Περίληψη: | Η παρούσα πραγμάτευση εστιάζει στο ηθικό φαινόμενο της ακρασίας, δηλαδή, μιας κατάστασης κατά την οποία το άτομο δρα ενάντια σε μια προαποφασισμένη γνώση που αφορά το προσωπικό του καλό, εξαιτίας της επίδρασης που ασκεί πάνω του η επιθυμία. Ειδικότερα, η εργασία αποτελεί μια περιδιάβαση στις φιλοσοφικές διαδρομές που ακολούθησε η ακρασία ξεκινώντας από τον Σωκράτη και καταλήγοντας στον Αριστοτέλη. Η παραδοξότητα του φαινομένου όπως ήδη δηλώνεται στον τίτλο της εργασίας συνίσταται στην έμφυτη τάση του ανθρώπου να κατευθύνεται πάντοτε προς αυτό που θεωρεί καλύτερο και αυτό που προάγει τελικά την ευδαίμονα ζωή. Σύμφωνα με αυτή την πεποίθηση, φαίνεται λογικά αδύνατο ένα άτομο που έχει δυνατότητα εθελούσιας πράξης, να επιλέγει κάτι που αναγνωρίζει ως βλαβερό ή κάτι που αντιτίθεται στην πεποίθησή του για την καλύτερη δυνατή επιλογή. Κατά αυτόν τον τρόπο η ακρασία καθίσταται συνώνυμο μιας μορφής εκούσιας κακίας. Οι φιλοσοφικές θέσεις του Σωκράτη, όπως εξάγονται από τα ξενοφώντεια "Ἁπομνημονεύματα" και όπως παρουσιάζονται στον πλατωνικό "Πρωταγόρα", καθιστούν την πιθανότητα ακρασίας αδύνατη και την άρνηση της ύπαρξής της λογικό επακόλουθο. Ύστερα από το Σωκράτη, ο Πλάτων στην "Πολιτεία" την αναγνωρίζει επιφυλακτικά μέσω παραδειγμάτων και στο πλαίσιο της θεωρίας του περί της τριμερούς διάκρισης της ψυχής έως ότου φτάσει εγγύτερα σε αυτή την αναγνώριση στους "Νόμους". Τέλος, ο Αριστοτέλης αναγνωρίζει πλήρως την ακρασία και αφιερώνει ολόκληρο το 7ο βιβλίο των "Ἠθικῶν Νικομαχείων" στην πραγμάτευσή της. Απώτερος σκοπός της εργασίας είναι να κατανοηθεί εναργέστερα τόσο η ίδια η κατάσταση της ακρασίας όσο και τρόπος με τον οποίο ο Σταγειρίτης φιλόσοφος εντάσσει το παράδοξο αυτό φαινόμενο στην ηθική του φιλοσοφία.
|