Περίληψη: | Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η σε βάθος διερεύνηση των στάσεων μιας συγκεκριμένης ομάδας τριτοετών και τεταρτοετών φοιτητών/τριών του ΤΕΚΚΕ του πανεπιστημίου της Πάτρας απέναντι στο φαινόμενο της γλωσσικής ποικιλότητας στο σχολείο. Τα ευρήματα της εργασίας προέκυψαν από ποιοτική έρευνα και το υλικό συλλέχθηκε μέσω προσωπικών ημι-δομημένων συνεντεύξεων. Από την ανάλυση του υλικού φάνηκε ότι οι φοιτητές/τριες δεν είναι επαρκώς εξοικειωμένοι/μένες με τον όρο «γλωσσική ποικιλότητα» και ότι διατηρούν μια ετερόκλητη και ενίοτε αντιφατική στάση αναφορικά με τις γλωσσικές ποικιλίες. Συγκεκριμένα, αν και όλοι/όλες οι συμμετέχοντες/ουσες αναγνωρίζουν την ύπαρξη γεωγραφικής και κοινωνικής γλωσσικής ποικιλότητας, αυτή εντοπίζεται αποκλειστικά στο πεδίο του λεξιλογίου και εν μέρει στο επίπεδο της φωνολογίας. Επιπλέον, παρόλο που σε πρώτο επίπεδο διαφαίνεται μια θετική στάση απέναντι στις γλωσσικές ποικιλίες, οι αρχικές θετικές απόψεις δείχνουν να εξασθενούν όταν τα ερωτήματα της έρευνας αφορούν, πιο ειδικά, την αξία των γλωσσικών ποικιλιών ή τη χρήση τους στον προφορικό και γραπτό λόγο από τους/τις μαθητές/τριες στο σχολείο ή τους/τις ίδιους/ίδιες, θεωρώντας ότι ενίοτε ενδέχεται να αποτελούν ‘εμπόδιο’ για τους/τις μαθητές/τριες. Αξίζει επίσης να επισημανθεί ότι οι πληροφορητές/τριες τοποθετούνται θετικά για τη χρήση γλωσσικών ποικιλιών όταν τα πρόσωπα αναφοράς είναι άλλοι και όχι οι ίδιοι/ίδιες, καθώς σχεδόν το σύνολο των συμμετεχόντων/ουσών δεν αναγνώρισε τη χρήση γλωσσικών ποικιλιών για τους εαυτούς τους, ενώ όποτε αυτό συνέβη η αξιολογική κρίση σχετικά με τη χρήση αυτή ήταν αρνητική.
|