Αξιολόγηση εκχυλισμάτων από τα φύλλα του γένους Salvia με φυσικά βαθέως ευτηκτικά μίγματα για την εισαγωγή τους σε καλλυντικά προϊόντα

Η παρούσα μελέτη πραγματοποιήθηκε με σκοπό να μελετηθεί η χρήση φυσικών βαθέως ευτηκτικών μιγμάτων ή Natural Deep Eutectic Solvents (NADES) ως μία νέα μέθοδος πράσινης εκχύλισης φυσικών συστατικών και η μορφοποίηση των εκχυλισμάτων αυτών σε καλλυντικά προϊόντα. Συγκεκριμένα, μελετήθηκαν τα εκχυλίσμα...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Γαλάνη, Βασιλική
Άλλοι συγγραφείς: Galani, Vasiliki
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2022
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:http://hdl.handle.net/10889/16606
Περιγραφή
Περίληψη:Η παρούσα μελέτη πραγματοποιήθηκε με σκοπό να μελετηθεί η χρήση φυσικών βαθέως ευτηκτικών μιγμάτων ή Natural Deep Eutectic Solvents (NADES) ως μία νέα μέθοδος πράσινης εκχύλισης φυσικών συστατικών και η μορφοποίηση των εκχυλισμάτων αυτών σε καλλυντικά προϊόντα. Συγκεκριμένα, μελετήθηκαν τα εκχυλίσματα των φύλλων δύο αυτοφυών πληθυσμών του είδους Salvia, του Salvia pomifera L. subsp calycina από την Πάρνηθα στην Αττική και του Salvia fruticosa Mill. από τη Ροδινή Αχαϊας. Ως διαλύτες χρησιμοποιήθηκαν πέντε ευτηκτικά μίγματα που παρασκευάστηκαν από φυσικά προϊόντα. Τα συστατικά από τα οποία παρασκευάστηκαν ήταν η γλυκερόλη, η γλυκόζη, η βεταϊνη, το κιτρικό οξύ, η σουκρόζη και η ουρία. Εκτός των πέντε εκχυλισμάτων ευτηκτικών μιγμάτων, παρασκευάστηκαν υδατικά και αιθανολικά (70%) εκχυλίσματα που λειτούργησαν ως μάρτυρες. Τα προαναφερθέντα δείγματα μελετήθηκαν ως προς την περιεκτικότητά τους σε ολικά φαινολικά (μέθοδος Folin-Ciocalteu) και ως προς την περιεκτικότητά τους σε αντιοξειδωτικές ενώσεις (μέθοδοι FRAP και DPPH). Το ευτηκτικό μίγμα που φτιάχτηκε με βεταϊνη, γλυκερόλη και γλυκόζη σε αναλογία mol 4:20:1 παρουσίασε την υψηλότερη εκχυλισιμότητα φαινολικών ενώσεων και τα εκχυλίσματα του παρουσίασαν αντίστοιχα την υψηλότερη αντιοξειδωτική ικανότητα, και για το λόγο αυτό του μελετήθηκαν περαιτέρω με υγρή χρωματογραφία συζευγμένη με φασματομετρία μάζας (UPLC-ESI/MS). Για αυτό το μέρος της μελέτης χρησιμοποιήθηκαν ως μάρτυρες αποκλειστικά τα αιθανολικά εκχυλίσματα τα οποία παρουσίασαν υψηλή περιεκτικότητα ολικών φαινολικών και αντιοξειδωτικών σε σχέση με τα υδατικά. Στα τέσσερα εκχυλίσματα έγινε ποιοτικός προσδιορισμός των ενώσεων που περιείχαν. Τα εκχυλίσματα των δύο διαλυτών συγκρίθηκαν και για τα δύο φυτικά είδη. Τα εκχυλίσματα παρουσίασαν διαφορές στο πλήθος των ενώσεων που ταυτοποιήθηκαν. Τέλος, το εκχύλισμα του είδους S. pomifera σε BGG4 επιλέχθηκε για την εισαγωγή του σε καλλυντικό προϊόν. Παρασκευάσθηκε αντισηπτικό με περιεκτικότητα εκχυλίσματος 1% και αντισηπτικό-μάρτυρας το οποίο δεν περιλάμβανε εκχύλισμα φασκόμηλου. Στα δύο προϊόντα πραγματοποιήθηκε μελέτη σταθερότητας με μέτρηση των τιμών ιξώδους και pH κατά διαστήματα και για συνολική διάρκεια δύο μηνών, μέσω των οποίων διαπιστώθηκε η απουσία σταθερότητας του προϊόντος.