Περίληψη: | Στόχος της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση της επίπτωσης του μητρικού αποχωρισμού κατά την νεογνική ηλικία στους υποδοχείς ντοπαμίνης και στη συμπεριφορά των εφήβων επίμυων. Χρησιμοποιήθηκαν τα μοντέλα του νεογνικού χειρισμού και του μητρικού αποχωρισμού (15λεπτος και 3ωρος μητρικός αποχωρισμός των απογόνων ημερησίως, αντίστοιχα) κατά τη διάρκεια των 3 πρώτων μεταγεννητικών εβδομάδων.
Πραγματοποιήθηκαν παρατηρήσεις της μητρικής φροντίδας τις πρώτες 8 μεταγεννητικές ημέρες, και οι έφηβοι απόγονοι υποβλήθηκαν στη συμπεριφορική δοκιμασία του ανοιχτού πεδίου και της αναγνώρισης νέου αντικειμένου. Επιπλέον, μελετήθηκαν οι υποδοχείς ντοπαμίνης D1, D2 και D4 των έφηβων αρσενικών και θηλυκών επίμυων στο ραβδωτό σώμα (CPU), στον επικλινή πυρήνα (NAc) και στη μέλαινα ουσία (SN) με την τεχνική της in vitro αυτοραδιογραφίας υποδοχέων, χρησιμοποιώντας ραδιοσημασμένους προσδέτες τριτίου ειδικούς για τους υποδοχείς ντοπαμίνης D1, D2 και D4.
Τα αποτελέσματα των παρατηρήσεων της μητρικής φροντίδας που διεξήχθησαν τις πρώτες 8 μεταγεννητικές ημέρες δείχνουν αλλαγές στη μητρική συμπεριφορά κυρίως κατά την επιστροφή των νεογνών στους μητρικούς κλωβούς και στα δυο μοντέλα. Παρατηρήθηκε αύξηση στη συμπεριφορά της περιποίησης των νεογνών (54,39%) και του μητρικού αποχωρισμού (78,95%) στην ομάδα του νεογνικού χειρισμού σε σχέση με την ομάδα ελέγχου. Επιπλέον, στην ομάδα του μητρικού αποχωρισμού σημειώθηκε αύξηση (28,43%) στο θηλασμό αψιδωτής ράχης, ενώ ο θηλασμός τύπου κουβέρτας έδειξε μείωση (80%) στην ομάδα του νεογνικού χειρισμού σε σχέση με την ομάδα ελέγχου.
Οι μετρήσεις της αγχώδους/εξερευνητικής συμπεριφοράς σε αρσενικούς και θηλυκούς έφηβους επίμυες, μέσω της δοκιμασίας του ανοικτού πεδίου δεν κατέδειξαν στατιστικώς σημαντικές διαφορές μεταξύ των πειραματικών ομάδων. Ωστόσο, η δοκιμασία αναγνώρισης νέου αντικειμένου έδειξε πως τα πειραματόζωα της ομάδας του νεογνικού χειρισμού εξερευνούν λιγότερο χρόνο το νέο αντικείμενο σε σχέση με το γνώριμο, συγκρινόμενα με την ομάδα ελέγχου, σε αρσενικούς (23,12%) και θηλυκούς (34,19%) έφηβους επίμυες, ενώ η ομάδα μητρικού αποχωρισμού δεν έδειξε στατιστικώς σημαντικές διαφορές. Στατιστικά σημαντικές διαφορές εντοπίστηκαν στα επίπεδα του υποδοχέα D1 αρσενικών και θηλυκών έφηβων επίμυων στο ραβδωτό σώμα, καθώς και του υποδοχέα D4 των αρσενικών επίμυων στον πυρήνα και στο κέλυφος του επικλινούς πυρήνα μόνο στην ομάδα του μητρικού αποχωρισμού σε σχέση με την ομάδα ελέγχου. Πιο συγκεκριμένα, ο υποδοχέας D1 των έφηβων αρσενικών επίμυων εμφανίζει στατιστικώς σημαντική αύξηση 13,04% και 12,96% στο ραβδωτό και στο έξω ραχιαίο τεταρτημόριο, αντίστοιχα. Παρόμοιες αυξήσεις παρουσιάζουν και τα θηλυκά έφηβα ζώα της τάξης του 9,69% και 11,22% στις ίδιες περιοχές, σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου. Ο υποδοχέας D4 παρουσιάζει στατιστικώς σημαντική μείωση στον πυρήνα (13,83%) και στο κέλυφος (16,81%) του επικλινούς πυρήνα στους αρσενικούς επίμυες σε σχέση με την ομάδα ελέγχου.
Συμπερασματικά, τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης παρέχουν ενδείξεις ότι οι πρώιμες εμπειρίες έχουν επιπτώσεις στη συμπεριφορά και στους υποδοχείς ντοπαμίνης των έφηβων επίμυων, οι οποίες εξαρτώνται από τη διάρκεια του μητρικού χωρισμού. Επίσης τα αποτελέσματα προτείνουν ότι η παρέμβαση στη σχέση μητέρας- νεογνού έχει επίπτωση στο ντοπαμινεργικό σύστημα στην εφηβική ηλικία.
|