Περίληψη: | Ο αιφνίδιος θάνατος από καρδιακή ανακοπή αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα τα οποία στη σύγχρονη εποχή απασχολούν την κοινωνία μας. Στην ΕΕ η καρδιακή αυτή πάθηση επιφέρει το 40% των θανάτων σε ανθρώπους οι οποίοι ανήκουν στην ηλικιακή ομάδα κάτω των 75 χρόνων ζωής. Η άμεση εφαρμογή της βασικής καρδιοπνευμονικής αναζωογόνησης αποτελεί καθοριστική δράση με στόχο τη βελτίωση της επιβίωσης εντός είτε ακόμα και εκτός νοσοκομείου.
Καθοριστικό ρόλο σε όλα αυτά παίζουν οι οδηγίες εφαρμογής των τακτικών αυτών στις ομάδες αναζωογόνησης και ταχείας ανταπόκρισης, οι οποίες εξελίσσονται συνεχώς σύμφωνα με καινούρια επιστημονικά στοιχεία που προκύπτουν ανά πενταετία και απλοποιούνται με στόχο να είναι ευρέως εφαρμόσιμες. Οι κυριότεροι σκοποί των εν λόγω οδηγιών είναι η αφιέρωση περισσότερου χρόνου στην κυκλοφορία και την προσφορά οξυγόνου στην καρδιά και τον εγκέφαλο του πάσχοντα με στόχο την όσο καλύτερη εφικτή επιβίωση και νευρολογική έκβαση.
Καθοριστικό ρόλο σε όλα αυτά παίζουν και οι νοσηλευτές. Λόγω του ότι είναι χρήσιμο η διαδικασία αυτή να ξεκινάει όσο το δυνατόν πιο άμεσα μετά την ανακοπή, γίνεται εύκολα αντιληπτό πως όλοι οι επαγγελματίες υγείας, οι οποίοι έχουν άμεση σχέση και επαφή με τους πάσχοντες, θα πρέπει να έχουν καταρτιστεί στις συγκεκριμένες τακτικές και να παρακολουθούν συχνά επαναληπτικά εκπαιδευτικά σεμινάρια, προκειμένου να διατηρούν τις ικανότητές τους σε υψηλό επίπεδο και να ενημερώνονται για πιθανές τροποποιήσεις.
Παρά το γεγονός αυτό, όμως, έρευνες στη σύγχρονη εποχή έχουν δείξει πως υφίσταται μια ελλιπής γνώση του ανθρώπινου δυναμικού υγείας σε ό,τι έχει να κάνει με την αντιμετώπιση αυτών των συνθηκών διαμέσου της τακτικής αυτής. Παράλληλα εντοπίζεται σημαντική αδυναμία των αντίστοιχων φορέων, να κατορθώσουν να οργανώσουν κατάλληλα προγράμματα κατάρτισης για το ανθρώπινο δυναμικό τους, ως επί το πλείστον εξαιτίας κόστους και ανοδικής τάσης του φόρτου εργασίας του νοσηλευτικού προσωπικού, με έκδηλες συνέπειες στην εξέλιξη της υγείας των συγκεκριμένων πασχόντων.
|