Περίληψη: | Η διάγνωση και τυποποίηση της οξείας μυελογενούς λευχαιμίας στηρίζεται στο
συνδυασμό των μορφολογικών ευρημάτων του επιχρίσματος υλικού αναρρόφησης
μυελού των οστών ή περιφερικού αίματος, και των ευρημάτων της κυτταροχημείας,
της ανοσοκυτταροχημείας, ή της ανοσοφαινοτυπικής εξέτασης με τη μέθοδο της κυτταρομετρίας ροής. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις το υλικό αναρρόφησης του
μυελού των οστών ή του περιφερικού αίματος δεν επαρκεί για να στηρίξει διάγνωση,
με συνέπεια η οστεομυελική βιοψία να αποτελεί το μοναδικό διαθέσιμο υλικό για να
τεθεί η διάγνωση. Με σκοπό την εκτίμηση της ακρίβειας της ανοσοϊστοχημικής
τυποποίησης της οξείας μυελογενούς λευχαιμίας σε υλικό οστεομυελικής βιοψίας,
μελετήσαμε 50 περιπτώσεις de novo οξείας μυελογενούς λευχαιμίας, οι οποίες είχαν
διαγνωσθεί κλινικά σε υλικό αναρρόφησης μυελού των οστών με κυτταροχημική
και/ή ανοσοφαινοτυπική εξέταση, και είχαν ταξινομηθεί σύμφωνα με τα κριτήρια της
FAB-Ταξινόμησης. Τομές παραφίνης των οστεομυελικών βιοψιών χρώσθηκαν
ανοσοϊστοχημικά με αντισώματα εναντίον της μυελοπεροξειδάσης (αντι-ΜΡΟ), δύο
επιτόπων του CD68 (KP-1 και PGM-1), της γλυκοφορίνης Α (αντι-GlycA), του
παράγοντα von Willebrand (αντι-vW), του CD34 και της TdT. Τα αποτελέσματά μας
εισηγούνται ότι η ανοσοϊστοχημική τυποποίηση της οξείας μυελογενούς λευχαιμίας
είναι εφικτή με τα αντισώματα αντι-ΜΡΟ, PGM-1, αντι-GlycA, αντι-vW και αντι-
CD34. Συμφωνία μεταξύ της κλινικής και παθολογοανατομικής τυποποίησης της
οξείας μυελογενούς λευχαιμίας παρατηρήθηκε σε 47 (94%) περιπτώσεις.
|