Κλίση και οργάνωση κλιτικών παραδειγμάτων

Στην παρούσα διδακτορική διατριβή διερευνάται η συγχρονική οργάνωση της ονοματικής κλιτικής μορφολογίας στον νου του φυσικού ομιλητή και η διαχρονική δυνατότητα αναδιάρθρωσης των κλιτικών παραδειγμάτων, είτε κάτω από την επίδραση ενδογλωσσικών παραγόντων είτε εξαιτίας της γλωσσικής επαφής. Η διατριβ...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Μαρίνης, Μιχαήλ
Άλλοι συγγραφείς: Marinis, Michail
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2021
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:http://hdl.handle.net/10889/15248
Περιγραφή
Περίληψη:Στην παρούσα διδακτορική διατριβή διερευνάται η συγχρονική οργάνωση της ονοματικής κλιτικής μορφολογίας στον νου του φυσικού ομιλητή και η διαχρονική δυνατότητα αναδιάρθρωσης των κλιτικών παραδειγμάτων, είτε κάτω από την επίδραση ενδογλωσσικών παραγόντων είτε εξαιτίας της γλωσσικής επαφής. Η διατριβή οργανώνεται σε δύο τμήματα. Στο πρώτο τμήμα (κεφάλαια 1-4), επιχειρείται μία θεωρητική οριοθέτηση της διαδικασίας της κλίσης τόσο συγχρονικά όσο και διαχρονικά. Στο πλαίσιο αυτό, παρέχονται επιχειρήματα ότι η κλίση αποτελεί τομέα της μορφολογίας. Επιπλέον, σε αντίθεση με την διχοτομική αντίληψη που επικρατεί στην βιβλιογραφία, σύμφωνα με την οποία η κλίση έχει χαρακτήρα είτε συνταγματικό είτε παραδειγματικό, η διατριβή προτείνει ότι η κλιτική μορφολογία έχει διττή φύση, και ότι η κλίση λειτουργεί παράλληλα άλλοτε συνταγματικά και άλλοτε παραδειγματικά. Χαρακτηριστική περίπτωση τον παραδειγματικών σχέσεων οι οποίες αναπτύσσονται στην κλίση είναι τα κλιτικά παραδείγματα και οι κλιτικές τάξεις. Οι τελευταίες είναι δυνατόν είτε να συμμορφώνονται με μία κανονική κατάσταση, όπως περιγράφεται από το μοντέλο της Κανονικής Τυπολογίας (Canonical Τypology· Corbett 2005, 2006, 2007, 2008, 2009, 2011), είτε να αποκλίνουν από αυτήν, δημιουργώντας μορφολογικά φαινόμενα όπως η αλλομορφία, ο συγκρητισμός, η ετερόκλιση, η ελλειπτικότητα, και η υπεραφθονία. Σε διαχρονικό επίπεδο, επιχειρείται να μοντελοποιηθούν τα αίτια και οι μηχανισμοί με τους οποίους οι κλιτικές τάξεις είναι δυνατόν να μεταβάλλονται στον άξονα του χρόνου. Η διάρθρωση του πρώτου μέρους της διατριβής έχει ως εξής: Στο κεφάλαιο 1, αναδύονται οι βασικές θεωρητικές παραδοχές στις οποίες στηρίζεται η διατριβή. Εξετάζεται η κλίση στο πλαίσιο του Ισχυρού Λεξικαλισμού, θεμελιώδης αρχή του οποίου είναι η ιδέα ότι η κλίση αποτελεί κλάδο της μορφολογίας, η οποία είναι αυτόνομος τομέας της γραμματικής. Στο κεφάλαιο 2, αναδεικνύεται ο παραδειγματικός χαρακτήρας της μορφολογίας, με έμφαση στα κλιτικά παραδείγματα, ιδιαίτερη περίπτωση των οποίων αποτελούν οι κλιτικές τάξεις. Διερευνάται ο τρόπος με τον οποίο οργανώνονται, υποστηρίζεται ότι ο χαρακτήρας τους είναι μορφομικός (morphomic), συζητιούνται τα κριτήρια εκείνα που επηρεάζουν την ανάθεση των κλιτικών τάξεων στα λεξήματα, η σχέση τους με το γένος, καθώς και οι παράγοντες που επηρεάζουν την παραγωγικότητά τους. Στο κεφάλαιο 3, μέσα από τη εφαρμογή του τυπολογικού μοντέλου της Κανονικής Μορφολογίας, αναλύονται τα φαινόμενα της αλλομορφίας, του συγκρητισμού, της ετερόκλισης, της ελλειπτικότητας και της υπεραφθονίας, τα οποία ορίζω ως αποκλίσεις από την κανονικότητα. Υποστηρίζω ότι ο ρόλος των φαινομένων αυτών είναι ιδιαίτερα κρίσιμος, καθώς αποτελούν ένα παράθυρο στην συγχρονική αρχιτεκτονική του ονοματικού συστήματος και, παράλληλα, είναι παράγοντες οι οποίοι επιδρούν καθοριστικά στη διαχρονική εξέλιξή του. Στο κεφάλαιο 4, η διατριβή εξετάζει τη διαχρονική εξέλιξη των κλιτικών τάξεων. Αφού έχει προηγηθεί η απόδειξη ότι οι κλιτικές τάξεις ανήκουν εξ ολοκλήρου στη Μορφολογία, το κεφάλαιο εκκινά από τη σημασία της μορφολογίας για τη γλωσσική μεταβολή. Στη συνέχεια, ανιχνεύονται τα αίτια της μορφολογικής μεταβολής, των οποίων η κατηγοριοποίηση προτείνεται σε ενδογλωσσικά, εξωγλωσσικά, και παραγλωσσικά. Ακόμη, εξετάζονται οι βασικοί μηχανισμοί της μορφολογικής μεταβολής, ενώ ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στους μηχανισμούς εκείνους οι οποίοι επιδρούν στο επίπεδο τον κλιτικών τάξεων. Στο δεύτερο τμήμα της διατριβής (κεφάλαια 5-8), το θεωρητικό μοντέλο που διαμορφώθηκε στα προηγούμενα κεφάλαια εφαρμόζεται για την μελέτη της ονοματικής κλιτικής μορφολογίας της Κατωιταλικής. Η διατριβή φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα νέο, πλήρες και δια-διαλεκτικά εφαρμόσιμο πρότυπο ως προς την συγχρονική και διαχρονική ανάλυση της ονοματικής κλιτικής μορφολογίας. Η έρευνα λαμβάνει υπόψη της: (α) δεδομένα τα οποία συλλέχθηκαν με έρευνες πεδίου κατά τη διάρκεια εκπόνησης της παρούσας διατριβής (καλοκαίρι 2016 & 2018), (β) τις μέχρι σήμερα βιβλιογραφικά προταθείσες κατηγοριοποιήσεις, και (γ) δεδομένα διαχρονικού χαρακτήρα (τα οποία χρησιμοποιούνται για να μελετηθεί η γλωσσική μεταβολή στο επίπεδο των κλιτικών τάξεων). Σε αντίθεση με τις προηγούμενες κατηγοριοποιήσεις, οι προταθείσες κλιτικές τάξεις δεν προκύπτουν από την άνωθεν επιβολή μοντέλων τα οποία έχουν δημιουργηθεί για άλλες γλωσσικές ποικιλίες. Στην διατριβή, οι κλιτικές τάξεις του συστήματος προκύπτουν μέσα από την ανάδειξη των κάθε φορά διαθέσιμων ομάδων κλιτικών επιθημάτων και των μεταξύ τους δυνατών συνδυασμών. Η επιλογή αυτή έχει ως αποτέλεσμα (α) την περιγραφή ενός συστήματος κοντά στην διαίσθηση του φυσικού ομιλητή, (β) το οποίο διαθέτει περιγραφική και (γ) ερμηνευτική επάρκεια. Η θέση ότι η μορφολογία αποτελεί αυτόνομο τομέα της γραμματικής ενισχύεται μέσα από την καταγραφή, την ανάλυση και την ερμηνεία φαινομένων μορφομικού χαρακτήρα. Επίσης, μέσα από τα δεδομένα της διατριβής, υποστηρίζεται ότι, τα πραγματικά γλωσσικά συστήματα αποκλίνουν από τον ιδεατό γλωσσικό κόσμο τον οποίο περιγράφει το τυπολογικό μοντέλο της κανονικής μορφολογίας. Εντούτοις, το μοντέλο αναδεικνύεται ως ένα εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο για την καλύτερη κατανόηση φαινομένων τα οποία επιδρούν τόσο στην συγχρονική οργάνωση των κλιτικών παραδειγμάτων όσο και στην διαχρονική εξέλιξή τους. Τέλος, ως προς το επίπεδο της διαχρονικής μεταβολής των κλιτικών τάξεων, σε αντίθεση με την αντίληψη ότι η ένταση της επαφής είναι δυνατόν να αποτελεί αποκλειστικό παράγοντα καθορισμού της γλωσσικής αλλαγής (Thomason 2001, 2010), παρέχονται επιχειρήματα ότι για την γλωσσική αλλαγή τα ενδογλωσσικά χαρακτηριστικά είναι εξαιρετικά σημαντικά και πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από κοινού με τους εξωγλωσσικούς παράγοντες. Η διάρθρωση του δεύτερου τμήματος της διατριβής έχει ως εξής: Στο κεφάλαιο 5, παρέχονται ορισμένα χαρακτηριστικά στοιχεία αναφορικά με την εμφάνιση, την εξέλιξη και τη σημερινή κοινωνιογλωσσική κατάσταση των ελληνικών ποικιλιών που ομιλήθηκαν στη Νότια Ιταλία. Παρουσιάζονται -ενδεικτικά- ορισμένα διακριτικά χαρακτηριστικά γλωσσικά στοιχεία των μελετώμενων ποικιλιών σε επίπεδο λεξιλογικό, φωνολογικό και μορφοσυντακτικό. Στο κεφάλαιο 6, γίνεται μία κριτική ανασκόπηση των βιβλιογραφικά διαθέσιμων προσεγγίσεων της ονοματικής κλίσης της Κατωιταλικής. Εξετάζονται τα εκάστοτε προτεινόμενα κριτήρια οργάνωσης του κλιτικού συστήματος σε κλιτικές τάξεις. Για κάθε προτεινόμενη ανάλυση αναδεικνύονται οι αδυναμίες και τα προβλήματα εκείνα που την καθιστούν μη επαρκή, αφενός για την ερμηνεία των φαινομένων που λαμβάνουν χώρα στην συγχρονική οργάνωση του ονοματικού κλιτικού συστήματος και αφετέρου για την ερμηνεία της γλωσσικής αλλαγής. Στο κεφάλαιο 7, λαμβάνει χώρα μία καινούρια κατηγοριοποίηση της ονοματικής κλίσης της Κατωιταλικής, η οποία συνιστά ένα νέο μοντέλο ανάλυσης του ονοματικού κλιτικού συστήματος. Το προτεινόμενο μοντέλο ικανοποιεί τις θεωρητικές αρχές που διέπουν την κλίση ως τομέα της Μορφολογίας και τις αρχές που διέπουν τη συγκρότηση κλιτικών παραδειγματικών σχέσεων. Επιπλέον, ξεπερνά τα θεωρητικά προβλήματα των προηγούμενων προσεγγίσεων, τα οποία αναδείχθηκαν στο κεφάλαιο 6. Η ανάλυση εκκινεί από την περιγραφή κρίσιμων παραμέτρων του συστήματος, όπως είναι η θεματική αλλομορφία και ο ρόλος του κελιού της γενικής ενικού, για τις οποίες αποδεικνύεται ότι επιδρούν σημαντικά στον καθορισμό των ορίων μεταξύ θέματος και κλιτικού επιθήματος. Με βάση τις παραδοχές αυτές, ορίζονται οι διαθέσιμες στο σύστημα ομάδες κλιτικών επιθημάτων, μέσα από τους συνδυασμούς των οποίων προκύπτουν οι πέντε κλιτικές τάξεις που τελικά προτείνονται. Ακόμη, διερευνάται η επίδραση φαινομένων μη κανονικής κλίσης στη συγχρονική εικόνα του γλωσσικού συστήματος. Στο κεφάλαιο 8, αναδεικνύονται οι τρόποι με τους οποίους τα ονοματικά κλιτικά παραδείγματα της Κατωιταλικής μεταβλήθηκαν στον άξονα της διαχρονίας. Καταγράφονται οι διαθέσιμοι μηχανισμοί γλωσσικής μεταβολής και διερευνάται η φύση των αιτιών οι οποίες την προκάλεσαν, μέσω της προσεκτικής συνεξέτασης της επίδρασης στην αλλαγή παραγόντων τόσο εξωγλωσσικών, όσο και ενδογενών του γλωσσικού συστήματος. Τέλος, στο κεφάλαιο 9, επιχειρείται μία σύνοψη της βασικής συμβολής της παρούσας διατριβής.