Περίληψη: | Ο όρος «Ανοιχτή Καινοτομία» αποτελεί ένα από τα φλέγοντα ζητήματα της τελευταίας
δεκαετίας. Το 2003 χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Καθηγητή Henry Chesbrough και
άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο οι οργανισμοί αντιλαμβάνονται και προσεγγίζουν την καινοτομία.
Ένας οργανισμός υιοθετώντας το μοντέλο της Ανοιχτής Καινοτομίας παύει να λειτουργεί εντός
των κλειστών συνόρων του, όπως μέχρι πρότινος συνέβαινε όσον αφορά τη διαδικασία της
καινοτομίας. Η πρακτική της Ανοιχτής Καινοτομίας προτρέπει τους οργανισμούς να
συνεργαστούν και μέσω της ανταλλαγής ιδεών, τεχνολογιών και τεχνογνωσίας προσφέρει κέρδος
σε καθέναν από τους συνεργαζόμενους οργανισμούς.
Η φαρμακευτική βιομηχανία, λόγω της φύσης της, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την
παραγόμενη καινοτομία. Παρά τις ισχυρές εταιρικές σχέσεις που υπήρχαν ανέκαθεν στον κλάδο,
μέχρι προσφάτως οι φαρμακευτικές εταιρείες επέλεγαν να επενδύουν στην εσωτερική Έρευνα
και Ανάπτυξη, τα ευρήματα της οποίας και φρόντιζαν να διασφαλίζουν ως πνευματική ιδιοκτησία
τους. Ωστόσο, η στασιμότητα που παρατηρήθηκε στη φαρμακευτική καινοτομία τα τελευταία
χρόνια είχε σαν αποτέλεσμα πολυάριθμες φαρμακευτικές εταιρείες να αλλάξουν τη μεθοδολογία
προσέγγισης της έρευνας αλλά και της ανάπτυξης φαρμάκων, υιοθετώντας πιο ανοιχτά μοντέλα.Σε αυτό το πλαίσιο, εμφανίστηκαν τα τελευταία χρόνια και οι πρώτες εστιασμένες στη
φαρμακευτική έρευνα πλατφόρμες Ανοιχτής Καινοτομίας, οι οποίες προωθούν τη συνεργασία
και την ανταλλαγή τεχνογνωσίας. Με αφορμή τα πιο πάνω, στην προκείμενη εργασία
μελετήθηκαν οι διαφορετικοί τρόποι με τους οποίους οι μεγάλες φαρμακευτικές ενσωματώνουν
την έννοια της Ανοιχτής Καινοτομίας στη νοοτροπία τους, καθώς και οι υπάρχουσες πλατφόρμες.
Επιπροσθέτως, προτείνεται η ανάπτυξη μίας πλατφόρμας Ανοιχτής Καινοτομίας στο πλαίσιο της
ελληνικής πραγματικότητας και παρουσιάζονται τα προσχέδια και η ανάλυση ιδεών πίσω από
μία πλατφόρμα που δύναται να συνδέσει τα ελληνικά πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα
με την ισχυρή ελληνική φαρμακοβιομηχανία.
|