Περίληψη: | Εν μέσω της παγκοσμιοποίησης, η συνεχής μετακίνηση των λαών από κοινού με την πολιτική, οικονομική και πολιτισμική κρίση, έχει ως συνέπεια την αλλαγή του κοινωνικού γίγνεσθαι. Καθώς βρισκόμαστε, σύμφωνα με τους υπέρμαχους της μετανεωτερικότητας, εν μέσω μιας μετάβασης από το νεωτερικό στο μετανεωτερικό κράτος, το οποίο χαρακτηρίζεται από ρευστότητα και αβεβαιότητα για το μέλλον, παρατηρούνται φαινόμενα κοινωνικής εσωστρέφειας και ανάκαμψης του εθνοκεντρισμού και του εθνικισμού. Καθώς, αυτές οι τάσεις τείνουν να επηρεάζουν κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής του ατόμου, και η εκπαιδευτική διαδικασία καλείται να μετασχηματιστεί σε επίπεδο λειτουργίας και στοχοθεσίαςενσωματώνοντας τα αξιώματα της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης.
Ο εκπαιδευτικός καλείται να συμβάλλει, μέσω της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης και της ανάπτυξης αισθημάτων σεβασμού και ανεκτικότητας προς το διαφορετικό, στην εμφύσηση προς το σύνολο των μαθητών, γηγενών και αλλοδαπών, των αρχών του πολιτισμικού πλουραλισμού αποσκοπώντας στην επίτευξη της κοινωνικής συνοχής και την αποφυγή του αποκλεισμού κοινωνικών ομάδων. Προκειμένου όμως να επιτύχει τον σκοπό αυτό, προτεραιότητα έχει ο προσδιορισμός των όριων της εθνικής του ταυτότητας και ο καθορισμός των στοιχείων που απαρτίζουν την έννοια της ελληνικότητας. Κατά συνέπεια, σημαντικό ερώτημα αποτελεί σε ποιο βαθμό η εθνική ταυτότητα του εκπαιδευτικού δύναται να συγκεραστεί με την επαγγελματική του ταυτότητα στο πλαίσιο της πολυπολιτισμικής σχολικής τάξης.
Έχοντας ως αφόρμηση τις παραπάνω σκέψεις, στην συγκεκριμένη έρευνα γίνεται, μια προσπάθεια να μελετηθούν οι αντιλήψεις του εκπαιδευτικού για την εθνική του ταυτότητα, καθώς και να αναλυθεί η επίδραση αυτών των αντιλήψεων στην διαπολιτισμική ετοιμότητα και ικανότητά του. Επίσης, η έρευνα αυτή εστιάζει στον βαθμό κατά τον οποίο δύναται ο εκπαιδευτικός να ανταποκριθεί στις ανάγκες της σύγχρονης πολυπολιτισμικής τάξης ως επαγγελματίας, υπό το πρίσμα της ρευστότητας, του φόβου και της ανασφάλειας που συνεπάγεται η παγκοσμιοποίηση.
|