Η μελέτη της γλοιότητας του πλάσματος σε γυναίκες με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS) και η συσχέτιση της με τις ορμονικές και μεταβολικές παραμέτρους

Το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS) είναι ίσως η συχνότερη διαταραχή των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας. Οι κύριες κλινικές εκδηλώσεις του συνδρόμου είναι η υπερανδρογοναιμία και η χρόνια ανωοθυλακιορρηξία, ενώ σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με την παχυσαρκία και την αντίσταση στην ινσουλίνη. Η...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Βερβίτα, Βασιλική
Άλλοι συγγραφείς: Δεκαβάλας, Γεώργιος
Μορφή: Thesis
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2009
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://hdl.handle.net/10889/2017
Περιγραφή
Περίληψη:Το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS) είναι ίσως η συχνότερη διαταραχή των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας. Οι κύριες κλινικές εκδηλώσεις του συνδρόμου είναι η υπερανδρογοναιμία και η χρόνια ανωοθυλακιορρηξία, ενώ σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με την παχυσαρκία και την αντίσταση στην ινσουλίνη. Η αντίσταση στην ινσουλίνη έχει ένα σημαντικό ρόλο τόσο ως αίτιο όσο και ως αποτέλεσμα του συνδρόμου. Στις γυναίκες τόσο η υπερινσουλιναιμία όσο και η υπερανδρογοναιμία σχετίζεται με αυξημένο καρδιοαγγειακό κίνδυνο. Το PCOS σχετίζεται με αυξημένο καρδιοαγγειακό κίνδυνο, ενώ τόσο η αλλαγή τρόπου ζωής και η φαρμακολογική παρέμβαση έχει δειχθεί ότι βελτιώνει την υπερανδρογοναιμία και την υπογονιμότητα και ελαττώνει τον καρδιοαγγειακό κίνδυνο. Μαζί με τους κλασικούς καρδιοαγγειακούς παράγοντες κινδύνου, αιμοδυναμικές και αιματολογικές μεταβλητές παίζουν σημαντικό ρόλο στην παθογένεση της αθηρωσκλήρυνσης. Η γλοιότητα του πλάσματος είναι σημαντική αιματολογική μεταβλητή και εξαρτάται απο μακρομόρια όπως το ινωδογόνο, οι ανοσοσφαιρίνες και οι λιποπρωτεϊνες. Ο σκοπός της παρούσης μελέτης ήταν να ερευνήσει τις μεταβολές της γλοιότητας του πλάσματος σε γυναίκες με PCOS και την συσχέτιση τους με την υπερανδρογοναιμία, την παχυσαρκία και την αντίσταση στην ινσουλίνη. Η μελέτη συμπεριέλαβε 96 ασθενείς με PCOS και 72 γυναίκες με φυσιολογική έμμηνο ρύση ως ομάδα ελέγχου. Η γλοιότητα πλάσματος ήταν 1.243±0.670 mm2/s στην ομάδα ελέγχου (n=72), και 1.250±0.079 στιν γυναίκες με PCOS (n=96) (p=0.524). Η γλοιότητα του πλάσματος εμφάνισε σημαντική συσχέτιση με BMI (b=0.315, p=0.013), Ολικές Πρωτείνες (b=0.348, p=0.005), AUCIns (b=0.320, p=0.011). Στις γυναίκες με PCOS με αντίσταση στην ινσουλίνη (PCOS-IR) η γλοιότητα του πλάσματος ήταν 1.300 ± 0.055 mm2/s, ενώ στις γυναίκες με PCOS χωρίς αντίσταση στην ινσουλίνη (PCOS-ΝIR) η γλοιότητα του πλάσματος ήταν 1.231± 0.49 mm2/s (p=0.004). Στη συνέχεια χωρίσαμε όλες τις γυναίκες με PCOS σε 2 υποομάδες: αυτές με BMI<25 και αυτές με BMI>25. Η γλοιότητα πλάσματος ήταν 1.235±0.786mm2/s στις γυναίκες με PCOS και BMI<25, και 1.273±0.756mm2/s στις γυναίκες με PCOS και BMI>25 (p=0.024). Σε νέες γυναίκες με PCOS η αύξηση της γλοιότητας του πλάσματος συσχετίσθηκε με την παχυσαρκία και την αντίσταση στην ινσουλίνη. Συμπερασματικά στις νέες γυναίκες με PCOS η γλοιότητα του πλάσματος επιδεινώθηκε από την αντίσταση στην ινσουλίνη. Καθώς η αυξημένη γλοιότητα του πλάσματος είναι ένας πρώιμος παράγοντας κινδύνου για καρδιοαγγειακή νόσο, ο κλινικός χειρισμός των νέων υπέρβαρων γυναικών με PCOS θα πρέπει πάντα να περιλαμβάνει μία μείωση του σωματικού τους βάρους και τη λελογισμένη και με προσοχή χρήση των αντισυλληπτικών δισκίων ως θεραπευτική προσέγγιση.