Ταυτοποίηση και ποσοτικοποίηση των κρυσταλλικών μορφών I και III της δραστικής ουσίας καλιούχου ραλτεγκραβίρης και των πολυμόρφων Α1, Α2 και Α3 της ραλτεγκραβίρης σε δισκία

Πριν από την κυκλοφορία ενός νέου φαρμάκου, μέσα στις απαιτήσεις που έχει καθορίσει ο ΕΜΑ (European Medicines Agency), και πρέπει να περιλαμβάνονται στο φάκελο του προϊόντος προκειμένου να εγκριθεί η αδειοδότησή του, είναι και οι πληροφορίες για την ακριβή σύστασή του καθώς και για τη στερεά κατάστα...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Καραλής, Φώτιος
Άλλοι συγγραφείς: Karalis, Fotios
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2021
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:http://hdl.handle.net/10889/15654
Περιγραφή
Περίληψη:Πριν από την κυκλοφορία ενός νέου φαρμάκου, μέσα στις απαιτήσεις που έχει καθορίσει ο ΕΜΑ (European Medicines Agency), και πρέπει να περιλαμβάνονται στο φάκελο του προϊόντος προκειμένου να εγκριθεί η αδειοδότησή του, είναι και οι πληροφορίες για την ακριβή σύστασή του καθώς και για τη στερεά κατάσταση του δραστικού συστατικού του. Στην παρούσα μελέτη για την κάλυψη αυτών των απαιτήσεων, για δισκία ισχύος 600 mg καλιούχου ραλτεγκραβίρης στη μορφή ΙΙΙ, αναπτύσσονται μεθοδολογίες για την ποσοτικοποίηση της δραστικής ένωσης καθώς και για την ανίχνευση και τον ποσοτικό προσδιορισμό πιθανών προσμίξεων του πολυμόρφου Ι της δραστικής ένωσης, και των πολυμόρφων Α1 και Α2 της ραλτεγκραβίρης. Αρχικά, πραγματοποιήθηκε μια σειρά προκαταρτικών πειραμάτων ώστε να διαπιστωθεί αν οποιοδήποτε συστατικό ή πιθανή πρόσμιξη του δισκίου, επηρέαζε την ανάλυση. Κατά τη διερεύνηση σταθερότητας μελετήθηκαν τα πολύμορφα της καλιούχου ραλτεγκραβίρης, Ι και ΙΙΙ, τα πολύμορφα της ραλτεγκραβίρης, Α1, Α2 και Α3, τα εμπορικά δισκία καθώς και τα έκδοχα αυτών. Με τις τεχνικές ATR, Raman και XRPD, λήφθηκαν οι φασματικές εικόνες όλων των ενώσεων ύστερα από διαφορετικές συνθήκες καταπόνησής τους. Διαπιστώθηκε, πως όλες οι ενώσεις υπό την επίδραση υψηλής πίεσης εμφάνιζαν αλλαγές στο κρυσταλλικό τους πλέγμα, οι οποίες όμως δεν ήταν ορατές με τις φασματοσκοπικές τεχνικές ATR και Raman. Αντίθετα, η τεχνική XRPD εμφάνισε διακυμάνσεις στις εντάσεις κορυφών όλων των πολυμόρφων, καθιστώντας την ακατάλληλη για ποσοτικοποίηση. Όσον αφορά το πολύμορφο Α3, φάνηκε πως μετατρεπόταν στο σταθερότερο πολύμορφο Α2 της ραλτεγκραβίρης, κάνοντας αδύνατη τη συμπερίληψή του σε επόμενους ελέγχους. Ακολούθησε, η παρασκευή πρότυπων διαλυμάτων των πολυμόρφων Α1, Α2 της ραλτεγκραβίρης και της καλιούχου ραλτεγκραβίρης. Λαμβάνοντας τα φάσματα απορρόφησης UV, επιβεβαιώθηκε ότι οι ενώσεις Α1 και Α2 αποτελούν πολύμορφα της ίδιας ένωσης, όμως δεν ήταν δυνατή η ταυτόχρονη ταυτοποίησή τους με τη δραστική ένωση, καθώς τα φάσματα συνέπιπταν στην πλειονότητά τους και υπήρχε μεγάλη διαφορά στις συγκεντρώσεις τους (60 %w/w για τη RALP και 2.9 %w/w για τη RAL), η οποία εντεινόταν μετά την αραίωση του διαλύματος. Σε επόμενο στάδιο, επειδή ήταν επιθυμητός ο προσδιορισμός συγκεκριμένων πολυμόρφων, η τεχνική UV κατέστη ανεπαρκής. Για τον λόγο αυτό, εξετάστηκε η δυνατότητα εφαρμογής της περίθλασης ακτίνων Χ και των φασματοσκοπικών τεχνικών ATR και Raman, για την ταυτοποίησή τους. Μελετήθηκαν τα φάσματα των δισκίων συγκριτικά με αυτά των καθαρών συστατικών και των πιθανών προσμίξεών τους (πολύμορφα Ι, Α1 και Α2) και εντοπίστηκαν χαρακτηριστικές κορυφές, οι οποίες ήταν ευδιάκριτες παρουσία του σκευάσματος, γεγονός που υποδείκνυε τη δυνατότητα ταυτόχρονης ανίχνευσής τους. Αξίζει να σημειωθεί, πως διενεργήθηκε έλεγχος καθορισμού των ορίων ανίχνευσης των πολυμόρφων Ι, Α1 και Α2 παρουσία του δισκίου με τη μέθοδο της οπτικής αξιολόγησης των φασμάτων. Συγκρίθηκαν στερεά μίγματα γνωστής συγκέντρωσης των υπό μελέτη αναλυτών και ψηφιακά μίγματα προσομοίωσης αντίστοιχης σύστασης. Διαπιστώθηκε πως δεν υπήρχε δυνατότητα σωστής πρόβλεψης των ορίων ανίχνευσης μέσω των προσομοιώσεων για τις τεχνικές ATR και XRPD, παρά μόνο με τη φασματοσκοπία Raman. Τέλος, αφού διαπιστώθηκε ότι τα έκδοχα δεν απορροφούσαν ακτινοβολία στο μήκος κύματος μέγιστης απορρόφησης της δραστικής ένωσης του σκευάσματος, παρασκευάστηκαν πρότυπα διαλύματα αυτής, για τη κατασκευή καμπύλης βαθμονόμησης. Το όριο ανίχνευσης της καλιούχου ραλτεγκραβίρης βρέθηκε ίσο με 0.2 μg/ml. Για την ταυτοποίηση πιθανών προσμίξεων από τα πολύμορφα Ι, Α1 και Α2, η μόνη τεχνική που αποδείχθηκε αποτελεσματική ήταν η φασματοσκοπία ATR. Η μέθοδος των πρότυπων μιγμάτων εφαρμόστηκε για την ποσοτικοποίηση των πολυμόρφων Ι, Α1 και Α2. Οι καμπύλες βαθμονόμησης, κατασκευάστηκαν με τη χρήση πρότυπων μιγμάτων κόνεων δισκίου και των υπό μελέτη πολυμόρφων. Το όριο ανίχνευσης για το πολύμορφο Ι της καλιούχου μορφής ήταν 0.18 %w/w, για τη μορφή Α1 της ελεύθερης βάσης ραλτεγκραβίρης ήταν 0.13 %w/w, για την Α2 ήταν 0.08 %w/w ενώ για τη συνολική ραλτεγκραβίρη μορφής Α1 ή Α2 ήταν 0.11 %w/w, τιμές πολύ χαμηλότερες από τη μέγιστη αποδεκτή σύμφωνα με την οδηγία του EMA (2.9 %w/w ραλτεγκραβίρη / δισκίο).