Επίδραση των λιποπρωτεϊνών υψηλής πυκνότητας (HDL) στην λειτουργία των ενδοθηλιακών κυττάρων

Οι δράσεις των Λιποπρωτεϊνών Υψηλής Πυκνότητας (HDL) θεωρούνται πολύ σημαντικές για την ανθρώπινη υγεία. Ωστόσο, πρόσφατες μελέτες κατέδειξαν πως τα συγκεκριμένα μεγαλομόρια είναι ιδιαίτερα ετερογενή και πως διαφορετικά είδη αυτών παρουσιάζουν διαφορετικές ιδιότητες όσων αφορά την αγγειογένεση και τ...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Πανουτσοπούλου, Ζωή
Άλλοι συγγραφείς: Τοπούζης, Σταύρος
Μορφή: Thesis
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2020
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:http://hdl.handle.net/10889/13185
Περιγραφή
Περίληψη:Οι δράσεις των Λιποπρωτεϊνών Υψηλής Πυκνότητας (HDL) θεωρούνται πολύ σημαντικές για την ανθρώπινη υγεία. Ωστόσο, πρόσφατες μελέτες κατέδειξαν πως τα συγκεκριμένα μεγαλομόρια είναι ιδιαίτερα ετερογενή και πως διαφορετικά είδη αυτών παρουσιάζουν διαφορετικές ιδιότητες όσων αφορά την αγγειογένεση και την φλεγμονή. Φαίνεται πως τα διάφορα είδη HDL λιποπρωτεϊνών που παρουσιάζουν διαφορετικές δράσεις, έχουν ετερογένεια σύστασης, κυρίως σε απολιποπρωτεΐνες. Παρά τις μέχρι πρότινος μελέτες οι οποίες αποδείκνυαν πως τα μόρια της HDL έχουν ιδιότητες που επάγουν την αγγειογένεση, οι μοριακοί μηχανισμοί που εμπλέκονται σε αυτή τη διαδικασία δεν έχουν αποσαφηνισθεί. Η αγγειογένεση θεωρείται μια ζωτικής σημασίας διαδικασία που εμπλέκεται σε φυσιολογικές διεργασίες του οργανισμού όπως η ανάπλαση ιστών και η επούλωση πληγών. Επιπλέον, αγγειογένεση λαμβάνει χώρα και σε παθολογικές καταστάσεις όπως η ανάπτυξη όγκων Γι’αυτό, η καλύτερη κατανόηση των μηχανισμών με τους οποίους η HDL επάγει την συγκεκριμένη διαδικασία αναμένεται οτι θα έχει ένα σημαντικό αντίκτυπο στην συνολική αντίληψη των ποικίλων δράσεών της στον οργανισμό. Σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής διατριβής ήταν να γίνει αρχικός χαρακτηρισμός των μοριακών μονοπατιών μέσω των οποίων η HDL επάγει την αγγειογένεση και να συγκριθούν οι αγγειογενετικές δράσεις των διαφόρων ειδών HDL που απομονώθηκαν από υγιείς δότες και από παχύσαρκους δότες, πριν και μετά την υποβολή τους σε βαριατρική επέμβαση. Για να επιτευχθεί αυτό, έλαβαν χώρα δύο είδους δοκιμές in vitro σε ενδοθηλιακά κύτταρα απομονωμένα από ομφάλιους λώρους (HUVEC). Μελετήθηκε η κυτταρική επιβίωση, με πραγματικές μετρήσεις κυττάρων σε αιμοκυτταρόμετρο. Επίσης μελετήθηκε η ανάπτυξη τριχοειδών δικτύων σε Matrigel, με ποσοτικοποίηση του συνολικού μήκους των ψευδαγγείων που αναπτύσσονταν. Αποδείχθηκε πως η HDL στο εύρος συγκεντρώσεων που χρησιμοποιήθηκε (1-30μg/ml), προκάλεσε δοσοεξαρτώμενη επαγωγή στην κυτταρική επιβίωση και στην ανάπτυξη τριχοειδών δικτύων. Οι μέγιστες δράσεις της HDL ήταν συγκρίσιμες με αυτές του VEGF (Vascular Endothelial Growth Factor), ενός ευρέως γνωστού αγγειογενετικού-κυτταροπροστατευτικού παράγοντα. Στην συνέχεια, καθορίστηκαν οι μοριακοί μηχανισμοί δράσης της HDL. Χρησιμοποιώντας έναν αναστολέα δράσης των Διαύλων Καλίου (KATP), την Γλιβενκλαμίδη (10μΜ), αποδείχθηκε πως μειώνονται σημαντικά ή καταργούνται οι κυτταροπροστατευτικές και αγγειογενετικές δράσεις της HDL. Επιπλέον, χρησιμοποιώντας έναν αναστολέα της Ενδοθηλιακής Συνθάσης του ΝΟ (eNOS), δείχθηκε ότι οι αγγειογενετικές δράσεις της HDL εξαρτώνται σε ένα σημαντικό βαθμό και απο αυτόν τον μηχανισμό. Συμπερασματικά, οι αγγειογενετικές ιδιότητες των ενδοθηλιακών κυττάρων in vitro, εξαρτώνται από παρόμοιους μηχανισμούς που χρησιμοποιούνται από άλλα ευρέως μελετούμενα μόρια όπως ο VEGF. Αυτοί οι μηχανισμοί περιλαμβάνουν την παραγωγή ΝΟ και την ενεργοποίηση των Διαύλων Καλίου. Επιπλέον, χρησιμοποιώντας διαφορετικά είδη HDL αποδείχθηκε πως οι δράσεις του μορίου διαφέρουν ανάλογα με την ομάδα ασθενών προέλευσης της HDL, μεταβάλλονται όταν οι ασθενείς υποβληθούν σε εγχείρηση, και εξαρτώνται απο την σύστασή του σε απολιποπρωτεΐνες αλλά και σε μόρια που πιθανώς οι ίδιες μεταφέρουν. Τα παραπάνω ευρήματα συμβάλλουν στον λειτουργικό χαρακτηρισμό της HDL και στο μέλλον ίσως βοηθήσουν σε βελτιωμένο σχεδιασμό θεραπευτικών HDL-μιμητικών μορίων.