Εκτίμηση της συνεισφοράς των τοιχωμάτων στη σεισμική αντίσταση υφιστάμενων κατασκευών Ο/Σ
Αντικείμενο της παρούσας εργασίας είναι η αποτίμηση της συμμετοχής των τοιχωμάτων στην αναλαμβανόμενη σεισμική ένταση, σε υφιστάμενες κατασκευές από οπλισμένο σκυρόδεμα. Πιο συγκεκριμένα, διερευνάται ο βαθμός συμμετοχής των τοιχωμάτων εκφραζόμενος με τον όρο βαθμό τοιχωματοποίησης, ο οποίος προσδιορ...
Κύριος συγγραφέας: | |
---|---|
Άλλοι συγγραφείς: | |
Μορφή: | Thesis |
Γλώσσα: | Greek |
Έκδοση: |
2019
|
Θέματα: | |
Διαθέσιμο Online: | http://hdl.handle.net/10889/12829 |
id |
nemertes-10889-12829 |
---|---|
record_format |
dspace |
institution |
UPatras |
collection |
Nemertes |
language |
Greek |
topic |
Μη γραμμική στατική ανάλυση Υφιστάμενα κτίρια Ο/Σ Φασματική ανάλυση ΚΑΝ.ΕΠΕ. Τοιχώματα Non-linear static analysis Existing RC buildings Response-spectrum analysis KAN.EPE. Shear wall |
spellingShingle |
Μη γραμμική στατική ανάλυση Υφιστάμενα κτίρια Ο/Σ Φασματική ανάλυση ΚΑΝ.ΕΠΕ. Τοιχώματα Non-linear static analysis Existing RC buildings Response-spectrum analysis KAN.EPE. Shear wall Χατζηδουκάκης, Ιωάννης Εκτίμηση της συνεισφοράς των τοιχωμάτων στη σεισμική αντίσταση υφιστάμενων κατασκευών Ο/Σ |
description |
Αντικείμενο της παρούσας εργασίας είναι η αποτίμηση της συμμετοχής των τοιχωμάτων στην αναλαμβανόμενη σεισμική ένταση, σε υφιστάμενες κατασκευές από οπλισμένο σκυρόδεμα. Πιο συγκεκριμένα, διερευνάται ο βαθμός συμμετοχής των τοιχωμάτων εκφραζόμενος με τον όρο βαθμό τοιχωματοποίησης, ο οποίος προσδιορίζεται ως ο λόγος των σεισμικών δυνάμεων που παραλαμβάνονται από τα τοιχώματα στη βάση του κτιρίου, ως προς τις σεισμικές δυνάμεις που παραλαμβάνονται από το σύνολο των κατακόρυφων στοιχείων. Η εκτίμηση του κρίνεται απαραίτητη, καθώς διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην αποτίμηση της σεισμικής τρωτότητας υφιστάμενων κατασκευών, και πιο συγκεκριμένα στη βαθμονόμηση των κριτηρίων σεισμικής επιβάρυνσης βάσει του δευτεροβάθμιου προσεισμικού ελέγχου.
Ο καθορισμός του προαναφερθέντος βαθμού πραγματοποιείται με εκτέλεση ελαστικών φασματικών αναλύσεων, θεωρώντας το ελαστικό φάσμα σχεδιασμού του Εθνικού Προσαρτήματος του Ευρωκώδικα 8 για τη περίπτωση μέσης σεισμικής έντασης του σεισμού σχεδιασμού, και ανελαστικών στατικών αναλύσεων λαμβάνοντας υπόψιν ιδιομορφική καθ’ύψος κατανομή της οριζόντιας φόρτισης, όπως προβλέπεται στον Ευρωκώδικα 8 – Μέρος 3 και στον Κανονισμό Επεμβάσεων ΚΑΝ.ΕΠΕ. Για τον σκοπό αυτό, προσομοιώνονται και αναλύονται στο λογισμικό ΕΤΑBS 13 τριώροφα, πενταώροφα και οκταώροφα τοιχωματικά μοντέλα, διατηρώντας σταθερή την κάτοψη του πρωτότυπου φορέα, μεταβάλλοντας ωστόσο την συνολική επιφάνεια των τοιχωμάτων ανα διεύθυνση. Τονίζεται ωστόσο ότι για τη περίπτωση των 8όροφων δομημάτων, η ανάλυση περιορίζεται μονάχα στην ελαστική απόκριση, στα πλαίσια της Ελαστικής Φασματικής Ανάλυσης.
Μία σημαντική παράμετρος που επηρεάζει τους βαθμούς τοιχωματοποίησης των φορέων είναι το μήκος διάτμησης των τοιχωμάτων, το οποίο εκτιμήθηκε ακριβέστερα ως ο λόγος της δρώσας καμπτικής ροπής ως προς την διατμητική δύναμη στη βάση τους για τον πλέον δυσμενή σεισμικό συνδυασμό δράσεων, με εφαρμογή ελαστικών φασματικών αναλύσεων, έχοντας επισυνάψει τις απομειωμένες λόγω ρηγμάτωσης δυσκαμψίες στα δομικά στοιχεία, σύμφωνα με τον πίνακα Σ4.1 του ΚΑΝ.ΕΠΕ. Κατόπιν, τα μήκη Ls των τοιχωμάτων υπολογίζονται εκ νέου με επισύναψη των ενεργών δυσκαμψιών των δομικών στοιχείων κατά §7.2.3 ΚΑΝ.ΕΠΕ. και συγκρίνονται με τα αντίστοιχα μήκη της προηγηθείσας ανάλυσης. Εν τέλει, τα εκτιμώμενα μήκη διάτμησης τοιχωμάτων των ελαστικών φασματικών αναλύσεων συγκρίνονται με τα αντίστοιχα Ls τοιχωμάτων κατά παραδοχή §7.2.3 ΚΑΝ.ΕΠΕ. Παράλληλα, διερευνάται η συνεισφορά των τοίχων πλήρωσης στη σεισμική αντίσταση των τοιχωματικών φορέων και κατ’επέκταση εξετάζεται η επιρροή τους στους εκτιμώμενους βαθμούς τοιχωματοποίησης, γεγονός που επιτυγχάνεται με τη μοντελοποίηση των τοιχοπληρώσεων ως ισοδύναμες θλιβόμενες ράβδοι, και ανάλυση των προσομοιωμάτων των κτιρίων με και χωρίς την παρουσία των τοιχοπληρώσεων. Ταυτοχρόνως, ελέγχεται η επιρροή του εξεταζόμενου επιπέδου επιτελεστικότητας στους εκτιμώμενους βαθμούς συμμετοχής των τοιχωμάτων, με άλλα λόγια καταγράφεται ο βαθμός τοιχωματοποίησης στα διάφορα στάδια ανάπτυξης βλαβών κατά την διενέργεια της ανελαστικής στατικής ανάλυσης της κατασκευής.
Έπειτα, εκτιμώνται διάφορες εναλλακτικές προσεγγιστικές εκφράσεις ή αλλιώς προσεγγιστικοί δείκτες, και συγκρίνονται με τους αντίστοιχους βαθμούς τοιχωματοποίησης των ελαστικών φασματικών και ανελαστικών στατικών αναλύσεων, στοχεύοντας στην διατύπωση εκφράσεων συσχέτισης των εν λόγω προσεγγιστικών δεικτών και των αναλυτικών βαθμών. Άλλωστε, η παρούσα εργασία αποπειράται να απαντήσει στον προβληματισμό του κατά πόσον μπορεί να εκτιμηθεί ο βαθμός τοιχωματοποίησης με στοιχειώδεις υπολογισμούς, χωρίς τη διενέργεια ακριβέστερων αναλύσεων των φορέων.
Επιπλέον, μέσω διεξαγωγής της ανελαστικής στατικής ανάλυσης, διερευνάται και καταγράφεται ο βαθμός ανεπάρκειας των τοιχωματικών φορέων με βάση τις μετακινήσεις, σύμφωνα με την παράγραφο §5.7.4.2 του ΚΑΝ.ΕΠΕ., για τις Στάθμες επιτελεστικότητας Β «Σημαντικές βλάβες» και Γ «Οιωνεί κατάρρευση, λαμβάνοντας υπόψιν τον σεισμό σχεδιασμού μέσης εντάσεως κατά ΕΚ8. Έπειτα, γίνεται η πιλοτική προσπάθεια συσχέτισης του αναλυτικού βαθμού ανεπάρκειας της ανελαστικής στατικής ανάλυσης, με τον εκτιμώμενο αναλυτικό βαθμό τοιχωματοποίησης, ούτως ώστε να αποκτηθεί μία πρώτη εικόνα της συνεισφοράς των συμμετρικά τοποθετημένων τοιχωμάτων στην μείωση της τρωτότητας της κατασκευής. Συγχρόνως, κατά αναλογία με τους βαθμούς τοιχωματοποίησης, επιχειρείται η συσχέτιση της αναλυτικής ανεπάρκειας, αφενός με τα απλοϊκά ποσοστά της επιφάνειας τοιχωμάτων προς την επιφάνεια ορόφου και δόμησης δΑο% και δΑδ% αντίστοιχα, αφετέρου με μία αντίστοιχη προσεγγιστική ανεπάρκεια, η οποία εκτιμάται ως ο λόγος της απαιτούμενης τέμνουσας βάσης Vreq προς το άθροισμα των ανακυκλιζόμενων διατμητικών αντοχών VR των κατακόρυφων στοιχείων του ισογείου.
Συμπερασματικά, αναφορικά με τα μήκη διάτμησης των τοιχωμάτων ισογείου κατά τη διενέργεια της ελαστικής φασματικής ανάλυσης με χρήση των δυσκαμψιών του πίνακα Σ4.1 ΚΑΝ.ΕΠΕ. και των ενεργών δυσκαμψιών βάσει της παραγράφου §7.2.3 ΚΑΝ.ΕΠΕ., παρατηρούνται αμελητέες διαφορές των Ls με την επισύναψη των διαφορετικών δυσκαμψιών. Άλλωστε, οι ενεργές δυσκαμψίες των τοιχωμάτων υπολογίστηκαν με βάση το Ls της ελαστικής φασματικής ανάλυσης με επισυναπτόμενες τις δυσκαμψίες του πίνακα Σ4.1 ΚΑΝ.ΕΠΕ., οπότε η δεύτερη ανάλυση λειτουργεί κατά κάποιο τρόπο ως ένα “feedback” για τα Ls της πρώτης ανάλυσης. Παράλληλα, το μήκος Ls των τοιχωμάτων ισογείου εμφανίζει μικρή άνοδο με αύξηση του πλήθους των ορόφων, ενώ η παρουσία των τοιχοπληρώσεων στα προσομοιώματα δεν επιδρά σημαντικά στα εκτιμώμενα μήκη διάτμησης της ανάλυσης. Εντούτοις, τα μήκη διάτμησης τοιχωμάτων κατά παραδοχή ΚΑΝΕΠΕ. εμφανίζονται αρκετά μεγαλύτερα σε σχέση με τις αντίστοιχα μήκη των φασματικών αναλύσεων, ιδιαίτερα στη περίπτωση των πολυόροφων φορέων, ενώ σύγκλιση των προσεγγιστικών και αναλυτικών μηκών διάτμησης τοιχωμάτων εμφανίζεται στη περίπτωση των 3ορόφων φορέων με τοιχώματα σημαντικού μήκους, άνω των 1600mm. Είναι σαφές ότι, η θεώρηση των προσεγγιστικών μηκών διάτμησης των τοιχωμάτων κατά παραδοχή ΚΑΝ.ΕΠΕ. θα οδηγούσε σε αυξημένες τιμές των ενεργών δυσκαμψιών, και κατ’επέκταση σε υπερεκτιμημένους βαθμούς τοιχωματοποίησης και υποεκτιμημένους βαθμούς ανεπάρκειας.
Όσον αφορά τους βαθμούς τοιχωματοποίησης της ανελαστικής στατικής ανάλυσης, παρατηρείται σταδιακή μείωση του ποσοστού συμμετοχής των τοιχωμάτων από τη διαρροή μέχρι τη κατάρρευση της κατασκευής, γεγονός που απαντάνται στους γυμνούς φορείς και φορείς με απουσία τοιχοπληρώσεων στο ισόγειο (Pilotis). Εντούτοις, στη περίπτωση πλήρως τοιχοπληρωμένων προσομοιωμάτων, παρατηρήθηκαν μειωμένες τιμές των βαθμών τοιχωματοποίησης, οι οποίοι μάλιστα διαγράφουν ανοδική πορεία με αύξηση του επιπέδου των βλαβών, εφόσον αστοχούν πρόωρα οι τοίχοι πλήρωσης του ισογείου, και ως εκ τούτου τα δύσκαμπτα τοιχώματα επιβαρύνονται με την επιπλέον σεισμική τέμνουσα που καλούνταν να παραλάβουν οι τοιχοπληρώσεις. Επιπλέον, αναφορικά με τους εκτιμώμενους βαθμούς τοιχωματοποίησης των 3όροφων και 5όροφων φορέων, με και χωρίς την παρουσία τοιχοπληρώσεων, βάσει διενέργειας της ανελαστικής στατικής ανάλυσης, εμφανίζονται μικρές αποκλίσεις με το πλήθος των ορόφων, οι οποίες ωστόσο εντείνονται κατά τη θεωρούμενη αστοχία της κατασκευής, ενώ τείνουν να εξαλείφονται προς τη διαρροή του φορέα, όπως άλλωστε κατέδειξαν και οι ελαστικές φασματικές αναλύσεις.
Επιπρόσθετος, παρατηρείται λογαριθμική αύξηση του ποσοστού τοιχωματοποίησης με ταυτόχρονη αύξηση της επιφάνειας των τοιχωμάτων ανα διεύθυνση σεισμικής δράσης, ήτοι, στους φορείς με μεγαλύτερες τιμές της επιφάνειας τοιχωμάτων υπο σταθερή επιφάνεια κάτοψης, η αύξηση του ποσοστού συμμετοχής των τοιχωμάτων δεν είναι σημαντική. Παράλληλα, τα ποσοστά επιφάνειας τοιχωμάτων προς την επιφάνεια ορόφου και δόμησης δΑο% και δΑδ% αντίστοιχα, αποδεικνύονται ικανοποιητικοί δείκτες για να προβλέψουν τους αναλυτικούς βαθμούς τοιχωματοποίησης, εφόσον οι καμπύλες που παρεμβάλλονται εμφανίζουν συντελεστή προσδιορισμού R2, ως μέτρο αξιολόγησης του μοντέλου προσαρμογής, με τιμή άνω του 0.85 κατά μέσο όρο. Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί πως η εναλλακτική προσεγγιστική έκφραση της ανακυκλιζόμενης διατμητικής αντοχής βάσει του Παραρτήματος 7Γ του ΚΑΝ.ΕΠΕ., δηλαδή ο λόγος της ανακυκλιζόμενης διατμητικής αντοχής των τοιχωμάτων ως προς εκείνη του συνόλου των κατακόρυφων στοιχείων του ισογείου, κρίνεται εξίσου κατάλληλη για συσχέτιση με τον αντίστοιχο βαθμό τοιχωματοποίησης των ελαστικών και ανελαστικών αναλύσεων, εφόσον η λογαριθμική καμπύλη που παρεμβάλλεται εμφανίζει συντελεστή προσδιορισμού R2 με τιμή άνω του 0.90 κατά μέσο όρο. Ταυτοχρόνως, αξιοπρόσεκτο είναι το γεγονός ότι ο εμπειρικός συνδυασμός των προσεγγιστικών δεικτών με βάση την ανακυκλιζόμενη διατμητική αντοχή VR βάσει του Παραρτήματος 7Γ ΚΑΝ.ΕΠΕ. και την οωινεί ελαστική δυσκαμψία K με άγνωστους οπλισμούς κατά §7.1.2.2 ΚΑΝ.ΕΠΕ. εμφανίζεται αρκετά αξιόπιστος για να προσεγγίσει τους αναλυτικούς βαθμούς τοιχωματοποίησης των γυμνών φορέων και φορέων Pilotis, και μάλιστα με γραμμικό μοντέλο παρεμβολής στη προκειμένη περίπτωση. Στον αντίποδα, οι εναλλακτικοί δείκτες με βάση τις διατμητικές αντοχές του σκυροδέματος VRd,c κατά §6.2.2 Σ6.2a ΕΚ2, τις απομειωμένες δυσκαμψίες του πίνακα Σ4.1 ΚΑΝ.ΕΠΕ. και τις οιωνεί ελαστικές δυσκαμψίες με γνωστούς και άγνωστους οπλισμούς κατά §7.1.2.2 και §7.2.3 ΚΑΝ.ΕΠΕ. αντίστοιχα. αποδεικνύονται αναξιόπιστοι για να προβλέψουν και εν τέλει να συσχετιστούν με τους αναλυτικούς βαθμούς τοιχωματοποίησης.
Όσον αφορά τους εκτιμώμενους βαθμούς ανεπάρκειας, η αύξηση της συμμετοχής των τοιχωμάτων επιφέρει μείωση του βαθμού ανεπάρκειας, γεγονός που επιβεβαιώνει την ευεργετική παρουσία των συμμετρικά τοποθετημένων τοιχωμάτων στη μείωση της σεισμικής τρωτότητας των κατασκευών. Παράλληλα παρουσιάζεται μία εκθετική μείωση του βαθμού με αύξηση του εμβαδού του τοιχωμάτων, υπό σταθερή επιφάνεια κάτοψης, δηλαδή, κατά αναλογία με τους βαθμούς τοιχωματοποίησης, για τις μεγαλύτερες τιμές της επιφάνειας τοιχωμάτων, η βελτίωση της σεισμικής αντίστασης δεν είναι σημαντική. Έπειτα, οι αναλυτικοί βαθμοί ανεπάρκειας συσχετίζονται ικανοποιητικά, μέσω γραμμικής σχέσης, με τους προσεγγιστικούς βαθμούς ανεπάρκειας, τόσο στη περίπτωση χρήσης της προσεγγιστικής ιδιοπεριόδου Το του ΕΚ8, όσο και στη περίπτωση όπου χρησιμοποιηθεί η προσεγγιστική ιδιοπερίοδος Το του ΚΑΝ.ΕΠΕ. Επιπλέον, στη περίπτωση όπου αγνοηθεί η ικανοτική τέμνουσα VMy στον υπολογισμό της προσεγγιστικής αντοχής της κατασκευής, εμφανίζονται μικρότερες διασπορές των τιμών, και ως εκ τούτου καθίσταται η περίπτωση αυτή η καταλληλότερη για τον εντοπισμό της αναλυτικής ανεπάρκειας. |
author2 |
Δρίτσος, Στέφανος |
author_facet |
Δρίτσος, Στέφανος Χατζηδουκάκης, Ιωάννης |
format |
Thesis |
author |
Χατζηδουκάκης, Ιωάννης |
author_sort |
Χατζηδουκάκης, Ιωάννης |
title |
Εκτίμηση της συνεισφοράς των τοιχωμάτων στη σεισμική αντίσταση υφιστάμενων κατασκευών Ο/Σ |
title_short |
Εκτίμηση της συνεισφοράς των τοιχωμάτων στη σεισμική αντίσταση υφιστάμενων κατασκευών Ο/Σ |
title_full |
Εκτίμηση της συνεισφοράς των τοιχωμάτων στη σεισμική αντίσταση υφιστάμενων κατασκευών Ο/Σ |
title_fullStr |
Εκτίμηση της συνεισφοράς των τοιχωμάτων στη σεισμική αντίσταση υφιστάμενων κατασκευών Ο/Σ |
title_full_unstemmed |
Εκτίμηση της συνεισφοράς των τοιχωμάτων στη σεισμική αντίσταση υφιστάμενων κατασκευών Ο/Σ |
title_sort |
εκτίμηση της συνεισφοράς των τοιχωμάτων στη σεισμική αντίσταση υφιστάμενων κατασκευών ο/σ |
publishDate |
2019 |
url |
http://hdl.handle.net/10889/12829 |
work_keys_str_mv |
AT chatzēdoukakēsiōannēs ektimēsētēssyneisphorastōntoichōmatōnstēseismikēantistasēyphistamenōnkataskeuōnos AT chatzēdoukakēsiōannēs assessmentofshearwallcontributiontotheseismicresistanceofexistingrcstructures |
_version_ |
1771297233664212992 |
spelling |
nemertes-10889-128292022-09-05T13:56:05Z Εκτίμηση της συνεισφοράς των τοιχωμάτων στη σεισμική αντίσταση υφιστάμενων κατασκευών Ο/Σ Assessment of shear wall contribution to the seismic resistance of existing RC structures Χατζηδουκάκης, Ιωάννης Δρίτσος, Στέφανος Σφακιανάκης, Μανόλης Φαββατά, Μαρία Chatzidoukakis, Ioannis Μη γραμμική στατική ανάλυση Υφιστάμενα κτίρια Ο/Σ Φασματική ανάλυση ΚΑΝ.ΕΠΕ. Τοιχώματα Non-linear static analysis Existing RC buildings Response-spectrum analysis KAN.EPE. Shear wall Αντικείμενο της παρούσας εργασίας είναι η αποτίμηση της συμμετοχής των τοιχωμάτων στην αναλαμβανόμενη σεισμική ένταση, σε υφιστάμενες κατασκευές από οπλισμένο σκυρόδεμα. Πιο συγκεκριμένα, διερευνάται ο βαθμός συμμετοχής των τοιχωμάτων εκφραζόμενος με τον όρο βαθμό τοιχωματοποίησης, ο οποίος προσδιορίζεται ως ο λόγος των σεισμικών δυνάμεων που παραλαμβάνονται από τα τοιχώματα στη βάση του κτιρίου, ως προς τις σεισμικές δυνάμεις που παραλαμβάνονται από το σύνολο των κατακόρυφων στοιχείων. Η εκτίμηση του κρίνεται απαραίτητη, καθώς διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην αποτίμηση της σεισμικής τρωτότητας υφιστάμενων κατασκευών, και πιο συγκεκριμένα στη βαθμονόμηση των κριτηρίων σεισμικής επιβάρυνσης βάσει του δευτεροβάθμιου προσεισμικού ελέγχου. Ο καθορισμός του προαναφερθέντος βαθμού πραγματοποιείται με εκτέλεση ελαστικών φασματικών αναλύσεων, θεωρώντας το ελαστικό φάσμα σχεδιασμού του Εθνικού Προσαρτήματος του Ευρωκώδικα 8 για τη περίπτωση μέσης σεισμικής έντασης του σεισμού σχεδιασμού, και ανελαστικών στατικών αναλύσεων λαμβάνοντας υπόψιν ιδιομορφική καθ’ύψος κατανομή της οριζόντιας φόρτισης, όπως προβλέπεται στον Ευρωκώδικα 8 – Μέρος 3 και στον Κανονισμό Επεμβάσεων ΚΑΝ.ΕΠΕ. Για τον σκοπό αυτό, προσομοιώνονται και αναλύονται στο λογισμικό ΕΤΑBS 13 τριώροφα, πενταώροφα και οκταώροφα τοιχωματικά μοντέλα, διατηρώντας σταθερή την κάτοψη του πρωτότυπου φορέα, μεταβάλλοντας ωστόσο την συνολική επιφάνεια των τοιχωμάτων ανα διεύθυνση. Τονίζεται ωστόσο ότι για τη περίπτωση των 8όροφων δομημάτων, η ανάλυση περιορίζεται μονάχα στην ελαστική απόκριση, στα πλαίσια της Ελαστικής Φασματικής Ανάλυσης. Μία σημαντική παράμετρος που επηρεάζει τους βαθμούς τοιχωματοποίησης των φορέων είναι το μήκος διάτμησης των τοιχωμάτων, το οποίο εκτιμήθηκε ακριβέστερα ως ο λόγος της δρώσας καμπτικής ροπής ως προς την διατμητική δύναμη στη βάση τους για τον πλέον δυσμενή σεισμικό συνδυασμό δράσεων, με εφαρμογή ελαστικών φασματικών αναλύσεων, έχοντας επισυνάψει τις απομειωμένες λόγω ρηγμάτωσης δυσκαμψίες στα δομικά στοιχεία, σύμφωνα με τον πίνακα Σ4.1 του ΚΑΝ.ΕΠΕ. Κατόπιν, τα μήκη Ls των τοιχωμάτων υπολογίζονται εκ νέου με επισύναψη των ενεργών δυσκαμψιών των δομικών στοιχείων κατά §7.2.3 ΚΑΝ.ΕΠΕ. και συγκρίνονται με τα αντίστοιχα μήκη της προηγηθείσας ανάλυσης. Εν τέλει, τα εκτιμώμενα μήκη διάτμησης τοιχωμάτων των ελαστικών φασματικών αναλύσεων συγκρίνονται με τα αντίστοιχα Ls τοιχωμάτων κατά παραδοχή §7.2.3 ΚΑΝ.ΕΠΕ. Παράλληλα, διερευνάται η συνεισφορά των τοίχων πλήρωσης στη σεισμική αντίσταση των τοιχωματικών φορέων και κατ’επέκταση εξετάζεται η επιρροή τους στους εκτιμώμενους βαθμούς τοιχωματοποίησης, γεγονός που επιτυγχάνεται με τη μοντελοποίηση των τοιχοπληρώσεων ως ισοδύναμες θλιβόμενες ράβδοι, και ανάλυση των προσομοιωμάτων των κτιρίων με και χωρίς την παρουσία των τοιχοπληρώσεων. Ταυτοχρόνως, ελέγχεται η επιρροή του εξεταζόμενου επιπέδου επιτελεστικότητας στους εκτιμώμενους βαθμούς συμμετοχής των τοιχωμάτων, με άλλα λόγια καταγράφεται ο βαθμός τοιχωματοποίησης στα διάφορα στάδια ανάπτυξης βλαβών κατά την διενέργεια της ανελαστικής στατικής ανάλυσης της κατασκευής. Έπειτα, εκτιμώνται διάφορες εναλλακτικές προσεγγιστικές εκφράσεις ή αλλιώς προσεγγιστικοί δείκτες, και συγκρίνονται με τους αντίστοιχους βαθμούς τοιχωματοποίησης των ελαστικών φασματικών και ανελαστικών στατικών αναλύσεων, στοχεύοντας στην διατύπωση εκφράσεων συσχέτισης των εν λόγω προσεγγιστικών δεικτών και των αναλυτικών βαθμών. Άλλωστε, η παρούσα εργασία αποπειράται να απαντήσει στον προβληματισμό του κατά πόσον μπορεί να εκτιμηθεί ο βαθμός τοιχωματοποίησης με στοιχειώδεις υπολογισμούς, χωρίς τη διενέργεια ακριβέστερων αναλύσεων των φορέων. Επιπλέον, μέσω διεξαγωγής της ανελαστικής στατικής ανάλυσης, διερευνάται και καταγράφεται ο βαθμός ανεπάρκειας των τοιχωματικών φορέων με βάση τις μετακινήσεις, σύμφωνα με την παράγραφο §5.7.4.2 του ΚΑΝ.ΕΠΕ., για τις Στάθμες επιτελεστικότητας Β «Σημαντικές βλάβες» και Γ «Οιωνεί κατάρρευση, λαμβάνοντας υπόψιν τον σεισμό σχεδιασμού μέσης εντάσεως κατά ΕΚ8. Έπειτα, γίνεται η πιλοτική προσπάθεια συσχέτισης του αναλυτικού βαθμού ανεπάρκειας της ανελαστικής στατικής ανάλυσης, με τον εκτιμώμενο αναλυτικό βαθμό τοιχωματοποίησης, ούτως ώστε να αποκτηθεί μία πρώτη εικόνα της συνεισφοράς των συμμετρικά τοποθετημένων τοιχωμάτων στην μείωση της τρωτότητας της κατασκευής. Συγχρόνως, κατά αναλογία με τους βαθμούς τοιχωματοποίησης, επιχειρείται η συσχέτιση της αναλυτικής ανεπάρκειας, αφενός με τα απλοϊκά ποσοστά της επιφάνειας τοιχωμάτων προς την επιφάνεια ορόφου και δόμησης δΑο% και δΑδ% αντίστοιχα, αφετέρου με μία αντίστοιχη προσεγγιστική ανεπάρκεια, η οποία εκτιμάται ως ο λόγος της απαιτούμενης τέμνουσας βάσης Vreq προς το άθροισμα των ανακυκλιζόμενων διατμητικών αντοχών VR των κατακόρυφων στοιχείων του ισογείου. Συμπερασματικά, αναφορικά με τα μήκη διάτμησης των τοιχωμάτων ισογείου κατά τη διενέργεια της ελαστικής φασματικής ανάλυσης με χρήση των δυσκαμψιών του πίνακα Σ4.1 ΚΑΝ.ΕΠΕ. και των ενεργών δυσκαμψιών βάσει της παραγράφου §7.2.3 ΚΑΝ.ΕΠΕ., παρατηρούνται αμελητέες διαφορές των Ls με την επισύναψη των διαφορετικών δυσκαμψιών. Άλλωστε, οι ενεργές δυσκαμψίες των τοιχωμάτων υπολογίστηκαν με βάση το Ls της ελαστικής φασματικής ανάλυσης με επισυναπτόμενες τις δυσκαμψίες του πίνακα Σ4.1 ΚΑΝ.ΕΠΕ., οπότε η δεύτερη ανάλυση λειτουργεί κατά κάποιο τρόπο ως ένα “feedback” για τα Ls της πρώτης ανάλυσης. Παράλληλα, το μήκος Ls των τοιχωμάτων ισογείου εμφανίζει μικρή άνοδο με αύξηση του πλήθους των ορόφων, ενώ η παρουσία των τοιχοπληρώσεων στα προσομοιώματα δεν επιδρά σημαντικά στα εκτιμώμενα μήκη διάτμησης της ανάλυσης. Εντούτοις, τα μήκη διάτμησης τοιχωμάτων κατά παραδοχή ΚΑΝΕΠΕ. εμφανίζονται αρκετά μεγαλύτερα σε σχέση με τις αντίστοιχα μήκη των φασματικών αναλύσεων, ιδιαίτερα στη περίπτωση των πολυόροφων φορέων, ενώ σύγκλιση των προσεγγιστικών και αναλυτικών μηκών διάτμησης τοιχωμάτων εμφανίζεται στη περίπτωση των 3ορόφων φορέων με τοιχώματα σημαντικού μήκους, άνω των 1600mm. Είναι σαφές ότι, η θεώρηση των προσεγγιστικών μηκών διάτμησης των τοιχωμάτων κατά παραδοχή ΚΑΝ.ΕΠΕ. θα οδηγούσε σε αυξημένες τιμές των ενεργών δυσκαμψιών, και κατ’επέκταση σε υπερεκτιμημένους βαθμούς τοιχωματοποίησης και υποεκτιμημένους βαθμούς ανεπάρκειας. Όσον αφορά τους βαθμούς τοιχωματοποίησης της ανελαστικής στατικής ανάλυσης, παρατηρείται σταδιακή μείωση του ποσοστού συμμετοχής των τοιχωμάτων από τη διαρροή μέχρι τη κατάρρευση της κατασκευής, γεγονός που απαντάνται στους γυμνούς φορείς και φορείς με απουσία τοιχοπληρώσεων στο ισόγειο (Pilotis). Εντούτοις, στη περίπτωση πλήρως τοιχοπληρωμένων προσομοιωμάτων, παρατηρήθηκαν μειωμένες τιμές των βαθμών τοιχωματοποίησης, οι οποίοι μάλιστα διαγράφουν ανοδική πορεία με αύξηση του επιπέδου των βλαβών, εφόσον αστοχούν πρόωρα οι τοίχοι πλήρωσης του ισογείου, και ως εκ τούτου τα δύσκαμπτα τοιχώματα επιβαρύνονται με την επιπλέον σεισμική τέμνουσα που καλούνταν να παραλάβουν οι τοιχοπληρώσεις. Επιπλέον, αναφορικά με τους εκτιμώμενους βαθμούς τοιχωματοποίησης των 3όροφων και 5όροφων φορέων, με και χωρίς την παρουσία τοιχοπληρώσεων, βάσει διενέργειας της ανελαστικής στατικής ανάλυσης, εμφανίζονται μικρές αποκλίσεις με το πλήθος των ορόφων, οι οποίες ωστόσο εντείνονται κατά τη θεωρούμενη αστοχία της κατασκευής, ενώ τείνουν να εξαλείφονται προς τη διαρροή του φορέα, όπως άλλωστε κατέδειξαν και οι ελαστικές φασματικές αναλύσεις. Επιπρόσθετος, παρατηρείται λογαριθμική αύξηση του ποσοστού τοιχωματοποίησης με ταυτόχρονη αύξηση της επιφάνειας των τοιχωμάτων ανα διεύθυνση σεισμικής δράσης, ήτοι, στους φορείς με μεγαλύτερες τιμές της επιφάνειας τοιχωμάτων υπο σταθερή επιφάνεια κάτοψης, η αύξηση του ποσοστού συμμετοχής των τοιχωμάτων δεν είναι σημαντική. Παράλληλα, τα ποσοστά επιφάνειας τοιχωμάτων προς την επιφάνεια ορόφου και δόμησης δΑο% και δΑδ% αντίστοιχα, αποδεικνύονται ικανοποιητικοί δείκτες για να προβλέψουν τους αναλυτικούς βαθμούς τοιχωματοποίησης, εφόσον οι καμπύλες που παρεμβάλλονται εμφανίζουν συντελεστή προσδιορισμού R2, ως μέτρο αξιολόγησης του μοντέλου προσαρμογής, με τιμή άνω του 0.85 κατά μέσο όρο. Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί πως η εναλλακτική προσεγγιστική έκφραση της ανακυκλιζόμενης διατμητικής αντοχής βάσει του Παραρτήματος 7Γ του ΚΑΝ.ΕΠΕ., δηλαδή ο λόγος της ανακυκλιζόμενης διατμητικής αντοχής των τοιχωμάτων ως προς εκείνη του συνόλου των κατακόρυφων στοιχείων του ισογείου, κρίνεται εξίσου κατάλληλη για συσχέτιση με τον αντίστοιχο βαθμό τοιχωματοποίησης των ελαστικών και ανελαστικών αναλύσεων, εφόσον η λογαριθμική καμπύλη που παρεμβάλλεται εμφανίζει συντελεστή προσδιορισμού R2 με τιμή άνω του 0.90 κατά μέσο όρο. Ταυτοχρόνως, αξιοπρόσεκτο είναι το γεγονός ότι ο εμπειρικός συνδυασμός των προσεγγιστικών δεικτών με βάση την ανακυκλιζόμενη διατμητική αντοχή VR βάσει του Παραρτήματος 7Γ ΚΑΝ.ΕΠΕ. και την οωινεί ελαστική δυσκαμψία K με άγνωστους οπλισμούς κατά §7.1.2.2 ΚΑΝ.ΕΠΕ. εμφανίζεται αρκετά αξιόπιστος για να προσεγγίσει τους αναλυτικούς βαθμούς τοιχωματοποίησης των γυμνών φορέων και φορέων Pilotis, και μάλιστα με γραμμικό μοντέλο παρεμβολής στη προκειμένη περίπτωση. Στον αντίποδα, οι εναλλακτικοί δείκτες με βάση τις διατμητικές αντοχές του σκυροδέματος VRd,c κατά §6.2.2 Σ6.2a ΕΚ2, τις απομειωμένες δυσκαμψίες του πίνακα Σ4.1 ΚΑΝ.ΕΠΕ. και τις οιωνεί ελαστικές δυσκαμψίες με γνωστούς και άγνωστους οπλισμούς κατά §7.1.2.2 και §7.2.3 ΚΑΝ.ΕΠΕ. αντίστοιχα. αποδεικνύονται αναξιόπιστοι για να προβλέψουν και εν τέλει να συσχετιστούν με τους αναλυτικούς βαθμούς τοιχωματοποίησης. Όσον αφορά τους εκτιμώμενους βαθμούς ανεπάρκειας, η αύξηση της συμμετοχής των τοιχωμάτων επιφέρει μείωση του βαθμού ανεπάρκειας, γεγονός που επιβεβαιώνει την ευεργετική παρουσία των συμμετρικά τοποθετημένων τοιχωμάτων στη μείωση της σεισμικής τρωτότητας των κατασκευών. Παράλληλα παρουσιάζεται μία εκθετική μείωση του βαθμού με αύξηση του εμβαδού του τοιχωμάτων, υπό σταθερή επιφάνεια κάτοψης, δηλαδή, κατά αναλογία με τους βαθμούς τοιχωματοποίησης, για τις μεγαλύτερες τιμές της επιφάνειας τοιχωμάτων, η βελτίωση της σεισμικής αντίστασης δεν είναι σημαντική. Έπειτα, οι αναλυτικοί βαθμοί ανεπάρκειας συσχετίζονται ικανοποιητικά, μέσω γραμμικής σχέσης, με τους προσεγγιστικούς βαθμούς ανεπάρκειας, τόσο στη περίπτωση χρήσης της προσεγγιστικής ιδιοπεριόδου Το του ΕΚ8, όσο και στη περίπτωση όπου χρησιμοποιηθεί η προσεγγιστική ιδιοπερίοδος Το του ΚΑΝ.ΕΠΕ. Επιπλέον, στη περίπτωση όπου αγνοηθεί η ικανοτική τέμνουσα VMy στον υπολογισμό της προσεγγιστικής αντοχής της κατασκευής, εμφανίζονται μικρότερες διασπορές των τιμών, και ως εκ τούτου καθίσταται η περίπτωση αυτή η καταλληλότερη για τον εντοπισμό της αναλυτικής ανεπάρκειας. An analytical study is performed to assess the contribution of the shear walls to the seismic resistance of low-rise to high-rise RC buildings. In the present investigation, the shear wall ratio, that is the ratio of seismic shear forces carried by shear walls divided by the total seismic shear forces of the structure, is determined by carrying out response spectrum analyses considering the type-1 elastic design response spectra of Eurocode 8 with an intermediate intensity of the design earthquake, and non-linear static analyses taking into account modal lateral loading pattern, as it is prescribed in EN1998-3 and in the Greek Code of Structural Interventions, KAN.EPE. Τhe shear wall ratio’s evaluation is essential, concerning the rapid assessment of seismic performance and contigent vulnerability of existing RC buildings, and specifically, the calibration of seismic charge criteria, as they are prescribed in the secondary pre-earthquake assessment of building structures. For this purpose, thirteen buildings with shear walls of three, five and eight stories, with the same floor plan area, yet varying shear wall area, are simulated and analyzed using the integrated building software ETABS, with the eight-story buildings being analyzed solely in the elastic range by performing the Response Spectrum analysis. A main parameter considered in the study that affects the resulted shear wall ratio is the shear span of the shear walls, which is determined more precisely as the ratio of acting bending moment divided by the shear force at the base of the walls by performing elastic response spectra analyses, having assigned the reduced stiffness properties of structural members according to EN1998-3 and KAN.EPE. Furthermore, the contribution of masonry infills to the seismic performance is being considered and by extension their influence on the estimated shear wall ratios is examined, which is accomplished by modelling the infills as diagonal struts in compression and carrying out the analyses twice, with and without the participation of masonry infills. Moreover, the examined performance level of the structure defined in KAN.EPE. and it’s impact on the shear wall’s participation is investigated, which is achieved by monitoring the shear wall ratios for various states of structural damage, according to the procedure of non-linear static analysis of structures. Consequently, alternative approximate indices are then evaluated, and compared with the shear wall ratios of the response spectra and non-linear static analyses, aiming to formulate correlation expressions of these approximate indices and analytical shear wall ratios. Besides, this paper attempts to answer the question of whether the shear wall ratio can be approximately, yet rapidly assessed, with elementary calculations, without the time-consuming modelling and analyzing of the examined existing structure. Last but not least, the degree of displacement-based deficiency of the examined shear wall structures is evaluated, by estimating the target displacement δt according to §5.7.4.2 KANEPE, for Performance State "Life Safety" (B) and "Collapse Prevention" (C), taking into account the EC8 medium-intensity earthquake, with the probability of exceedance of 10% in 50 years, corresponding to an average return period of approximately 475 years. Then, α trail effort is attempted to correlate the defficiency degrees with the estimated shear wall ratios, as being recorded in the course of the non-linear static analysis procedure, for the purpose of obtaining a first insight in the contribution of the symmetrically positioned in plan shear walls to the reduction of structural vulnerability. At the same time, by analogy with the shear wall ratios, the correlation of the analytical deficiency is attempted, on the one hand, with the simplistic percentages of the total shear wall area to the floor area and total building area δΑο% and δΑδ% respectively, and on the other hand, with a corresponding approximate deficiency, which is estimated as the ratio of the required base shear Vreq to the summation of the cyclic shear strengths of the vertical members at the ground floor VR,tot, according to the Appendix 7C KAN.EPE. In conclusion, regarding the shear span of shear walls, being estimated through the response spectra analysis, using the stiffnesses of Table Σ4.1 KAN.EPE. and effective stiffnesses according to §7.2.3 KAN.ΕPE., there are negligible differences with the attachment of the different stiffnesses. At the same time, the analytical shear span of shear walls displays a low increase by increasing the number of stories, while the presence of masonry infills in the simulations does not significantly affect the estimated shear spans of the analysis. However, the approximate shear spans of shear walls assumed by KAN.EPE. appear much greater than the respective analytical shear spans, especially in the case of medium to high rise structures, whereas convergence of approximate and analytical shear spans occurs in the case of three-story buildings with shear walls of significant length, over 1600mm. It is clear that the consideration of the approximate shear span of the walls, assumed by KAN.EPE., would lead to overrated values of effective stiffnesses, and hence to overestimated shear wall ratios and underestimated structural deficiencies. Concerning the evaluated shear wall ratios of the non-linear static analysis, there is a gradual reduction of the shear wall's participation from the yield to the collapse state of the structure, which occurs in bare buildings and buildings with absence of masonry infills at the ground floor (Pilotis). However, in the case of fully masonry-infilled structures, reduced values of shear wall ratios are observed, which even follow an upward course with an increase in the level of damage, due to the premature failure of the masonry infills at the ground floor, hence the shear walls are charged with the additional seismic shear force which was previously carried out by the infills.In addition, with regard to the estimated shear wall ratios of the three-story and five-story buildings, with and without the presence of masonry infills, on the basis of the non-linear static analysis, slight variations are monitored with the number of stories, which yet intensify during the failure state of the structure, while they tend to eliminate at the yield state, as demonstrated by the response spectra analyses. Additionally, a logarithmic increase in the shear wall ratio is recorded, with a simultaneous increase in the area of the shear walls in the direction of seismic loading, in other words, in RC structures with higher values of the shear wall area, under a fixed floor area, the increase in wall partitioning is not significant. At the same time, the shear wall area to floor area and total building area δΑο % and δΑδ % respectively, are adequate indicators to predict the analytical shear wall ratios, since the logarithmic regression models exhibit a high coefficient of determination R2, as an assessment measure of the adaptation model. Futhermore, it is worth noting that the approximate index of the cyclic shear strength according to Appendix 7C of KANEPE, ie the ratio of the cyclic shear strength of the walls VR,SW to the summation of the cyclic shear strengths of the vertical structural members at the ground floor VR,tot, is equally appropriate for correlation with the corresponding analytical shear wall ratios. At the same time, it is remarkable that, the empirical combination of approximate indices based on the cyclic shear strength VR, according to the Appendix 7C of KAN.EPE., and effective stiffness K with unknown reinforcements according to §7.1.2.2 KAN.EPE., appears to be quite reliable to approach the analytical shear wall ratios, and even with a linear regression model in this case. On the other hand, the alternative indices based on the concrete shear strengths VRd,c, according to §6.2.2 EC2, the reduced stiffnesses of Table Σ4.1 KAN.EPE. and the effective stiffnesses with known and unknown longitudinal reinforcements according to §7.1.2.2 and §7.2.3 KAN.EPE. respectively, are demonstrated unreliable to predict and ultimately to correlate with the analytical shear wall ratios. With regard to the estimated deficiency degrees, the increase in wall partitioning results in a reduction in the degree of deficiency, which confirms the beneficial presence of symmetrically positioned in plan shear walls in the reduction of seismic vulnerability of structures. At the same time, an exponential reduction of the deficiency degree with an increase in the total area of shear walls is demostranted, that is, by analogy with the shear wall ratios, for greater values of the shear wall area, under a fixed floor area, the improvement of the earthquake resistance is not significant. Then, the analytical deficiency degrees correlate adequately with the approximate ones through a linear regression model. In addition, in case of ignoring the shear force during flexural yielding VMy during the assessment of the approximate building strength, lower values of dispersion are displayed, hence this case appears to be the more appropriate for identifying the analytical deficiency. 2019-11-03T14:21:35Z 2019-11-03T14:21:35Z 2019-07 Thesis http://hdl.handle.net/10889/12829 gr 0 application/pdf |