Περίληψη: | Το εργασιακό περιβάλλον διαδραματίζει συνήθως ιδιαίτερο ρόλο στον βίο του ανθρώπου, τόσο ως προς τη σωματική όσο ως προς την ψυχική του υγεία, καθώς η κοινωνική δομή που τον περιβάλλει, ιδίως στα κράτη της Δύσης, έχει οικοδόμηθει στη βάση της αμειβόμενης εργασίας. Έπειτα, η ποιότητα του εργασιακού περιβάλλοντος επιδρά καθοριστικά στο καθορισμό του κοινωνικού ρόλου του ανθρώπου και στην αυτοεκτίμησή της. Ως εκ τούτου, η σημασία του εργασιακού περιβάλλοντος υπερβαίνει πολλάκις τη σημασία των άλλων δραστηριοτήτων που ο άνθρωπος πραγματοποιεί κατά τη συνολική διάρκεια της ζωής του.
H αλληλεπίδραση του ατόμου με το εργασιακό του περιβάλλον, η οποία εκδηλώνεται με φυσιολογικές και ψυχολογικές αντιδράσεις σηματοδοτεί τη σχέση του ψυχοκοινωνικού περιβάλλοντος τον χώρο εργασίας του εργαζομένου με την υγεία του τελευταίου. Ο τρόπος με τον οποίον αντιδρά και αποκρίνεται το εκάστοτε άτομο στα ερεθίσματα του περιβάλλοντος καθορίζεται όχι μόνον σε γενετικό επίπεδο, αλλά και στο επίπεδο των προηγούμενων εμπειριών κατά την παιδική, εφηβική και ενήλικη ζωή του, ενώ ο τρόπος απόκρισης του ατόμου μεταβάλλεται διαρκώς μετά από την απόκτηση νέων εμπειριών. Επομένως, η δυναμική αλληλεπίδραση μεταξύ του εργασιακού περιβάλλοντος και του ατόμου, όπου εδράζεται η ατομική προσαρμογή, καθορίζεται τόσο από γενετικούς όσο και από περιβαλλοντικούς παράγοντες. Η ευημερία στον εργασιακό χώρο συνιστά ένα ιδιαίτερα ευρύ πεδίο διερεύνησης που επιχειρούν να προσεγγίσουν ποικίλες διεπιστημονικές έρευνες. Τα μοντέλα που έχουν προταθεί κατά καιρούς για την ανάλυση της ευημερίας στον εργασιακό χώρο έχουν επικεντρωθεί σε δύο πτυχές της ευημερίας:
1. Στην ψυχολογική – συναισθηματική πτυχή της ευημερίας, η οποία αφορά
αποκλειστικώς τη συναισθηματική κατάσταση των εργαζομένων κατά τη διάρκεια της εργασίας τους στον εκάστοτε χώρο εργασίας.
2. Στα μη συναισθηματικά χαρακτηριστικά, ήτοι τις επιδιώξεις των εργαζομένων και τα αποτελέσματα.
Τα μοντέλα που έχουν προταθεί πάνω στη διπλή αυτή θεώρηση είναι εκείνα της Ryff και του Warr.
|