Περίληψη: | Ο ιππόκαμπος αποτελεί μια καλώς μελετημένη δομή του μεταιχμιακού συστήματος, η οποία διαφοροποιείται λειτουργικά κατά μήκος του ραχιαίο-κοιλιακού της άξονα. Ο ραχιαίος ιππόκαμπος συμμετέχει σε γνωστικές διεργασίες, ενώ ο κοιλιακός σε συναισθηματικές. Επιπλέον, το ενδογενές νευρωνικό δίκτυο του κοιλιακού ιππόκαμπου έχει αποδειχθεί ότι είναι περισσότερο διεγέρσιμο από αυτό του ραχιαίου. Το ενδοκανναβινοειδές σύστημα αποτελείται από τους κανναβινοειδείς υποδοχείς CB1 και CB2, τα ενδογενή κανναβινοειδή ανανδαμίδη και 2-αραχιδονυλογλυκερόλη, καθώς και ένζυμα και μεταφορείς που ρυθμίζουν τα επίπεδα των ενδογενών κανναβινοειδών. Το σύστημα αυτό κατέχει ρυθμιστικό ρόλο σε πολλαπλές νευρικές λειτουργίες, όπως ο κινητικός έλεγχος, ο πόνος, οι συμπεριφορές σίτισης, οι γνωστικές διαδικασίες και η νευρογένεση. Απορρύθμιση αυτού του συστήματος εμφανίζεται σε νευροψυχιατρικές παθήσεις, όπως η κατάθλιψη και η αγχώδης διαταραχή. Τα κανναβινοειδή δρουν κυρίως μέσω παλίνδρομης σηματοδότησης, καταστέλλοντας την προσυναπτική απελευθέρωση νευροδιαβιβαστή είτε βραχύχρονα, είτε μακρόχρονα. Έτσι, το ενδοκανναβινοειδές σύστημα είναι υπεύθυνο για ορισμένες μορφές βραχύχρονης, αλλά και μακρόχρονης πλαστικότητας σε πολλές εγκεφαλικές περιοχές, συμπεριλαμβανομένου και του ιππόκαμπου, ελαττώνοντας την απελευθέρωση GABA και γλουταμινικού οξέος από ανασταλτικές και διεγερτικές συνάψεις αντίστοιχα. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση, με τη χρήση in vitro ηλεκτροφυσιολογικών μεθόδων, της επίδρασης των κανναβινοειδών ουσιών στη νευρωνική διεγερσιμότητα και στη βραχύχρονη δυναμική της στο ραχιαίο και στον κοιλιακό ιππόκαμπο. Βάσει των αποτελεσμάτων προέκυψε το συμπέρασμα ότι η ενεργοποίηση των υποδοχέων CB1 με τη χρήση του αγωνιστή WIN-55,212-2 προκαλεί αύξηση της διεγερσιμότητας του ραχιαίου ιππόκαμπου, καθώς και διευκόλυνση της βραχύχρονης δυναμικής αυτού μέσω μείωσης της GABAεργικής συναπτικής αναστολής, ενώ δεν επηρεάζει τον κοιλιακό ιππόκαμπο.
|