Μελέτη των μεταβολικών επιδράσεων της χορήγησης θεραπευτικών δόσεων βιταμίνης D σε ασθενείς με νοσογόνο παχυσαρκία που υποβάλλονται σε χειρουργείο χολοπαγκρεατικής εκτροπής

Ο στόχος της μελέτης είναι να διερευνήσει την επίδραση της επαρκούς συμπλήρωσης βιταμίνης D, ώστε να αποφευχθεί η ανάπτυξη δευτεροπαθούς υπερπαραθυρεοειδισμού, στην οστική πυκνότητα (BMD) μετά από ένα δυσαπορροφητικό βαριατρικό χειρουργείο τη χολοπαγκρεατική εκτροπή με μακριές έλικες (LL-BPD). Είνα...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Βολονάκης, Σωτήριος
Άλλοι συγγραφείς: Volonakis, Sotirios
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2022
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://hdl.handle.net/10889/23773
Περιγραφή
Περίληψη:Ο στόχος της μελέτης είναι να διερευνήσει την επίδραση της επαρκούς συμπλήρωσης βιταμίνης D, ώστε να αποφευχθεί η ανάπτυξη δευτεροπαθούς υπερπαραθυρεοειδισμού, στην οστική πυκνότητα (BMD) μετά από ένα δυσαπορροφητικό βαριατρικό χειρουργείο τη χολοπαγκρεατική εκτροπή με μακριές έλικες (LL-BPD). Είναι γνωστό ότι η μεγάλη απώλεια βάρους μετά από βαριατρική χειρουργική επέμβαση σχετίζεται με σημαντική μείωση της BMD, που έχει αποδοθεί στην απώλεια βάρους και σε διατροφικές ανεπάρκειες ιχνοστοιχείων και βιταμίνης D με αποτέλεσμα δευτερογενή υπερπαραθυρεοειδισμό. Στην μελέτη συμπεριελήφθησαν δύο ομάδες, 35 και 37 υγειών παχύσαρκων γυναικών (ΔΜΣ, 50,4 ± 6,6 και 46,5±4,8 g/cm2), προεμμηνοπαυσιακών, με φυσιολογική έμμηνο ρύση που υποβλήθηκαν σε LL-BPD. Και οι δύο ομάδες έλαβαν δίαιτες υψηλού ασβεστίου, 600 IU βιταμίνης D και 1000 mg ασβεστίου καθημερινά, ενώ η ομάδα Β έλαβε μια επιπλέον δόση βιταμίνης D (10.000 IU/ημέρα) κατά τον πρώτο μετεγχειρητικό μήνα, ακολουθούμενη από προσαρμογή της δόσης για να διατηρεί συγκέντρωση 25OHD υψηλότερη από 30 μg/L. Η BMD (aBMD) μετρήθηκε στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης πριν και 1 έτος μετά το χειρουργείο. Στην ομάδα παρέμβασης μετρήθηκε και στο ισχίο. Ένα χρόνο μετά το χειρουργείο, ο ΔΜΣ μειώθηκε κατά περίπου 19 kg / m2 και στις δύο ομάδες, ενώ τα επίπεδα 25-ΟΗ-βιταμίνης D δεν άλλαξαν στην ομάδα Α (18,7 ± 9,1 έως 20,2 ±13,0 μg/L, (p = 0,57)) και αυξήθηκαν σημαντικά στην ομάδα Β (15,58 ± 5,73 έως 52,97 ± 15,46 μg/L, (p = <0,001). Τα επίπεδα PTH αυξήθηκαν στην ομάδα Α (από 38,5 ± 12,2 σε 51,2 ± 32,8 pg / ml) (p = 0,047) και μειώθηκαν στην ομάδα Β (από 51,61 ± 18,7 σε 45,1 ± 17,8 pg / ml) (p = 0,042). Η aBMD στην οσφυϊκή μοίρα μειώθηκε παρόμοια και στις δύο ομάδες, 7,9% στην ομάδα Α και 7% στην ομάδα Β (p = 0,311, για τη σύγκριση μεταξύ ομάδων) από 1,198 ± 0,14 σε 1,103 ± 0,15 g / cm2 στην ομάδα Α (p<0,001) και από 1,157±0,14 σε 1,076 ± 0,14 g / cm2 στην ομάδα Β (p<0,001). Το Z-score μειώθηκε από 0,93±0,97 σε 0,19±1,02, (p<0,001) και από 1,15±1,29 σε 0,419±1,28, (p<0,001), αντίστοιχα. Στην ομάδα Β η μείωση της aBMD στο ισχίο ήταν 14,6%, από 1.16 + 0.13g / cm2 προεγχειρητικά σε 0.99 + 0.11g / cm2 μετεγχειρητικά (p = <0,0001). Συμπερασματικά ένα έτος μετά από το δυσαπορροφητικό χειρουργείο LL-BPD η μείωση της οστικής μάζας ήταν παρόμοια και στις δυο ομάδες, ανεξάρτητα από την επαρκή ή όχι αναπλήρωση της βιταμίνης D και την αποτροπή της εμφάνισης ή όχι δευτερογενούς υπερπαραθυρεοειδισμού. Συμπεραίνουμε ότι η κύρια αιτία απώλειας οστικής μάζας είναι η μεγάλη απώλεια βάρους και η συνεπακόλουθη μειωμένη φόρτιση των οστών μετεγχειρητικά, όπως συνηγορεί και η μεγαλύτερη μείωση στο ισχίο που δέχεται μεγαλύτερες φορτίσεις.