Περίληψη: | Στην παρούσα διατριβή μελετώ τον τρόπο με τον οποίο αναπαριστάνεται η γλωσσική ποικιλότητα στα χιουμοριστικά κείμενα μαζικής κουλτούρας και επιχειρώ να αναδείξω τις άρρητες γλωσσικές ιδεολογίες που αναπαράγονται μέσω του χιούμορ στα κείμενα αυτά. Στη συνέχεια, επιδιώκω τον σχεδιασμό, την εφαρμογή και την αξιολόγηση εκπαιδευτικού υλικού το οποίο αποβλέπει στην προώθηση της κριτικής ικανότητας των μαθητών/τριών σε φαινόμενα γλωσσικής ποικιλότητας. Στόχος του διδακτικού υλικού είναι η καλλιέργεια της κριτικής γλωσσικής επίγνωσης μαθητών/τριών της Ε΄ και ΣΤ΄ Δημοτικού, ώστε να καταστούν ικανοί/ες να ανιχνεύουν και να μην αποδέχονται άκριτα τις λανθάνουσες και φυσικοποιημένες ιδεολογίες που συνοδεύουν την αναπαράσταση των γλωσσικών ποικιλιών στα κείμενα αυτά.
Συνέλεξα κείμενα μαζικής κουλτούρας τα οποία προέρχονται από την καθημερινότητα των μαθητών/τριών και εντάσσονται στις προτιμήσεις τους. Συγκεκριμένα, επέλεξα να αναλύσω ένα τηλεοπτικό απόσπασμα από την κωμική σειρά Στο παρά πέντε και μια τηλεοπτική διαφήμιση γνωστής εταιρείας κινητής τηλεφωνίας με πρωταγωνιστές δύο διαλεκτόφωνους χαρακτήρες. Για την ανάλυση των κειμένων αξιοποίησα την κοινωνιοπολιτισμική προσέγγιση του Fairclough (1989, 1992, 1995). Παράλληλα, ως εργαλεία κριτικής ανάγνωσης της υφολογικής κατασκευής των τηλεοπτικών χαρακτήρων των δεδομένων μου αξιοποίησα τη θεωρητική προσέγγιση του Coupland (2007) για το ύφος και τη Γενική Θεωρία για το Γλωσσικό Χιούμορ (Attardo 2001). Aπό την ανάλυση προέκυψε ότι τα τηλεοπτικά κείμενα επιδιώκουν μέσω του χιούμορ να προωθήσουν και να διαφυλάξουν την ιδεολογία της εθνικής και γλωσσικής ομογενοποίησης και να υπονομεύσουν την ιδεολογία της γλωσσικής υπερποικιλότητας. Για να διασταυρώσω τα ευρήματα της ανάλυσης, επιχείρησα να διαπιστώσω αν η οπτική μου ως αναλύτρια (ητική προσέγγιση) ταυτίζεται με την οπτική των ατόμων που είναι αποδέκτες/τριες των κειμένων αυτών (ημική προσέγγιση, Pike 1954). Ειδικότερα, μελέτησα τον τρόπο με τον οποίο προσλαμβάνουν οι ίδιοι/ες οι μαθητές/τριες την αναπαράσταση της γλωσσικής ποικιλότητας στα τηλεοπτικά κείμενα. Οι μαθητές/τριες φαίνεται να είναι συντονισμένοι/ες με κυρίαρχες πεποιθήσεις που προβάλλουν τις γλωσσικές ποικιλίες ως αυστηρά οριοθετημένα γλωσσικά συστήματα και να προσδοκούν την ευθυγράμμιση των τηλεοπτικών χαρακτήρων με τη γλωσσική ομοιογένεια και τα στερεότυπα που απορρέουν από αυτή.
Μετά την ανάλυση των κειμένων και τη διασταύρωση των ευρημάτων της, επιχείρησα τον σχεδιασμό, την υλοποίηση και την αξιολόγηση μιας διδακτικής παρέμβασης η οποία απέβλεπε στην ανάπτυξη της κριτικής γλωσσικής επίγνωσης των μαθητών/τριών. Το πειραματικό διδακτικό υλικό σχεδιάστηκε και εφαρμόστηκε σύμφωνα με το παιδαγωγικό μοντέλο των πολυγραμματισμών (New London Group 1996, Cope & Kalantzis 2000). Η πειραματική παρέμβαση πραγματοποιήθηκε σε δύο τάξεις δύο δημόσιων δημοτικών σχολείων του νομού Αχαΐας και συμμετείχαν συνολικά τριάντα έξι μαθητές/τριες E΄ και ΣΤ΄ Δημοτικού.
Η διεξαγωγή της έρευνας πραγματοποιήθηκε για περίπου τρεις μήνες και εφαρμόστηκε στο πλαίσιο της ομαδοσυνεργατικής εκμάθησης και διδασκαλίας. Για την αξιολόγηση του βαθμού αποτελεσματικότητας της διδακτικής παρέμβασης και του διδακτικού υλικού ακολούθησα τη μεθοδολογική τριγωνοποίηση, η οποία προβλέπει τη συνδυαστική αξιοποίηση ποσοτικών και ποιοτικών εργαλείων για τη συλλογή των δεδομένων. Το εργαλείο συλλογής των ποσοτικών δεδομένων ήταν το ερωτηματολόγιο ως μια μορφή ειδικής γραπτής δοκιμασίας για τους/τις μαθητές/τριες πριν και μετά την εφαρμογή του πειραματικού διδακτικού υλικού. Tα εργαλεία συλλογής των ποιοτικών δεδομένων είναι η παρατήρηση των διδακτικών παρεμβάσεων και το ερωτηματολόγιο με ερωτήσεις ανοιχτού τύπου στις δύο εκπαιδευτικούς.
Κατά τη διάρκεια της πειραματικής διδακτικής παρέμβασης οι μαθητές/τριες δείχνουν να μεταβάλλουν τις γλωσσικές τους στάσεις και δεν δείχνουν να συνδέουν τον διαλεκτικό τρόπο ομιλίας με συγκεκριμένα και πάγια κοινωνικά χαρακτηριστικά. Ωστόσο, η πλειοψηφία των μαθητών/τριών και των δύο τάξεων δεν καταφέρνει να μεταφέρει και να εντάξει τις νεοαποκτηθείσες γνώσεις σε ένα άλλο κοινωνικό, πολιτισμικό και επικοινωνιακό πλαίσιο. Κατά τη διαδικασία παραγωγής αναπλαισιωμένου λόγου διαπιστώθηκε ότι οι περισσότερες ομάδες εξακολουθούν να στιγματίζουν χιουμοριστικά τις γλωσσικές ποικιλίες και τους/τις ομιλητές/τριές τους και να ανάγουν την πρότυπη ποικιλία σε ‘μοναδική’, ‘κατάλληλη’ και ‘σωστή’, γεγονός που δείχνει ότι η ιδεολογία της εθνικής και γλωσσικής ομογενοποίησης είναι παγιωμένη στην αντίληψή τους. Στην περίπτωση αυτή θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει την αλλαγή των γλωσσικών στάσεων των περισσότερων μαθητών/τριών ως επιφανειακή ή φαινομενική, δηλαδή οι μαθητές/τριες αντιλαμβανόμενοι/ες το διδακτικό στόχο θεωρούν «σωστό» να δηλώσουν την αλλαγή των γλωσσικών τους στάσεων χωρίς αυτό να συνεπάγεται ότι όντως έχουν αλλάξει τις γλωσσικές τους στάσεις.
|