Τα διαδραστικά ηλεκτρονικά παιχνίδια "exergames" και η επίδρασή τους στην κινητική συμπεριφορά των παιδιών

Στη σημερινή κοινωνία τα παιδιά αναπτύσσονται σωματικά, νοητικά και συναισθηματικά σε αλληλεπίδραση με την τεχνολογία με αποτέλεσμα την υιοθέτηση νέων μορφών παιγνιώδους δραστηριότητας, όπως είναι τα ηλεκτρονικά παιχνίδια. Η αυξημένη ενασχόληση με τα παιχνίδια αυτά συνδέθηκε στενά με την παιδική παχ...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Πατούχα, Σοφία
Άλλοι συγγραφείς: Patoucha, Sofia
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2020
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:http://hdl.handle.net/10889/13842
Περιγραφή
Περίληψη:Στη σημερινή κοινωνία τα παιδιά αναπτύσσονται σωματικά, νοητικά και συναισθηματικά σε αλληλεπίδραση με την τεχνολογία με αποτέλεσμα την υιοθέτηση νέων μορφών παιγνιώδους δραστηριότητας, όπως είναι τα ηλεκτρονικά παιχνίδια. Η αυξημένη ενασχόληση με τα παιχνίδια αυτά συνδέθηκε στενά με την παιδική παχυσαρκία, λόγω περιορισμένης κινητικής δραστηριότητας, και δέχθηκε δυσμενείς κριτικές με αποτέλεσμα το 2000 να γεννηθεί ένα νέο κίνημα, το ενεργητικό παιχνίδι (active gaming). Το νέο είδος παιχνιδιού υποστηρίζει ότι γεφυρώνει το κενό ανάμεσα στα τεχνολογικά παιχνίδια και τη φυσική δραστηριότητα (Witherspoon & Manning, 2012), αφού απαιτεί την κίνηση του σώματος των χρηστών για τον έλεγχο των δράσεων του παιχνιδιού. Η παρούσα εργασία επικεντρώνεται σε μία συγκεκριμένη κατηγορία ενεργητικού παιχνιδιού, τα ονομαζόμενα “exergames”, δηλαδή τα διαδραστικά ηλεκτρονικά παιχνίδια κονσόλας. Στόχος της έρευνας ήταν να αποτυπωθεί η επίδραση των exergames στις κινητικές δεξιότητες και τη φυσική κατάσταση παιδιών ηλικίας 3 έως 12 ετών μέσα από αναζήτηση των σχετικών ερευνών, οι οποίες κωδικοποιήθηκαν και αναλύθηκαν με τη βοήθεια του λογισμικού Nvivo10. Τα αποτελέσματα της έρευνας ανέδειξαν τα πλεονεκτήματα της χρήσης των exergames από τα μικρά παιδιά σε πάρα πολλούς τομείς, όπως στη βελτίωση της αδρής και λεπτής κινητικότητας, στον οπτικοκινητικό και νευρομυϊκό συντονισμό, στην αυτοεκτίμηση, στην ενίσχυση της υγείας, στη μείωση της καθιστικής συμπεριφοράς, και γενικότερα στην ανάπτυξη του κινητικού γραμματισμού (George, Rohr & Byrne, 2016), στη βελτίωση της στάσης των παιδιών απέναντι στη φυσική δραστηριότητα και τη διά βίου άσκηση. Τέλος, από την έρευνα προέκυψε ότι τα εμπειρικά δεδομένα είναι ακόμα αρκετά περιορισμένα για να υποστηριχθεί ότι τα διαδραστικά παιχνίδια κονσόλας μπορούν να αποτελέσουν εναλλακτική λύση στη βελτίωση της φυσικής/σωματικής δραστηριότητας των παιδιών (Vernadakis et al., 2015) και προτείνεται να χρησιμοποιούνται ως συμπληρωματικά των παραδοσιακών παιγνιωδών δραστηριοτήτων.