Από την τύρφη στο [sic] λιγνίτη : μελέτη της ενανθράκωσης στον τυρφώνα Φιλίππων, Ανατολική Μακεδονία

Σκοπό της εργασίας αποτέλεσε η μελέτη του οργανικού υλικού, που περιέχεται στην τύρφη Φιλίππων με την εφαρμογή τεχνικών Οργανικής Πετρολογίας. Στόχος ήταν να διαπιστωθούν οι συνθήκες τυρφοποίησης, δηλαδή χουμοποίησης και ζελατινοποίησης της τύρφης. Τριάντα τέσσερα δείγματα λήφθηκαν αδιατάρακτα από δ...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Περλέρος, Κωνσταντίνος
Άλλοι συγγραφείς: Καλαϊτζίδης, Σταύρος
Μορφή: Thesis
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2020
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:http://hdl.handle.net/10889/13948
Περιγραφή
Περίληψη:Σκοπό της εργασίας αποτέλεσε η μελέτη του οργανικού υλικού, που περιέχεται στην τύρφη Φιλίππων με την εφαρμογή τεχνικών Οργανικής Πετρολογίας. Στόχος ήταν να διαπιστωθούν οι συνθήκες τυρφοποίησης, δηλαδή χουμοποίησης και ζελατινοποίησης της τύρφης. Τριάντα τέσσερα δείγματα λήφθηκαν αδιατάρακτα από δύο γεωτρήσεις (σε γειτονικές θέσεις) και σε βάθη έως 152 m κάτω από τη σημερινή επιφάνεια του τυρφώνα. Παρασκευάστηκαν στιλπνές τομές με σκοπό την ανθρακοπετρογραφική εξέταση, και συγκεκριμένα την ποιοτική περιγραφή και την ποσοτική καταμέτρηση των maceral (point counting), καθώς και τη μέτρηση της ανακλαστικότητας του χουμινίτη. Σύμφωνα με τις παραπάνω εξετάσεις τα δείγματα είναι πλούσια σε χουμινίτη (72,8-92,7%), και περιέχουν λιγότερο λειπτινίτη (<15,2%) και ινερτινίτη (<14%). Συγκεκριμένα οι υπο-ομάδες του ντετροχουμινίτη και του τελοχουμινίτη είναι οι κυρίαρχες (16,8-78,4% και 12-72,4%, αντίστοιχα). Η υπο-ομάδα του γελοχουμινίτη παρουσιάζει χαμηλές τιμές (<3%). Επικρατέστερο maceral από την ομάδα του λειπτινίτη είναι ο λειπτοντετρινίτης (<10,2%), ενώ από αυτήν του ινερτινίτη ο ινερτοντετρινίτης (<8,8%). Τα ανόργανα συστατικά έχουν τιμές από 1,4-58,9%, γεγονός που σημαίνει, πως κάποια δείγματα ταξινομούνται ως οργανομιγείς λάσπες και όχι ως τύρφη. Ο βαθμός χουμοποίησης αλλά και ζελατινοποίησης της τύρφης είναι από χαμηλός έως μέτριος. Η ανακλαστικότητα του χουμινίτη κυμαίνεται από 0,14 έως 0,23% στα δείγματα τύρφης που εξετάστηκαν. Δεν διαπιστώθηκε άμεση συσχέτιση του βάθους με τον βαθμό χουμοποίησης και ζελατινοποίησης και τις τιμές ανακλαστικότητας. Με άλλα λόγια φαίνεται η πρόοδος της ζελατινοποίησης να μην καθορίζεται από τη διάρκεια (χρόνος) και το βάθος ενταφιασμού (λιθοστατική πίεση), αλλά οι περισσότερες τιμές ανακλαστικότητας φαίνεται να σχετίζονται με τις κλιματικές συνθήκες (ψυχρές και θερμές περίοδοι, που διαπιστώθηκαν από προηγούμενες παλυνολογικές μελέτες), στις οποίες αποτέθηκε η τύρφη. Οι βιο- και γεωχημικές διεργασίες κατά την τυρφογένεση, που συντελούν στην αρωματοποίηση και τον επαναπολυμερισμό των οργανικών ενώσεων, συντελούν στη ζελατινοποίηση και την αύξηση της τιμής ανακλαστικότητας. Ωστόσο φαίνεται πως το σχετικά μικρό χρονικό διάστημα ενταφιασμού της τύρφης Φιλίππων δεν ήταν ικανό να οδηγήσει σε αυξημένη ζελατινοποίηση και ανακλαστικότητα του χουμινίτη.