Περίληψη: | Οι ρινοχειρουργικές επεμβάσεις πραγματοποιούνται για τη βελτίωση της ρινικής λειτουργίας και κατ’ επέκταση της ποιότητας ζωής των ασθενών. Οποιαδήποτε όμως επέμβαση στην περιοχή μπορεί θεωρητικά να επηρεάσει την οσφρητική ικανότητα. Οι κύριοι μηχανισμοί που ενοχοποιούνται περιλαμβάνουν τον άμεσο τραυματισμό δομών του οσφρητικού συστήματος, την απόφραξη της φυσιολογικής ροής του αέρα εντός του κύτους της ρινός καθώς και την τοπική φλεγμονή ή την αναδιαμόρφωση (remodeling) που προκύπτουν μετεγχειρητικά. Η ποικιλία στη μεθοδολογία μεταξύ των μελετών, των μέτρων αξιολόγησης των συμπτωμάτων καθώς και το πλήθος των χειρουργικών τεχνικών αυξάνουν την ετερογένεια των παρουσιαζόμενων αποτελεσμάτων. Παροδική οσφρητική δυσλειτουργία εντοπίζεται στην πλειονότητα των περιστατικών μετεγχειρητικά, με τη διάρκειά της να διαφοροποιείται. Αντίθετα, τα ποσοστά μόνιμης βλάβης αναφέρονται πιο σπάνια, ανάλογα με την αρχική παθολογία και το είδος της επέμβασης (0,1- 3% σε διαφραγματορινοπλαστικές, 0- 10% σε ενδοσκοπική χειρουργική ρινός- παραρρινίων, 18- 41% σε ενδοσκοπική χειρουργική βάσης κρανίου). Τροποποιήσεις στη χειρουργική τεχνική έχουν εφαρμοστεί και στοχεύουν στην ελαχιστοποίηση του κινδύνου τραυματισμού της οσφρητικής οδού και του ρινικού βλεννογόνου. Ο χαμηλός αλλά υπαρκτός κίνδυνος μόνιμων μετεγχειρητικών οσφρητικών διαταραχών, συμπεριλαμβανομένης και της απώλειας της όσφρησης, θα πρέπει να ενσωματώνεται στη συμβουλευτική των ασθενών.
|