Περίληψη: | Σκοπός της παρούσης έρευνας είναι η εκτίμηση της επιβάρυνσης, που προκαλεί η παροχή φροντίδας σε
ασθενείς με καρκίνο, οι οποίοι υποβάλλονται σε διαφορετικές θεραπείες, σε δείγμα Ελλήνων φροντιστών με
τη χρήση 5 ερωτηματολογίων.
Μεθοδολογία: Η έρευνα είναι ποσοτική και αποτελεί μια συγχρονική μελέτη, η οποία μελετά τη σχέση της
παροχής φροντίδας σε ασθενείς διαγνωσμένους με καρκίνο και της επιβάρυνσης, που βιώνουν οι φροντιστές
σε μια δεδομένη χρονική στιγμή. Συγκεκριμένα διερευνά 1) πόσο επιβαρυμένοι είναι οι φροντιστές του
δείγματός της έρευνας, 2) ποιους τομείς της ζωής τους έχει επηρεάσει η επιβάρυνση και 3) ποιοι είναι οι
παράγοντες εκείνοι, που επιδρούν σε αυτήν την επιβάρυνση. Το δείγμα αποτελέσαν 103 άτυποι φροντιστές
ασθενών με καρκίνο, οι οποίοι προσέρχονταν για την προγραμματισμένη θεραπεία των οικείων τους, ως
συνοδοί αυτών στα ογκολογικά τμήματα του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Πατρών (ΠΓΝΠ). Η
συλλογή των στοιχείων έγινε το διάστημα από τον Απρίλιο έως και τον Αύγουστο 2018, μέσω δομημένων
προσωπικών συνεντεύξεων των φροντιστών σε χώρο του Τμήματος Ακτινοθεραπευτικής Ογκολογίας του
ΠΓΝΠ. Εκτός από τη λήψη των δημογραφικών τους στοιχείων χρησιμοποιήθηκαν πέντε ερωτηματολόγια: 1)
ZARIT Burden Interview, η οποία μετρά την επιβάρυνση με εύρος βαθμολογίας από 0-88, 2) Modified
Caregiver Strain Index (Μ-CSI), η οποία μετρά το βαθμό έντασης, που προκύπτει από την παροχή φροντίδας
(απασχόληση, χρόνος, οικονομικός, κοινωνικός, σωματικός τομέας) με εύρος βαθμολογίας 0-26, 3) BAKAS
Caregiving Outcomes Scale, η οποία μετρά την ατομική ευεξία, κοινωνική λειτουργικότητα και σωματική
υγεία με εύρος τιμών 1-105, 4) G-HADS-A-D, για τη μέτρηση άγχους και κατάθλιψης με εύρος τιμών από 0-
21 για το άγχος και 0-21 για την κατάθλιψη και 5) η γηριατρική κλίμακα VES-13 για φροντιστές ηλικίας >65
ετών, η οποία αξιολογεί το βαθμό ευαλωτότητας/ έκπτωσης της φυσικής λειτουργικότητας με βαθμούς από 0-
10.
Αποτελέσματα: Το 62,1% του δείγματος της έρευνας ήταν γυναίκες. Από τους 103 συμμετέχοντες τα 25
άτομα (24,3%) είχαν ηλικία 51-60 ετών, 27 άτομα (26,2%) 61-70 ετών και 9 άτομα (8,7%) ήταν άνω των 70
ετών. Άρα οι περισσότεροι συμμετέχοντες του δείγματος είχαν ηλικία άνω των 51 ετών (59,2%). Το 72,8%
του δείγματος ήταν έγγαμοι/ες, το 25,2% δήλωσε ότι είναι απόφοιτοι δημοτικού και το 32% απόφοιτοι
λυκείου. Σχετικά με το επάγγελμά τους, 28 (27,2%) δήλωσαν πως είναι απασχολούμενοι/ες και 31 άτομα
(30,1%) συνταξιούχοι/ες. Το 44,7% των ατόμων δήλωσαν πως η σχέση τους με τον ασθενή είναι συζυγική
και το 32% γονεϊκή. Οι περισσότεροι από τους ασθενείς (Ν=63), δηλαδή το 61,2% υποβάλλονταν σε
ακτινοθεραπεία και 23 άτομα (22,3%) σε χημειοθεραπεία. Το 65% δήλωσε πως διαμένει στο ίδιο σπίτι με τους
ασθενείς. Όσον αφορά στη διάρκεια παροχής φροντίδας στους ασθενείς, 26 άτομα (25,2%) απάντησαν ότι
φροντίζουν τον ασθενή από 1-3 μήνες, 22 άτομα (21,4%) 4-6 μήνες, 18 άτομα (17,5%) 7-12 μήνες, 18 άτομα
(17,5%) πάνω από τρία έτη. Η μέση τιμή επιβάρυνσης στην κλίμακα ZARIT ήταν 25,0 ±13,6 (μικρή έως
μέτρια επιβάρυνση) με υψηλότερη μέση τιμή να παρατηρείται στη διάσταση της προσωπικής έντασης (ΜΤ.
9,4). Τα αποτελέσματα της κλίμακας Μ-CSI ανέδειξαν τη γενική, οικονομική και συναισθηματική ένταση των
φροντιστών. Το 37,9% των φροντιστών, σε τακτική βάση, στενοχωριόταν να βλέπει ότι το πρόσωπο που
φροντίζει έχει αλλάξει, το 22,3% βίωνε τακτικά οικονομική επιβάρυνση και το 25,2% τακτικά ένιωθε
5υπερβολικά επιβαρυμένο. Στην BAKAS (BCOS) κλίμακα, το 68% του δείγματος ανέφερε ότι βιώνει
αρνητικές αλλαγές στη ζωή του γενικά, το 47,6% στο χρόνο για κοινωνικές δραστηριότητες, το 40,8% στο
χρόνο για οικογενειακές δραστηριότητες, το 49,5% στην οικονομική του κατάσταση και το 43,7% στη
συναισθηματική του κατάσταση. Αντίθετα το 63,1% ανέφερε ότι έχει βελτιώσει τη σχέση του με τον ασθενή.
Η μέση τιμή των απαντήσεων τους στην BCOS υπολογίστηκε 61,7± 11,0, τιμή που μαρτυρά βελτίωση της
ζωής τους το διάστημα παροχής φροντίδας. Το 21,4% στην HADS παρουσίαζε κλινική κατάσταση
κατάθλιψης και το 18,5% κλινική κατάσταση άγχους. Στη γηριατρική κλίμακα VES-13 μόνο 6 από τους 25
ηλικιωμένους φροντιστές είχαν βαθμολογία >3, ενδεικτική πιθανής έκπτωσης της λειτουργικότητάς τους.
Τέλος η μεταβλητή, που σχετίζεται στατιστικά με την επιβάρυνση, την ένταση, το άγχος, την κατάθλιψη και
την ευαλωτότητα διεφάνη να είναι μόνο το φύλο του φροντιστή.
Συμπεράσματα: Στην παρούσα έρευνα οι φροντιστές φαίνονται μέτρια επιβαρυμένοι. Ειδικότερα η
επιβάρυνση εντοπίζεται στο συναισθηματικό και οικονομικό τομέα. Οι γυναίκες εμφανίζονται περισσότερο
από τους άνδρες επιβαρυμένες, με ένταση, με κλινικές εκδηλώσεις άγχους, κατάθλιψης και έκπτωση
λειτουργικότητας. Έμφαση θα μπορούσε να δοθεί στο ρόλο των γυναικών φροντιστών, των οποίων τη
φροντίδα θεωρούμε δεδομένη, με σκοπό να ενδυναμώσουμε την ψυχική τους υγεία προκειμένου να είναι πιο
αποτελεσματικές και λειτουργικές για τον εαυτό τους και τους ασθενείς.
Λέξεις κλειδιά: καρκίνος, φροντιστής, φροντίδα, επιβάρυνση, ποιότητα ζωής
|