Κατανόηση της μεταφορικής χρήσης της γλώσσας σε παιδιά με διαταραχή αυτιστικού φάσματος υψηλής λειτουργικότητας και σε παιδιά τυπικής ανάπτυξης

Η καθημερινότητα του ανθρώπου περιλαμβάνει την επικοινωνία με άλλους. Η επικοινωνία αυτή περιλαμβάνει την αλληλεπίδραση με τους άλλους προκειμένου να επιτύχει ο καθένας έναν ιδιαίτερο σκοπό καθώς και από την ετυμολογία: επι+ κοινωνώ προκύπτει η εξής σημασία: ανταλλαγή απόψεων, συναισθημάτων, ιδεών,...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριοι συγγραφείς: Ζαφειριάδη, Μαρία- Αναστασία, Σονικιάν, Μαρία
Άλλοι συγγραφείς: Ζαροκανέλλου, Βασιλική
Μορφή: Πτυχιακή Εργασία
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: ΤΕΙ Δυτικής Ελλάδας 2017
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://nemertes.library.upatras.gr/handle/10889/20646
Περιγραφή
Περίληψη:Η καθημερινότητα του ανθρώπου περιλαμβάνει την επικοινωνία με άλλους. Η επικοινωνία αυτή περιλαμβάνει την αλληλεπίδραση με τους άλλους προκειμένου να επιτύχει ο καθένας έναν ιδιαίτερο σκοπό καθώς και από την ετυμολογία: επι+ κοινωνώ προκύπτει η εξής σημασία: ανταλλαγή απόψεων, συναισθημάτων, ιδεών, σκέψεων μεταξύ δύο ή περισσότερων προσώπων ή η ανταλλαγή σημάτων μεταξύ δύο ή περισσότερων συστημάτων. Στην πλειοψηφία τους οι άνθρωποι χρησιμοποιούν την γλώσσα γραπτή και προφορική για να επικοινωνήσουν. Τα μηνύματα που μπορούν να μεταφέρουν με την γλώσσα μπορούν να χαρακτηριστούν ως κυριολεκτικά ή μεταφορικά. Στην παρούσα εργασία μας ενδιαφέρει κυρίως η μεταφορική γλώσσα και συγκεκριμένα οι εξής τομείς της: γλωσσικές αναλογίες, μεταφορές, παρομοιώσεις και ιδιωματικές φράσεις. Η πραγματολογία καθώς και η σημασιολογία επηρεάζουν την κατανόηση και την παραγωγή της μεταφορικής χρήσης του λόγου. Η κατανόηση του μεταφορικού λόγου δυσκολεύει τα άτομα που βρίσκονται στη Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος (Δ.Α.Φ). Πιο συγκεκριμένα, η έρευνα αυτή εξετάζει την κατανόηση των παραπάνω τομέων από μια ομάδα ατόμων που δυσκολεύεται στην επικοινωνία: τα παιδιά με Δ.Α.Φ υψηλής λειτουργικότητας. Γίνεται, λοιπόν, η σύγκριση ανάμεσα σε αυτά τα παιδιά ηλικίας 8-10 ετών και σε συνομήλικα παιδιά τυπικής ανάπτυξης, ενώ χρησιμοποιείται ως ομάδα ελέγχου για τον παιδιατρικό πληθυσμό, μια ομάδα ενηλίκων, ηλικίας 22-30 ετών. Η μελέτη αυτή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τα παιδιά με ΔΑΦ υψηλής εμφανίζουν ελλείμματα στην κατανόηση των τομέων του μεταφορικού λόγου, και συγκεκριμένα στις μεταφορές-παρομοιώσεις και παροιμιώδεις φράσεις-παροιμίες. Ωστόσο στις γλωσσικές αναλογίες, δεν παρουσιάστηκε στατιστικώς σημαντική διαφορά ανάμεσα στην ομάδα ΔΑΦ και στα παιδιά τυπικής ανάπτυξης. Ακόμη, τα αποτελέσματα της έρευνας αποδεικνύουν ότι η κατανόηση του μεταφορικού λόγου δεν κατακτιέται εξ ολοκλήρου στη σχολική ηλικία, καθώς η ομάδα των παιδιών τυπικής ανάπτυξης έχει στατιστικά σημαντικές διαφορές στην κατανόηση της μεταφορικής χρήσης του λόγου σε όλες τις δοκιμασίες του πρωτοκόλλου της έρευνας σε σχέση με τους ενήλικες. Συμπερασματικά, αυτή η μελέτη αποτελεί μια πρώτη προσπάθεια κατανόησης των πραγματολογικών ελλειμμάτων που παρουσιάζουν τα παιδιά με ΔΑΦ υψηλής λειτουργικότητας σχολικής ηλικίας στην μεταφορική χρήση του λόγου.