Περίληψη: | Η παρούσα διδακτορική διατριβή ερευνά το ρόλο του αγροδιατροφικού κλάδου για την ελληνική οικονομία και την περιφέρεια της Δυτικής Ελλάδος, χρησιμοποιώντας ποικίλες μεθοδολογικές καινοτομίες. Κατόπιν μίας κριτικής ανασκόπησης των υποδειγμάτων των εισροών-εκροών και των δεικτών τους, ο συγγραφέας προτείνει και εφαρμόζει μία «προσαρμοσμένη οριζόντια προσέγγιση για το καθοδηγούμενο από τη ζήτηση υπόδειγμα τύπου Leontief» ως μία συμπληρωματική διαδικασία ως προς την αντίστοιχη κάθετη προσέγγιση, με σκοπό την ολοκληρωμένη ανάλυση των παραγωγικών κυκλωμάτων της χώρας και της μελετώμενης περιφέρειας, χρησιμοποιώντας συμβατά και συγκρίσιμα αναμεταξύ τους κάθετα και οριζόντια δεδομένα και μετρήσεις.
Με αυτό το σκεπτικό, τόσο η «κλασική» από τη βιβλιογραφία, όσο και η προτεινόμενη «προσαρμοσμένη» οριζόντια προσέγγιση, συγκρίνονται για τους πίνακες εισροών-εκροών και τους δείκτες που παράγουν. Οι κατάλληλοι τύπου Ι πολλαπλασιαστές έχουνε κατασκευασθεί και υπολογισθεί και για τις δύο οριζόντιες αυτές προσεγγίσεις. Τα αποτελέσματα και οι κλαδικές ταξινομήσεις ανά δείκτη επιβεβαιώνουν ότι η «κλασική» οριζόντια προσέγγιση του καθοδηγούμενου από τη ζήτηση υποδείγματος του Leontief είναι παραπλανητική, με τον τρόπο που ακολουθείται στη βιβλιογραφία. Ταυτόχρονα, οι μετρήσεις και οι κλαδικές ταξινομήσεις των εκτιμούμενων οριζόντιων δεικτών συγκρίνονται με εκείνες που ανακύπτουν από τους αντίστοιχους κάθετους δείκτες.
Η παρουσίαση της έννοιας της «ενδοκλαδικής αρχικής τάσης για πρόκληση επιδράσεων ενός ορισμένου είδους “S”» βοηθάει στον προσδιορισμό των μητρών των άμεσων και των συνολικών απαιτήσεων ανά είδος “S” (SDM, STM), χωρίς παρερμηνείες, ειδικά όσον αφορά τις άμεσες απαιτήσεις. Ταυτόχρονα, μία ανάλυση αποδόμησης για τη σύγκριση και την κατανόηση των οριζόντιων και των κάθετων δεικτών της διακλαδικής διασύνδεσης (SBLs’, SFLs’) και των αντίστοιχων τύπου Ι πολλαπλασιαστών τους (t.I-BSMs’, t.I-FSMs’) έχει υλοποιηθεί, με σκοπό να επισημανθούν οι κλαδικές μεροληψίες των δεικτών της διακλαδικής διασύνδεσης όπως προκαλούνται εξαιτίας της ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής τους δομής, σε αντιπαραβολή με την ανωτερότητα των υπολογισμών και των κλαδικών ταξινομήσεων που λαμβάνονται από τους τύπου Ι πολλαπλασιαστές χάριν της ουδετερότητας των αρχικών τους ερεθισμάτων.
Επιπλέον, στο πλαίσιο των εμπειρικών εφαρμογών της μελέτης, ένας αριθμός από σταθμισμένους-δείκτες έχει συγκριθεί και τα συμπεράσματα καταλήγουνε στον εξής προτεινόμενο κανόνα: «Οι δείκτες-μεγέθους που χρησιμοποιούνται για τη στάθμιση των διαφόρων πολλαπλασιαστών πρέπει πάντοτε να είναι σύμφωνοι και ομοιόμορφοι με την μετρούμενη κατά περίπτωση παράμετρο “S”».
Ιδιαίτερα για την περιφερειοποίηση των εθνικών δεδομένων εισροών-εκροών κατά τη δευτερογενή προσομοίωση των περιφερειακών μητρών των άμεσων και των συνολικών απαιτήσεων της Δυτικής Ελλάδας, πέρα από τις δοκιμασμένες στη βιβλιογραφία και εφαρμοζόμενες στην παρούσα μελέτη τεχνικές του «προσαρμοσμένου πηλίκου του τόπου του Flegg (aFLQ)» και της «επαυξημένης (AFLQ)» του εκδοχής, ο συγγραφέας έχει προτείνει και εφαρμόζει μία νέα τεχνική δευτερογενούς άντλησης περιφερειακών πινάκων, τη «μη-συμβατική προσέγγιση του προσαρμοσμένου πηλίκου του τόπου του Flegg (KFLQ)», ως μία εξελικτική παραλλαγή των «πηλίκων του τόπου τύπου Flegg», η οποία είναι ικανή να βελτιώνει τη συνεκτίμηση των περιφερειακών εξειδικεύσεων. Προς αυτήν την κατεύθυνση, το προτεινόμενο «μη-συμβατικό πηλίκο του τόπου» φαίνεται να είναι περισσότερο αληθοφανές αναφορικώς ως προς τις μετρήσεις και τις κλαδικές ταξινομήσεις των ποικίλων δεικτών που διαμορφώνει, σε σχέση με τις υπόλοιπες προϋπάρχουσες τεχνικές.
Επιπροσθέτως, η προτεινόμενη εξέλιξη (KFLQ) για τα «πηλίκα του τόπου τύπου Flegg» επιλύει το πρόβλημα του προσδιορισμού της παραμέτρου “δ” με έναν απλό και λογικό τρόπο. Από τα εμπειρικά αποτελέσματα συνάγεται ότι: «Συναρτήσει του ιδιαίτερου κάθε φορά μεγέθους της κατά περίπτωση μελετώμενης περιφέρειας, ισχύει ότι: καθώς το μέγεθος ενός κλάδου σε μία περιφέρεια τείνει στη μέση περιφερειακή κατανομή, ο συντελεστής του προτεινόμενου μη-συμβατικού πηλίκου του τόπου τείνει στη μονάδα, και σε κάθε περίπτωση αυτό συμβαίνει για εκείνη την τιμή της παραμέτρου δ για την οποία ισχύει ότι οι αντίστοιχοι κλαδικοί συντελεστές του απλού πηλίκου του τόπου είναι περίπου ίσοι με 1,5».
Η εμπειρική ανάλυση για την οικονομία της χώρας αποκαλύπτει την ιδιαίτερη σημασία που έχει ο αγροδιατροφικός κλάδος για το σχηματισμό της ακαθάριστης εκροής, της απασχόλησης και του εισοδήματός της, ιδιαίτερα μετά την κρίση του 2009. Όμοια συμπεράσματα εξάγονται και για την περιφέρεια της Δυτικής Ελλάδας. Ωστόσο, τόσο για τη χώρα, όσο και για την εξεταζόμενη περιφέρεια, διαπιστώνεται μία αδυναμία να ωθηθεί το επενδυτικό ενδιαφέρον και σε άλλες μεταποιητικές δραστηριότητες. Οι πλέον δυναμικοί κλάδοι για το μεσο-μακροχρόνιο αναπτυξιακό σχεδιασμό της χώρας και της περιφέρειας της Δυτικής Ελλάδας έχουνε προσδιορισθεί. Το ίδιο και οι κλάδοι που είναι κατάλληλοι για τη βραχυ-μεσοχρόνια υποστήριξη του παραγωγικού κυκλώματος της περιφέρειας και της χώρας κατά τη μεταβατική μεταρρυθμιστική περίοδο της αναδιάρθρωσης τους. Ο ρόλος της κεντρικής και της αποκεντρωμένης διοίκησης και των κυβερνητικών οργάνων, καθώς και τους εκπαιδευτικού συστήματος, στο πλαίσιο της αναπτυξιακής προσπάθειας, έχει αναλυθεί, και βελτιώσεις έχουνε προταθεί.
|