Περίληψη: | Στην Ελλάδα του σήμερα, μετά την κρίση, σε μια εποχή περιορισμένων οικονομικών πόρων και σε ένα επιβαρυμένο από την ανοικοδόμηση τοπίο, καλούμαστε να επαναπροσδιορίσουμε την αρχιτεκτονική της τουριστικής κατοίκησης. Η έρευνα αυτή, αναζητά την ‘ουσία του κατοικείν’ μέσω μιας αρχιτεκτονικής η οποία κατευθύνεται στο ‘ελάχιστο’, στο ανεπιτήδευτο, στο ασκητικό. Αρχικά, διερευνάται η πνευματική αναζήτηση του ανθρώπου για το ‘λιγότερο’ μέσα από πράξεις ασκητισμού, από την επιστροφή του στη φύση μέσω της εξοχικής κατοικίας, αλλά και από την αμφισβήτηση των «συνθηκών άνεσης» που παρέχουν οι συμβατικοί όροι διαβίωσης. Στη συνέχεια, εξετάζονται συνθήκες ‘ελάχιστης’ κατοίκησης, όπως η κατοίκηση του ‘άκτιστου’ – δηλαδή της ίδιας της γης χωρίς να μεσολαβεί η αρχιτεκτονική -, η κατοίκηση της καλύβας – όχι ως μια νοσταλγική εικόνα, αλλά ως μια εκδοχή εφήμερης πρωταρχικής διαβίωσης απαλλαγμένης από ανέσεις-, αλλά και η κατοίκηση υφιστάμενων μεταβιομηχανικών αντικειμένων, ως πράξη ανακύκλωσης του ‘αποθέματος’, η οποία ενδέχεται να προσφέρει μια μη αναμενόμενη τουριστική εμπειρία. Ο σύγχρονος τουρίστας ταξιδεύει στην Ελλάδα αναμένοντας να επιστρέψει στον παγκόσμιο αυτό τόπο καταγωγής και να συναντήσει την αυθεντική ιδιοσυστασία του ‘ελληνικού’ που έχει στο νου, η οποία ωστόσο βρίσκεται κρυμμένη κάτω από βαριές τουριστικές υποδομές, μέσα σε ένα ανακατασκευασμένο τοπίο. Η νέα αυτή αρχιτεκτονική με το ‘ελάχιστο ίχνος’, θα μπορούσε ίσως να προσδώσει πνευματική αξία στην τουριστική κατοίκηση, να νοηματοδοτήσει την έννοια του παραθερισμού, αλλά και να δημιουργήσει αυτή την ‘αυθεντική’ εμπειρία του ‘ειδυλλιακού’ ελληνικού τόπου: ο τουρίστας θα κατοικεί τη φύση, απολαμβάνοντας το φυσικό κάλλος και τις ιδανικές συνθήκες του ελληνικού τοπίου, σε ένα ενδοσκοπικό ταξίδι καταγωγής και αυτογνωσίας.
|