Κοινωνική επιχειρηματικότητα και Κοιν.Σ.ΕπΈνταξης - Ελληνικά Παραδείγματα

Η εκμετάλλευση που συνήθως επιτάσσουν τα καπιταλιστικά πρότυπα πλέον βρίσκουν στον αντίποδα τις κοινωνικές επιχειρήσεις, οι οποίες στέκονται αρωγοί στην επίλυση κοινωνικών προβλημάτων τα οποία ο ελλειμματικός χαρακτήρας του κράτους αδυνατεί να φροντίσει. Σκοπός είναι να διευθετηθούν και εν δυνάμει...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Κουτσοσπύρου, Κασσιανή
Άλλοι συγγραφείς: Αλεξοπούλου, Μαρία
Μορφή: Πτυχιακή Εργασία
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: ΤΕΙ Δυτικής Ελλάδας 2017
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://nemertes.library.upatras.gr/handle/10889/17729
Περιγραφή
Περίληψη:Η εκμετάλλευση που συνήθως επιτάσσουν τα καπιταλιστικά πρότυπα πλέον βρίσκουν στον αντίποδα τις κοινωνικές επιχειρήσεις, οι οποίες στέκονται αρωγοί στην επίλυση κοινωνικών προβλημάτων τα οποία ο ελλειμματικός χαρακτήρας του κράτους αδυνατεί να φροντίσει. Σκοπός είναι να διευθετηθούν και εν δυνάμει να επιλυθούν ανάγκες, όπως η κοινωνική ένταξη και επαγγελματική ενσωμάτωση, η παροχή προϊόντων και υπηρεσιών καθώς και η φροντίδα του περιβάλλοντος. Οι Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις χωρίζονται σε τρείς μεγάλες κατηγορίες. Την πρώτη κατηγορία αποτελεί η «κοιν.σ.επ ένταξης», η οποία αποσκοπεί στην ένταξη ατόμων στην οικονομική και κοινωνική ζωή, τα οποία ανήκουν στις ευάλωτες ομάδες πληθυσμού όπως είναι: άτομα με αναπηρία, εξαρτημένα ή εξαρτημένα από ουσίες άτομα, οροθετικοί, φυλακισμένοι ή αποφυλακισμένοι, ανήλικοι παραβάτες, άνεργοι αλλά και οικονομικοί μετανάστες. Η δεύτερη κατηγορία ονομάζεται «κοιν.σ.επ κοινωνικής φροντίδας», και εστιάζει στην παραγωγή και παροχή προϊόντων και υπηρεσιών κοινωνικού – προνοιακού χαρακτήρα σε ομάδες πληθυσμού όπως σε: ηλικιωμένους, βρέφη, παιδιά, άτομα με αναπηρίες και χρόνιες παθήσεις. Τέλος, την τρίτη κατηγορία συνιστά η «κοιν.σ.επ κοινωνικού και παραγωγικού σκοπού», η οποία αφορά την παραγωγή προϊόντων και παροχή υπηρεσιών σε τομείς όπως: ο πολιτισμός, το περιβάλλον, η οικολογία, η εκπαίδευση, τα τοπικά προϊόντα, αλλά και τη διατήρηση παραδοσιακών δραστηριοτήτων και επαγγελμάτων. Ιδιαίτερη έμφαση είναι αναγκαίο να δοθεί στην πρώτη κατηγορία, την «κοιν.σ.επ ένταξης», καθώς τα κενά του κράτους στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν προκύπτουν ως αιτιολόγηση στο υπάρχον πρόβλημα, όπως συμβαίνει στις άλλες δύο κατηγορίες. Η αιτιολογία της έλλειψης πόρων για τη διαδικασία ένταξης, η οποία είναι στην πράξη ανύπαρκτη, φαντάζει περισσότερο σαν πρόφαση για να καλυφθεί μία ενδεχομένως εσκεμμένη περιθωριοποίηση των ομάδων αυτών. Αναφορικά, πρακτικές ένταξης ατόμων και ευάλωτων ομάδων πληθυσμού, στην κοινωνικοοικονομική και επαγγελματική ζωή ξένων χωρών, εφαρμόζονται χρόνια τώρα, αλλάζοντας όχι μόνο ζωές αλλά και τις συνειδήσεις των πολιτών. Στην Ελλάδα, αν και καθυστερημένα συγκριτικά με το μέγεθος της αναγκαιότητας, τα τελευταία χρόνια τέτοιες κοινωνικές ενέργειες κερδίζουν καθημερινά έδαφος, ενισχύοντας το ρόλο του κοινωνικού επιχειρηματία, ο οποίος έγκειται στην πρωτοτυπία εύρεσης βιώσιμων λύσεων σε προβλήματα που φαντάζουν αδιέξοδα.