial. Osteological material from one tomb (tomb VII) was studied at the Karametou-Althaias site. This contained an adult man of young age (25-30 years old), the height of whom was estimated to be of about 170cm. For this particular individual, it was possible to identify and observe an alveolar cavity for a supernumerary tooth in the upper jaw (5th incisor in the intermediately of the upper jaw), enamel hypoplasia, caries, recession of the bay bone of the both jaws and signs indicating spondyloarthritis, as well. Osteological material from one tomb (tomb I) and one place close to it was studied at the Papavasileiou site. Human and animal bones were found in this tomb. The anthropological material was matched to two adult individuals, one male (40 years old), whose height was determined as being 170cm and the other individual was estimated to be an intermediate male (45-50 years old) and his height was estimated as being 150cm. Both individuals presented signs of caries, vine harvest, recession of the bay bone, antemortem tooth loss and spondyloarthritis. In this tomb, there was also a molar from Bos Taurus. Furthermore, a skull determined Equus africanus asinus (donkey) as well as part of mandible from Bos taurus existed close to the site of the tomb. Asklipeio- Tsoukari site was also investigated for anthropological and faunal material, originating from a one wall (wall I), one tomb (tomb VI) and one site between them. There was an adult individual in wall I and another one in tomb VI, where due to bad maintenance state of the material no further information could be gained. With regards to the site between them, anthropological material that was matched to at least eight individuals, was researched (four of which were adults and four juveniles), yet the poor maintenance condition of which did not allow any further information to be added. From the two adult individuals, two of them were estimated as being male ones and one female. From the juvenile individuals one was estimated as being of perinatal age (just before or after birth), and three as child or adolescents. The faunal material was matched to the genus level as Ovis or Capra. Finally, from Dourou - Anagnostopoulou site, only 4 fragmented samples of anthropological material were studied and matched to at least one individual. 2018-04-12T06:23:31Z 2018-04-12T06:23:31Z 2017 Thesis http://hdl.handle.net/10889/11182 gr 12 application/pdf |