Περίληψη: | Η παρούσα διπλωματική εργασία μελετά την ανάπτυξη της ικανότητας της συνεργατικής επίλυσης προβλήματος σε παιδιά προσχολικής ηλικίας, με τη χρήση εκπαιδευτικής ρομποτικής. Πιο συγκεκριμένα μελετά μια ικανότητα, η οποία με βάση το PISA, (2015) χαρακτηρίζεται ως μια «υψηλής προτεραιότητας» ικανότητα, η οποία δίνει στα άτομα που την αναπτύσσουν τα κατάλληλα εφόδια για να υλοποιούν επιτυχώς ομαδικές δραστηριότητες τόσο σε εκπαιδευτικό όσο και σε επαγγελματικό επίπεδο. Συνεπώς αποτελεί μια ικανότητα που πρέπει ενσωματώνεται σε κάθε εκπαιδευτική και εξωσχολική δραστηριότητα των ατόμων (Partnership for 21st Century Learning, 2016) και μάλιστα από τη προσχολική ηλικία (Kamga et al., 2016).
Ωστόσο, οι ερευνητικές προσπάθειες που έχουν πραγματοποιηθεί γι’ αυτήν είναι ελάχιστες και αφορούν κυρίως διεθνή ερευνητικά έργα που έχουν υλοποιηθεί για την ποσοτική αξιολόγησή της σε παιδιά ηλικίας 11-15 ετών (π.χ. PISA και ATC21S) και έρευνες που ασχολούνται με την ανάδειξη της παρούσας ικανότητας μέσω του «κατασκευαστικού μέρους» της κατασκευαστικής ρομποτικής σε παιδιά δημοτικού. Επομένως, η παρούσα εργασία, εφαρμόζοντας ποιοτική μεθοδολογική προσέγγιση, αποσκοπεί στη μελέτη της συγκεκριμένης ικανότητας σε παιδιά μικρότερης ηλικίας και αναφορικά με τις επιμέρους συνεργατικές και γνωστικές δεξιότητες επίλυσης προβλήματος, που εμφανίζουν όταν επιλύουν προβλήματα συνεργατικά με προγραμματιζόμενα ρομπότ δαπέδου Blue Bot.
Ειδικότερα η συγκεκριμένη διπλωματική βασίζεται σε μια ερευνητική προσπάθεια, η οποία ακολουθεί τα εξής μεθοδολογικά βήματα: α) τον σχεδιασμό ενός εκπαιδευτικού σεναρίου συνεργατικής επίλυσης προβλήματος με Blue Bot, (Κόμης κ.α., 2013), β) τη πρακτική εφαρμογή του σε πραγματικές συνθήκες τάξης και γ) την αξιολόγησή του μέσω μεθόδων ποιοτικής ανάλυσης.
Τα υποκείμενα που συμμετείχαν στην έρευνα ήταν 21 παιδιά προσχολικής ηλικίας ενός δημόσιου νηπιαγωγείου του Δήμου Ανδραβίδας-Κυλλήνης, εκ των οποίων τα 12 ήταν νήπια ενώ τα 9 ήταν προνήπια. Η επιλογή του δείγματος ήταν βολική καθώς προήλθε από την προθυμία του ίδιου του νηπιαγωγείου να συμμετέχει στη παρούσα έρευνα. Τα παιδιά συμμετείχαν σε ένα εκπαιδευτικό σενάριο συνεργατικής επίλυσης προβλήματος με Blue Βot που οργανώθηκε στο πλαίσιο της συγκεκριμένης έρευνας. Το συγκεκριμένο εκπαιδευτικό σενάριο αρχικά εφαρμόστηκε πιλοτικά προκειμένου να πραγματοποιηθούν, μέσω διαδικασιών διαμορφωτικής αξιολόγησης, οι κατάλληλες αλλαγές στις επιμέρους του δραστηριότητες. Από την εφαρμογή αυτή προέκυψε ο σχεδιασμός ενός νέου εκπαιδευτικού σεναρίου που περιλάμβανε τόσο την εξοικείωση των παιδιών με δεξιότητες συνεργασίας, όσο την εξοικείωσή τους με δεξιότητες επίλυσης προβλήματος, συνεργατικής επίλυσης προβλήματος με καταμερισμό εργασίας, συνεργατικής επίλυσης προβλήματος με Blue Βοt, καθώς και με δεξιότητες αξιολόγησης και αυτοαξιολόγησης. Οι δραστηριότητες αυτές αφού οργανώθηκαν επιτυχώς, υλοποιήθηκαν σε πραγματικές συνθήκες τάξης και η εφαρμογή τους αυτή διήρκησε περίπου ένα μήνα.
Για την συλλογή των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε η βιντεοσκοπημένη εφαρμογή του παραπάνω εκπαιδευτικού σεναρίου και συγκεκριμένα αξιοποιήθηκαν οι δραστηριότητες που αφορούσαν την συνεργατική επίλυση προβλημάτων με Blue Βοt.
Για την ανάλυση των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε το εργαλείο ποιοτικής ανάλυσης Nvivo, στο οποίο συντάχθηκε ένα εννοιολογικό πλαίσιο ανάλυσης, το οποίο βασίστηκε στο ήδη υπάρχον εννοιολογικό πλαίσιο ανάλυσης των Hesse et al., (2015) και το οποίο αξιολογούσε τις επιμέρους δεξιότητες της συνεργατικής επίλυσης προβλήματος αναφορικά με συγκεκριμένους δείκτες αλλά και τιμές με διαβαθμίσεις ποιότητας (χαμηλή-μεσαία-υψηλή τιμή). To συγκεκριμένο πλαίσιο, ωστόσο, εφαρμόστηκε μόνο στις δραστηριότητες των νηπίων καθώς κατά την ανάλυσή τους παρατηρήθηκε ότι παρουσίαζαν περισσότερες αλληλεπιδράσεις σε σχέση με τα προνήπια και συνεπώς καθιστούσαν πιο εφικτή την αξιολόγηση των συνεργατικών τους δεξιοτήτων.
Από την ανάλυση των δεδομένων φάνηκε ότι τα περισσότερα παιδιά ήταν σε θέση να εμφανίσουν μεσαία προς υψηλή επίδοση τόσο αναφορικά με τις συνεργατικές δεξιότητες όσο με τις δεξιότητες συνεργατικής επίλυσης προβλήματος. Ωστόσο, παρουσίασαν διαφοροποιημένη επίδοση σε σχέση με το είδος των δραστηριοτήτων που συμμετείχαν. Ένα γεγονός που φάνηκε να αποδόθηκε σε ποικίλους παράγοντες όπως: ο χρόνος υλοποίησης των δραστηριοτήτων, η σύσταση των ομάδων (αριθμός των παιδιών) αλλά και η φύση της δραστηριότητας στην οποία συμμετείχαν. Παρ ’όλα αυτά ήταν σε θέση να εμπλέκονται αποτελεσματικά σε δραστηριότητες συνεργατικής επίλυσης προβλήματος και ιδιαίτερα σε δραστηριότητες, στις οποίες υλοποιούσαν συγκεκριμένους διακριτούς ρόλους (π.χ. τρεις προγραμματιστές-παιδιά χειρίζονται τρία ρομπότ για την επίλυση του προβλήματος).
|