Η αποτελεσματικότητα ενός προγράμματος εξειδικευμένων ασκήσεων κινητικού ελέγχου στην πρόσθια προβολή κεφαλής, την κινητικότητα και τη λειτουργικότητα του αυχένα: τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη μελέτη

Σκοπός: Να διερευνηθεί η αποτελεσματικότητα ενός προοδευτικού προγράμματος κινητικού ελέγχου των εν τω βάθει μυών του αυχένα και των σταθεροποιών μυών της ωμοπλάτης στην πρόσθια προβολή, τον πόνο, την λειτουργικότητα και το εύρος κίνησης (ROM) του αυχένα σε ασθενείς με πρόσθια προβολή κεφαλής και αυ...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριοι συγγραφείς: Τσούρη, Λαμπρινή, Καλίτσης, Νικόλαος
Άλλοι συγγραφείς: Μπίλλη, Ευδοκία
Μορφή: Πτυχιακή Εργασία
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: ΤΕΙ ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 2018
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://nemertes.library.upatras.gr/handle/10889/22030
Περιγραφή
Περίληψη:Σκοπός: Να διερευνηθεί η αποτελεσματικότητα ενός προοδευτικού προγράμματος κινητικού ελέγχου των εν τω βάθει μυών του αυχένα και των σταθεροποιών μυών της ωμοπλάτης στην πρόσθια προβολή, τον πόνο, την λειτουργικότητα και το εύρος κίνησης (ROM) του αυχένα σε ασθενείς με πρόσθια προβολή κεφαλής και αυχεναλγία. Μέθοδος:Συμμετείχαν 51 εθελοντές φοιτητές και προσωπικό του πανεπιστημίου με κύριο κριτήριο την ύπαρξη πρόσθιας προβολής ( κρανιοσπονδυλική γωνία μικρότερη των 55° στην καθιστή θέση με βάση των Yip et al 2008) και αυτο-αναφερόμενη αυχεναλγία. Οι ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν σε μία από τις δύο ομάδες παρέμβασης: του κινητικού ελέγχου και της γενικής ενδυνάμωσης (ομάδα ελέγχου).Η ομάδα κινητικού ελέγχου περιείχε ασκήσεις ενεργοποίησης και αντοχής των εν τω βάθει καμπτήρων και εκτεινόντων, ιδιοδεκτικές και κιναισθητικές ασκήσεις με χρήση εξοπλισμού laser point. Η ομάδα ελέγχου περιείχε γενικές ασκήσεις ενδυνάμωσης του αυχένα και του άνω άκρου. Η διάρκεια των θεραπειών ήταν περίπου 30΄, με συχνότητα 3 φορές/εβδομάδα για 8 εβδομάδες. Κύριο μέτρο έκβασης ήταν η κρανιοσπονδυλική γωνία για την μέτρηση της πρόσθιας προβολής, η οποία μετρήθηκε σε 4 τυποποιημένες θέσεις: χαλαρή καθιστή και όρθια και ευθυτενής (διορθωμένη) καθιστή και όρθια. Δευτερεύοντα μέσα έκβασης ήταν το εύρος τροχιάς του αυχένα (μετρήθηκε με bubble incline meter), ο Δείκτης Ανικανότητας του Αυχένα (NDI) και η κλίμακα μέτρησης του πόνου Numeric Pain Rating Scale (NPRS), η αντοχή των εν τω βάθει καμπτήρων μυών του αυχένα (χρησιμοποιήθηκε η συσκευή pressure biofeedback (stabilizer) και πέντε δοκιμασίες αξιολόγησης κινητικού ελέγχου κατά των Patroncini et al 2014. Όλοι οι εθελοντές αξιολογήθηκαν κατά την έναρξη και το τέλος της παρέμβασης. Τα αποτελέσματα αναλυθήκαν με τη χρήση προγράμματος ANOVA. Αποτελέσματα: Πενηνταένα συμμετέχοντες με ΠΠΚ χωρίστηκαν τυχαία στην ομάδα κινητικού ελέγχου (n=26, 18 γυναίκες, μέση ηλικία 20,35±1,2 έτη) και στην ομάδα ειδικής ενδυνάμωσης (ομάδα ελέγχου) (n=25, 14 γυναίκες, μέση ηλικία 20,84±1,8 έτη). Η intra- και inter- tester αξιοπιστία για όλες τις κλινικές μετρήσεις ήταν ικανοποιητική (ICCs και Kappas κυμαίνονταν από 0.996 με 0.500). Από την έναρξη του προγράμματος υπήρχε βελτίωση και στις δύο ομάδες στην ΚΣΓ στην όρθια και καθιστή θέση (χαλαρή και ευθυτενή), στο NDI και στην VAS best, VAS average (p<0.05), VAS worst, με την ομάδα του κινητικού ελέγχου να εμφανίζει καλύτερα αποτελέσματα σε όλες τις μεταβλητές. Δεν υπήρχε σημαντική αύξηση στο ROM σε όλες τις κινήσεις και βελτίωση στην ανοχή του πόνου στα trigger points. Ένω υπήρχε βελτίωση στην κιναισθητική ανττίληψη και στον κινητικό έλεγχο και στις δύο ομάδες με την ομάδα του κινητικού ελέγχου να εμφανίζει καλύτερα αποτελέσματα. Συμπεράσματα: Αυτά τα αποτελέσματα παρέχουν ενθαρρυντικά στοιχεία σχετικά με τα αποτελέσματα ενός προοδευτικού προγράμματος ασκήσεων κινητικού ελέγχου σε άτομα με αυτοαναφερόμενη αυχεναλγία και ΠΠΚ. Τέτοιου τύπου πρόγραμμα άσκησης φαίνεται να οφελεί την στάση του αυχένα, τον πόνο, την ανικανότητα και την γενική λειτουργικότητα νέων ατόμων με ΠΠΚ.