Περίληψη: | Σκοπός της παρούσας ερευνητικής εργασίας είναι να μελετηθεί η επίδραση της Νοηματικής Γλώσσας, πάνω στον τρόπο γραφής των ενήλικων κωφών και βαρήκοων της Ελληνικής κοινότητας, ως απόδειξη του συσχετισμού μεταξύ της σκέψης και της γλώσσας. Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 20 ενήλικες κωφοί και βαρήκοοι, άντρες και γυναίκες, οι οποίοι επιλέχθηκαν τυχαία. Αφού συμπλήρωσαν το κοινωνικό και ιατρικό τους ιστορικό σε φόρμα που δημιουργήθηκε μέσω του GoogleDrive, στην συνέχεια έδωσαν την απάντησή τους γραπτώς, στο θέμα «Ποια είναι η αντιμετώπιση των κωφών/βαρήκοων από τους ακούοντες σήμερα; Πιστεύετε πως σας αντιμετωπίζουν ως ίσους και γιατί;». Οι απαντήσεις που δόθηκαν αναλύθηκαν ποιοτικά, ώστε να εντοπιστούν τα λάθη των κωφών και βαρήκοων στο γραπτό λόγο. Η ανάλυση του λόγου έγινε στον τομέα της σύνταξης, γραμματικής, μορφολογίας και πραγματολογίας.
Τα αποτελέσματα του λόγου τους είχαν τα εξής χαρακτηριστικά: Λιτότητα στον λόγο. Δεν υπήρχε κατάλληλη έναρξη στο θέμα, αρχή, μέση και τέλος. Οι απόψεις εκφράστηκαν με συγκεχυμένο τρόπο, χωρίς να υπάρχει μια λογική συνέχεια και χωρίς επαρκή τεκμηρίωση. Χρησιμοποιούν μικρές προτάσεις, με απλή δομή και χωρίς πολυπλοκότητα. Επιπλέον κάνουν υπερβολική χρήση Κύριων προτάσεων και λιγότερη χρήση Δευτερευουσών προτάσεων, ενώ παραλείπουν την χρήση των διαρθρωτικών λέξεων, με αποτέλεσμα ο λόγος να φαίνεται αδόμητος. Όσων αφορά του χρόνους των ρημάτων, φάνηκε πως κάνουν χρήση μόνο των χρόνων που υπάρχουν και στην Ελληνική Νοηματική Γλώσσα. Ακόμα, παρατηρήθηκαν λάθη στα πρόσωπα των ρημάτων, υπερβολική χρήση του οριστικού άρθρου και σπανιότερη χρήση του αόριστου άρθρου, λάθη στις πτώσεις, παράλειψη του συμπλεκτικού συνδέσμου «και» ενώ εμφανίστηκαν και «μητρικές εκφράσεις της Ελληνικής Νοηματικής Γλώσσας». Τα παραπάνω ευρήματα, συμφωνούν με παλαιότερες έρευνες και υποστηρίζουν την άποψη ότι η νοηματική σκέψη των υποκειμένων που μελετήθηκαν επηρεάζει τον τρόπο γραφής τους
|