Περίληψη: | Ο κίνδυνος εµφάνισης αθηροσκληρωτικών νόσων (ΑΝ) αξιολογείται κλινικά από το δείκτη
της LDL-χοληστερόλης (LDL-C), συγκριτικά µε ορισµένα, θεωρούµενα ως φυσιολογικά,
επίπεδά της στο αίµα. Η συγκέντρωση των LDL σωµατιδίων (LDL-P) και το µέγεθός τους
χρησιµοποιούνται µόνο στην κλινική έρευνα λόγω της περίπλοκης και δαπανηρής µέτρησής
τους. Όµως, ουδέποτε έχει δειχθεί άµεση αιτιακή σχέση µεταξύ της εµφάνισης ΑΝ και των
εν λόγω δεικτών. Η οξειδωµένη LDL (ox-LDL) είναι o µοναδικός αποδεδειγµένος κλινικός
δείκτης-αίτιο εµφάνισης ΑΝ, αλλά περιορίζεται επίσης σε κλινικές έρευνες διότι (i) έχει
απροσδιόριστη οξειδωτική κατάσταση, και (ιι) ποσοτικοποιείται µε µη ειδικές/µη
τυποποιηµένες µεθόδους. Η παρούσα µελέτη προτείνει τους ακόλουθους στόχους:
1. Αποµόνωση των LDL µέσω ανάπτυξης γρήγορης, µη υπερφυγοκεντρικής µεθόδου, και
βιοχηµικός προσδιορισµός της ox-LDL µε εύκολα µετρήσιµους, ειδικούς οξειδωτικούς
δείκτες, για την αξιόπιστη (κλινικά/ερευνητικά) αξιολόγηση του κινδύνου εµφάνισης ΑΝ.
2. Συµπλήρωση των δεικτών ox-LDL µε τους ακόλουθους έµµεσους δείκτες (σε
ολικό/κλασµατοποιηµένο αίµα, προσδιορισµένους µέσω ανάπτυξης απλών µεθόδων): (i)
Συγκέντρωση και µέγεθος των LDL-P. (ii) Περιεκτικότητα των LDL-P σε καροτενοειδή
(ως δείκτη αντιοξειδωτικής προστασίας τους). (iii) Ταυτοποίηση/ποσοτικοποίηση
οξειδωτικών και αντιοξειδωτικών παραγόντων στο αίµα, που ενδέχεται να συµβάλουν στα
επίπεδα της ox-LDL, πριν και µετά τη θεραπεία µε στατίνη (σε συνάρτηση µε τις
αντιοξειδωτικές ιδιότητές της).
3. Μελέτη της κατανοµής των νέων δεικτών σε υγιή και σε επιρρεπή στην εµφάνιση ΑΝ
άτοµα µε σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, πριν και µετά τη θεραπεία µε στατίνη, και
σύγκρισή τους µε την κατανοµή της LDL-C.
|