Περίληψη: | Η ενδομυελική ήλωση αποτελεί πλέον μια κοινώς αποδεκτή και καταξιωμένη μέθοδο, στην αντιμετώπιση καταγμάτων διάφυσης μακρών οστών (και όχι μόνο). Μετά από μισό και πλέον αιώνα εφαρμογής της, έχει αποκτηθεί σημαντική εμπειρία και για πολλούς Ορθοπαιδικούς χειρουργούς αποτελεί μέθοδο εκλογής στην καθημερινή χειρουργική πρακτική. Πολλές πτυχές της μεθόδου έχουν αποτελέσει αντικείμενο διεξοδικής μελέτης αλλά το ζήτημα της περιφερικής ασφάλισης των ενδομυελικών ήλων, εξακολουθεί να προκαλεί ίσως το μεγαλύτερο προβληματισμό για τον χειρουργό.
Η «δια χειρός» (free-hand) αναζήτηση των οπών περιφερικής ασφάλισης του ήλου είναι μια διαδικασία χρονοβόρα, συχνά τραυματική και κυρίως επιβαρυντική με ακτινοβολία Χ λόγω χρήσης ακτινοσκοπικού μηχανήματος διεγχειρητικά, ακόμη και για έμπειρους χειρουργούς.
Τα μηχανικά σκόπευτρα (στις διάφορες παραλλαγές που μέχρι τώρα έχουν χρησιμοποιηθεί) μπορούν να βοηθήσουν. Η συχνά αναπόφευκτη όμως παραμόρφωση του ήλου κατά την εισαγωγή του στον αυλό, καθιστά προβληματική τη λειτουργικότητα και μειώνει σημαντικά την αποτελεσματικότητα τους. Αυτό σε συνδυασμό με το συχνά περίπλοκο εξοπλισμό αλλά και την απαιτούμενη εκμάθηση της τεχνικής, αποθαρρύνουν σε πολλές περιπτώσεις το Χειρουργό, που καταφεύγει τελικά εκ νέου στη free-hand τεχνική.
Η εκτεταμένη πλέον χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών και στη χειρουργική, έχει βρει πεδίο εφαρμογής και στο θέμα αυτό. Πολύπλοκα λογισμικά με αντίστοιχο εξοπλισμό και μεθοδολογία, φιλοδοξούν να κατευθύνουν με ακρίβεια το χέρι του Χειρουργού στις οπές ασφάλισης του ήλου. Μέχρι σήμερα τέτοια συστήματα αποτελούν «σενάριο απ’ το μέλλον» για το μέσο Ορθοπαιδικό Χειρουργό (και ειδικότερα για τα δεδομένα του Ελληνικού χώρου). Οι υψηλές απαιτήσεις τους σε τεχνογνωσία και εξοπλισμό σε συνδυασμό με το σημαντικό κόστος τους, είναι λόγοι για τους οποίους δεν μπορούν να θεωρηθούν ρεαλιστική λύση επί του παρόντος.
Το σύστημα περιφερικής σκόπευσης του ήλου S2 ανήκει στην κατηγορία των μηχανικών σκοπεύτρων. Χωρίς να διαφέρει σημαντικά στις απαιτήσεις του ως προς την εκμάθηση της συναρμολόγησης και χρήσης του από τον Χειρουργό (και το βοηθητικό προσωπικό του χειρουργείου) σε σχέση με άλλα μηχανικά σκόπευτρα, παρουσιάζει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό. Η προσαρμοστικότητα του μηχανισμού σκόπευσης παρέχει τη δυνατότητα απόσβεσης της γεωμετρικής παραμόρφωσης (προσθιοπίσθιας, πλαγιοπλάγιας και στροφικής) του ήλου μετά την εισαγωγή του, εντός φυσικά ορισμένων ορίων με αξιόλογο όμως εύρος.
Η παρούσα διατριβή παρουσιάζει τα μετρήσιμα ευρήματα από μια σειρά 190 περιστατικών, στα οποία εφαρμόστηκε κλινικά για πρώτη φόρα ο ήλος S2 σε κατάγματα μηριαίου και κνήμης, καθώς επίσης και συγκριτική μελέτη αποτελεσματικότητας του σκοπεύτρου του ήλου S2 και της «δια χειρός» περιφερικής σκόπευσης για την ασφάλιση του ήλου G-K. Το ενδιαφέρον εστιάστηκε στην ευστοχία του σκοπεύτρου, στην ταχύτητα εφαρμογής της μεθόδου και ιδιαίτερα στην μείωση της χρήσης ακτινοσκοπικών λήψεων. Τα ευρήματα αυτά σε σύγκριση με αντίστοιχα άλλων μεθόδων, όπως προκύπτει από τα έως τώρα βιβλιογραφικά δεδομένα, καθιστούν τον ήλο S2 και το σύστημα σκόπευσης του, μια ιδιαίτερα αποτελεσματική και κυρίως ελάχιστα επιβαρυντική ως προς την ακτινοβολία (για ασθενή, Χειρουργό και βοηθητικό προσωπικό) μέθοδο.
|