Περίληψη: | Ο όρος σχιζοφρένεια χρησιμοποιείται στην Ιατρική επιστήμη για να περιγράψει μια νόσο του εγκεφάλου άκρως πολύπλοκη και δυσνόητη. Πρόκειται δηλαδή, για μια κατάσταση, η οποία είναι χρόνια και αναπηρική, και έχει αποδειχθεί από τις πιο σοβαρές ψυχιατρικές διαταραχές. Τα αίτια της νόσου δεν έχουν εντοπιστεί πλήρως, ωστόσο, φαίνεται να είναι κυρίως βιολογικής, ψυχολογικής και κοινωνικής φύσεως. Η κυρίως έρευνα που διεξάγεται για την σχιζοφρένεια επικεντρώνεται κυρίως στους βιολογικούς/γενετικούς παράγοντες. Επειδή λοιπόν είναι μια σύνθετη και ευρεία διαταραχή υπάρχουν λίγες γενικεύσεις που μπορούν να γίνουν για όσους πάσχουν από αυτή.
Η σχιζοφρένεια ανήκει στις ψυχικές διαταραχές και το κύριο χαρακτηριστικό της είναι ότι αυτός που πάσχει από αυτή χάνει την επαφή με τη πραγματικότητα ή αδυνατεί να ξεχωρίσει το πραγματικό από τις ψευδαισθήσεις. Η νόσος προκαλεί την εσφαλμένη αντίληψη των ερεθισμάτων του περιβάλλοντος και ασκεί μεγάλη επιρροή στις σκέψεις του ίδιου του πάσχοντος, με αποτέλεσμα τα συμπεράσματά του για την εξωτερική πραγματικότητα και για τους άλλους ανθρώπους να είναι λανθασμένα. Η σχιζοφρένεια θεωρείται στις μέρες μας ως ένα από τα σοβαρότερα ψυχικά νοσήματα.
Ο όρος «σχιζοφρένεια» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στις αρχές του 20ου αιώνα, εντούτοις, η διαταραχή είναι γνωστή από την αρχαιότητα σε όλους τους τύπους της κοινωνίας. Στις δυτικές κοινωνίες η «τρέλα» δεν θεωρούταν ιατρικό πρόβλημα μέχρι τις απαρχές του 19ου αιώνα. Ύστερα, δημιουργήθηκε ένα αίσθημα «προστασίας», «φροντίδας» γι αυτούς που έπασχαν από αυτή, και έτσι δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για την παροχή σ' αυτούς, πιο επιστημονικής- ιατρικής φροντίδας. Κάτω από τις νέες επικρατούσες συνθήκες, οι ψυχικά ασθενείς ελευθερώθηκαν από τα δεσμά και αφέθηκαν από τις φυλακές όπου κρατούνταν, ενώ ταυτόχρονα τους παρεσχέθη πιο ειδική- επιστημονική φροντίδα.
Αργότερα, αναγνωρίστηκαν πολλές ακόμα κατηγορίες ψυχικών διαταραχών. Τον 20ο αιώνα η σχιζοφρένεια διαχωρίστηκε από την μανιοκαταθλιπτική διαταραχή και διακρίθηκε σε διάφορες υποκατηγορίες. Το 1911, ο Ελβετός ψυχίατρος Eugen Bleuler χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τον όρο «η ομάδα των σχιζοφρενειών». Δημιουργήθηκαν πολλές αντικρουόμενες απόψεις και διαφωνίες ανάμεσα στους επιστήμονες, για να προσδιορίσουνε το ποιες ακριβώς καταστάσεις πρέπει να περιλαμβάνει αυτή η ομάδα των διαταραχών. Την εποχή εκείνη ο όρος καθιερώθηκε και έκτοτε χρησιμοποιείται ως σήμερα.
Τα συμπτώματα της σχιζοφρένειας διακρίνονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες, τα θετικά και τα αρνητικά συμπτώματα. Τα άτομα που πάσχουν από τη συγκεκριμένη διαταραχή εκδηλώνουν έντονη εσωστρέφεια και γενική αποδιοργάνωση του «Εγώ». Κύριο γνώρισμα της νόσου είναι η ολοφάνερη έκπτωση γνωστικών και νευροψυχολογικών λειτουργιών, όπως η μνήμη, η προσοχή, το συναίσθημα. Είναι συνηθισμένο τα άτομα με σχιζοφρένεια να έχουν ακουστικές και οπτικές παραισθήσεις, παρανοϊκές ψευδαισθήσεις και αποδιοργανωμένη ομιλία, σκέψη και αντίληψη γεγονός που τους προκαλεί σοβαρά προβλήματα στην κοινωνική τους αλληλεπίδραση.
Όταν ένα άτομο εμφανίζει σοβαρά ψυχωτικά συμπτώματα τότε εκτιμάται ότι ο ασθενής πάσχει από οξεία σχιζοφρένεια. Ο όρος «Ψυχωτικός» χρησιμοποιείται για το άτομο που έχει χάσει την επαφή του με την πραγματικότητα, ή γι αυτό που δεν δύναται να ξεχωρίσει τις πραγματικές από τις μη πραγματικές εμπειρίες του. Υπάρχουν διάφοροι τύποι σχιζοφρένειας όπως ο αποδιοργανωμένος, κατατονικός, αδιαφοροποίητος, υπολειμματικός, απλός κ ά.
Η διάγνωση της σχιζοφρένειας στηρίζεται στην παρατηρούμενη συμπεριφορά του ασθενούς και τις αναφερθείσες εμπειρίες του. Υπάρχουν άνθρωποι που εμφανίζουν μόνο μια φορά ένα ψυχωτικό επεισόδιο, ενώ άλλοι εμφανίζουν πάρα πολλά. Παρόλα αυτά, οι άνθρωποι αυτοί καταφέρνουν να ζουν σε ένα σχετικά καλό επίπεδο κατά τα μεσοδιαστήματα. Άλλα άτομα με χρόνια (συνεχή ή υποτροπιάζουσα) σχιζοφρένεια μπορεί να μην επανέλθουν ποτέ πλήρως και γι αυτό απαιτείται μακροχρόνια θεραπεία, βασισμένη κυρίως σε αντιψυχωτικά φάρμακα, για τον έλεγχο των συμπτωμάτων τους. Δυστυχώς, υπάρχει κάποιο ποσοστό ασθενών με χρόνια σχιζοφρένεια, οι οποίοι είναι δυνατόν να μην μπορέσουν ξανά να ζήσουν χωρίς την βοήθεια ή την φροντίδα άλλων ανθρώπων.
Η βασική θεραπεία της σχιζοφρένιας είναι τα αντιψυχωτικά φάρμακα, όμως συχνά δρα πολύ θετικά και η ψυχολογική και κοινωνική υποστήριξη. Υπάρχουν πολλές κοινοτικές υπηρεσίες υποστήριξης που ασχολούνται με ασθενείς που πάσχουν από κάποια ψυχική διαταραχή και τους βοηθούν πολύ ψυχολογικά και πνευματικά. Και η ίδια η οικογένεια παίζει ουσιαστικό ρόλο για την γαλήνη και την ψυχική αρμονία του ασθενή, ύστερα από σωστή καθοδήγηση και εκπαίδευση.
Τέλος, οι στόχοι και οι σκοποί της ψυχιατρικής κοινοτικής νοσηλευτικής είναι η προαγωγή της ψυχικής υγείας, η πρόληψη και η νοσηλευτική φροντίδα του αρρώστου. Για αυτό το λόγο υπάρχουν οι Μονάδες Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης, τα Κέντρα ημέρας, οι Ξενώνες, τα Οικοτροφεία κ ά.. Αυτοί οι στόχοι επιτυγχάνονται με κάποιες τεχνικές όπως είναι η εκπαιδευτική/διδακτική. Η σχιζοφρένεια στις μέρες μας, σε αρκετές περιπτώσεις, θεωρείται ελέγξιμη διαταραχή και μέσω της κατάλληλης θεραπείας τα άτομα που πάσχουν έχουν πιθανόν την δυνατότητα να επανενταχθούν στο κοινωνικό σύνολο.
|