Μελέτη των τροφικών σχέσεων στην ιχθυοκοινωνία της λίμνης Τριχωνίδας : οικολογικές και διαχειριστικές προεκτάσεις

Η παρούσα διδακτορική διατριβή εστίασε στις τροφικές σχέσεις και αλληλεπιδράσεις τριών ειδών ψαριών [αθερίνα (Atherina boyeri), τσερούκλα (Scardinius acarnanicus), νανογωβιός (Economidichthys trichonis)] που αποτελούν «είδη-κλειδιά» για το οικοσύστημα της λίμνης Τριχωνίδας, σε συνδυασμό με την ιδιαί...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Τσούνης, Λάμπρος
Άλλοι συγγραφείς: Tsounis, Lambros
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2022
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:http://hdl.handle.net/10889/15815
Περιγραφή
Περίληψη:Η παρούσα διδακτορική διατριβή εστίασε στις τροφικές σχέσεις και αλληλεπιδράσεις τριών ειδών ψαριών [αθερίνα (Atherina boyeri), τσερούκλα (Scardinius acarnanicus), νανογωβιός (Economidichthys trichonis)] που αποτελούν «είδη-κλειδιά» για το οικοσύστημα της λίμνης Τριχωνίδας, σε συνδυασμό με την ιδιαίτερη αλιευτική πρακτική που πραγματοποιείται στη λίμνη έχοντας ως στόχο την αθερίνα. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, διαπιστώθηκε ότι η παρουσία του τεχνητού φωτός κατά τη διάρκεια της νύχτας στη λίμνη Τριχωνίδα, μεταβάλλει άρδην τις διατροφικές σχέσεις των συγκεκριμένων ψαριών, δημιουργώντας ανισορροπίες που μπορεί να έχουν ανησυχητικές επιπτώσεις για τους ιχθυοπληθυσμούς της λίμνης. Στην περίπτωση της αθερίνας, παρατηρείται πως το φως επηρεάζει έντονα τη διατροφική της συμπεριφορά, καθώς έτσι καταναλώνει τύπους τροφής που σε προηγούμενες μελέτες που αφορούσαν στις διατροφικές συνήθειες του είδους (χωρίς την παρουσία αλιευτικού φωτός), εντοπίζονταν σπάνια στο στομαχικό τους περιεχόμενο. Παρότι η αθερίνα είναι αποκλειστικά ζωοπλαγκτοφάγο ψάρι στη λίμνη Τριχωνίδα, οι προνύμφες του νανογωβιού καταλαμβάνουν τη δεύτερη θέση στις διατροφικές προτιμήσεις της, αμέσως μετά τις προνύμφες του δίθυρου μαλακίου Dreissena blanci που ήταν ο κυρίαρχος τύπος τροφής. Κάθε ένα από τα μεγαλύτερα άτομα σε μέγεθος της αθερίνας, βρέθηκε πως μπορεί να καταναλώσει έως 14,5 προνύμφες νανογωβιού σε συγκεκριμένες περιόδους, ενώ η θηρευτική πίεση που ασκείται στις προνύμφες του νανογωβιού, από ένα κοπάδι αθερίνας γύρω από τα αλιευτικά φώτα ενός αλιευτικού σκάφους, μπορεί να φτάσει τις 260000 (SE=43000) άτομα ανά βραδιά τον Ιούνιο, με μια δεύτερη αύξηση να παρατηρείται κατά το μήνα Νοέμβριο (220000 ± 42000). Σε επόμενη φάση, μελετήθηκαν οι διατροφικές συνήθειες των προνυμφών του νανογωβιού που προσεγγίζουν φωτεινές πηγές, ώστε να γίνουν γνωστοί οι λόγοι για τους οποίους προσεγγίζουν τα αλιευτικά φώτα, αν και υποφέρουν από βαριά θήρευση από την αθερίνα. Μετά την ανάλυση του στομαχικού περιεχομένου 833 προνυμφών νανογωβιού, διαπιστώθηκε η κατανάλωση 10 taxa, ανάμεσα στα οποία κυριαρχούν οι βασικοί οργανισμοί του ζωοπλαγκτού της λίμνης, όπως τα κωπήποδα του είδους Eudiaptomus drieschi, με τα κλαδοκεραιωτά Diaphanosoma orghidani και τις προνύμφες του δίθυρου Dreissena blanci, αποκαλύπτοντας παρόμοιες διατροφικές συνήθειες με αυτές της αθερίνας. Επομένως, οι προνύμφες του νανογωβιού προσεγγίζουν το φως, ακολουθώντας τη μεγάλη συγκέντρωση του ζωοπλαγκτού γύρω του, και με αυτό τον τρόπο αντιμετωπίζουν έντονο διαειδικό ανταγωνισμό από την αθερίνα. Εξαιτίας του μεγαλύτερου μεγέθους της αθερίνας σε σχέση με το νανογωβιό, η πρώτη εξασκεί θήρευση στις προνύμφες του δεύτερου, γεγονός που οδηγεί σε μείωση του διαειδικού ανταγωνισμού για τη διαθέσιμη τροφή, ενώ την ίδια στιγμή καταφέρνει να τρέφεται με έναν τύπο τροφής υψηλής διατροφικής αξίας, που της παρέχει μεγάλα ποσά ενέργειας. Κατά τη διάρκεια της έρευνας πεδίου, παρατηρήθηκε ότι τα αλιευτικά φώτα δεν προσελκύουν μόνο την αθερίνα αλλά και την τσερούκλα, η οποία περικυκλώνει τα κοπάδια της αθερίνας που έχουν μαζευτεί γύρω από το φως. Αν και με βάση προηγούμενη έρευνα, η τσερούκλα θεωρούνταν είδος αποκλειστικά φυτοφάγο, η εικόνα αυτή ανατράπηκε όταν υπήρξαν πρόσφατα στοιχεία που έδειχναν ότι η τσερούκλα τρέφεται όχι μόνο με υδρόβια βλάστηση και φυτοπλαγκτό, αλλά και με μικρά ασπόνδυλα, έντομα, καθώς επίσης και με ψάρια, δείχνοντας πως το είδος είναι παμφάγο. Έτσι, η παρατήρηση των κοπαδιών τσερούκλας γύρω από αυτά τα κοπάδια της αθερίνας, κατά τη διάρκεια της αλιείας γρι-γρι με τη χρήση τεχνητού φωτός υποδηλώνει πως κατά την παρουσία του τεχνητού φωτός στη λίμνη η τσερούκλα γίνεται θηρευτής της αθερίνας. Για να επιβεβαιωθεί η συγκεκριμένη παρατήρηση, συλλέχθηκαν συνολικά 699 τσερούκλες από τρεις λίμνες της Δυτικής Ελλάδας (Τριχωνίδα, Οζερός και Αμβρακία), με απώτερο στόχο την σύγκριση των διατροφικών συνηθειών του είδους σε κάθε λίμνη. Στη λίμνη Τριχωνίδα η συλλογή των δειγμάτων πραγματοποιήθηκε με δύο τρόπους: α) με την παρουσία τεχνητού φωτός και β) χωρίς, δηλαδή με τη χρήση απλών διχτυών, ώστε να διαπιστωθεί αν η παρουσία του τεχνητού φωτός στη λίμνη επηρεάζει τις διατροφικές συνήθειες του είδους. Στη λίμνη Τριχωνίδα, στα δείγματα που συλλέχθηκαν με απλάδια δίχτυα χωρίς φως, η δίαιτα των ατόμων της τσερούκλας απαρτίζονταν κυρίως από τροφή φυτικής προέλευσης, αλλά περιελάμβανε επίσης και υπολείμματα ψαριών και ασπόνδυλα. Αντίθετα, στα δείγματα που συλλέχθηκαν με τη χρήση αλιευτικού φωτός, βρέθηκε πως τα υπολείμματα ψαριών και ιδιαίτερα η αθερίνα, αποτελούσαν τον κυρίαρχο τύπο τροφής στο στομαχικό περιεχόμενο των ατόμων, με τις υπόλοιπες κατηγορίες να έχουν πολύ μικρή συμμετοχή. Στις λίμνες Οζερός και Αμβρακία, όπου η συλλογή των δειγμάτων πραγματοποιήθηκε επίσης με απλάδια δίχτυα χωρίς φως, τα αποτελέσματα προσέγγιζαν αρκετά αυτά της Τριχωνίδας με την ίδια μεθοδολογία συλλογής. Με βάση τα παραπάνω, φαίνεται ότι το αλιευτικό φως είναι αυτό που μεταβάλλει τη δίαιτα του είδους και πιθανότατα η μεταβολή της αλιευτικής μεθόδου σε σχέση με το παρελθόν είναι ο λόγος για τον οποίο το είδος φαίνεται να μετατράπηκε από αποκλειστικά φυτοφάγο, σε θηρευτή με ιδιαίτερη προτίμηση στην αθερίνα. Ένας άλλος παράγοντας που μπορεί να επηρέασε τη μεταβολή της διατροφής της τσερούκλας, είναι και η συμπεριφορά των αλιέων, οι οποίοι, όταν μαζεύουν την ψαριά που συλλέγεται με τη μέθοδο του γρι-γρι, και κατά τη διαλογή των ψαριών, πετούν ζωντανά στη λίμνη όλα σχεδόν τα άτομα τσερούκλας που αλιεύτηκαν, λόγω της χαμηλής ζήτησης που παρουσιάζουν στην αγορά. Αυτή η συμπεριφορά, της επιστροφής της τσερούκλας ζωντανής πίσω στη λίμνη, είναι πιθανό να λειτουργεί διδακτικά για τον πληθυσμό αυτού του ψαριού, που αντιλαμβάνεται ότι μπορεί να τρέφεται ευκολότερα στην παρουσία του αλιευτικού φωτός με πολύ άφθονη τροφή όπως η αθερίνα, η οποία είναι ταυτόχρονα και τροφή υψηλής θρεπτικής αξίας, ενώ ουσιαστικά δεν κινδυνεύει από την αλιευτική διαδικασία, αφού θα επιστρέψει ζωντανή στο νερό μετά από μικρή ταλαιπωρία. Επειδή φαίνεται ότι η αδυναμία διάθεσης της τσερούκλας στην αγορά μπορεί τελικά να αποτελεί το σημαντικότερο λόγο δημιουργίας ανισορροπίας στο οικοσύστημα, διερευνήθηκαν οι λόγοι για τους οποίους οι τοπικοί πληθυσμοί γύρω από τη λίμνη δεν προμηθεύονται το ψάρι όπως ίσως γινόταν παλαιότερα. Βασιζόμενοι σε στοιχεία όπως: επίσημα δεδομένα εκφορτώσεων αθερίνας, συνεντεύξεις με ντόπιους ψαράδες και απαντήσεις σε ερωτηματολόγια που μοιράστηκαν στους κατοίκους των παραλίμνιων οικισμών της λίμνης Τριχωνίδας, μελετήθηκαν οι διατροφικές προτιμήσεις του ντόπιου πληθυσμού και η μεταβολή τους με το πέρασμα του χρόνου, που οδήγησαν τελικά στη μειωμένη ζήτηση της τσερούκλας. Από την ανάλυση των εκφορτώσεων αθερίνας κατά την τελευταία δεκαετία, παρατηρήθηκε πως οι ποσότητες που αλιεύθηκαν παρουσιάζουν μείωση με το πέρασμα των ετών. Οι συνεντεύξεις με τους ντόπιους αλιείς αποκάλυψαν ξεκάθαρα το θέμα της απόρριψης της τσερούκλας ζωντανής πισω στη λίμνη και μάλιστα σε πολύ μεγάλες ποσότητες κάθε βράδυ. Τέλος, η ανάλυση των απαντήσεων των ερωτηματολογίων, έδειξε πως ακόμα και σήμερα υπάρχει μια εξοικείωση των κατοίκων με τα ψάρια της λίμνης, και συχνή κατανάλωσή τους. Από την άλλη, φάνηκε ξεκάθαρα ότι οι παλαιότερες γενιές στις παραλίμνιες κοινότητες κατανάλωναν σε μεγαλύτερη συχνότητα τα λιμναία ψάρια, μεταξύ των οποίων και η τσερούκλα. Τα παραπάνω αποτελέσματα μας οδηγούν στο συμπέρασμα πως είναι απαραίτητη η υιοθέτηση συγκεκριμένων διαχειριστικών μέτρων σε τοπικό επίπεδο. Χαρακτηριστικά προκρίνονται λύσεις όπως: η προσαρμογή της αλιευτικής νομοθεσίας, η ίδρυση ενός αλιευτικού φορέα διαμέσου του οποίου θα εκπαιδεύονται οι αλιείς σε αειφορικές αλιευτικές πρακτικές, καθώς επίσης και η διερεύνηση τρόπων επεξεργασίας των ψαριών της λίμνης, για την παραγωγή ποιοτικών προϊόντων, υψηλής διατροφικής και εμπορικής αξίας. Αυτή η προσέγγιση, σε συνδυασμό με την προώθηση του οικοτουρισμού, του αγροτουρισμού, και του διατροφικού τουρισμού, θα δημιουργούσε ανάπτυξη, δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας και ευκαιρίες, σε μια περιοχή που συγκαταλέγεται στις πιο φτωχές της χώρας.