Περίληψη: | Τα τελευταία χρόνια, τα ποσοστά επιπολασμού της Διαταραχής Αυτιστικού Φάσματος
(ΔΑΦ) ολοένα και αυξάνονται. Βασικός σκοπός της παρούσας έρευνας, είναι να
εντοπίσουμε το ποσοστό των γονέων οι οποίοι αντιλήφθηκαν μόνοι τους τις αποκλίσεις
των παιδιών τους, από τα τυπικά αναπτυξιακά ορόσημα, το είδος των αποκλίσεων
καθώς και πότε και με ποιόν τρόπο τα εντόπισαν, πριν από την παρέμβαση των
επαγγελματιών υγείας και τη διάγνωση. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με τη βοήθεια
ηλεκτρονικού ερωτηματολογίου που δημιουργήθηκε από τις φοιτήτριες και στη
συνέχεια κοινοποιήθηκε σε ομάδες σχετικές με τον αυτισμό στα μέσα κοινωνικής
δικτύωσης. Το ερωτηματολόγιο απευθυνόταν σε γονείς/ φροντιστές παιδιών με τη
διαταραχή, ανεξαρτήτου ηλικίας, εθνικότητας και φύλου. Οι συμμετέχοντες στην
έρευνα ήταν 102 εκ των οποίων οι 87 ήταν μητέρες παιδιών. Έπειτα από ανάλυση των
αποτελεσμάτων την έρευνας, διαπιστώθηκε ότι κατά κύριο λόγο οι γονείς και στη
συνέχεια οι παιδαγωγοί, ήταν αυτοί που παρατήρησαν πρώτοι ανησυχητικά σημάδια
τα οποία χρήζουν περεταίρω αξιολόγησης από ειδικούς. Ακόμη, η έρευνα έδειξε ότι το
μεγαλύτερο ποσοστό των γονέων-φροντιστών, παρόλο που εντόπισε αρκετά σημάδια
σε αρκετούς τομείς της ομιλίας και του λόγου και της κοινωνικότητας του παιδιού, δεν
γνώρισαν καθόλου για τη διαταραχή ή γνώριζαν λίγο. Από τα δεδομένα της έρευνας
προκύπτει επίσης ότι, η πλειονότητα των παιδιών που διαγνώσθηκε με τη διαταραχή,
δέχεται υπηρεσίες Λογοθεραπείας και μάλιστα από πρώιμη ηλικία. Παρόλο που
μεγάλο ποσοστό των γονέων μόλις παρατηρήσουν κάποια απόκλιση του παιδιού τους
από τα τυπικά αναπτυξιακά ορόσημα αναζητούν βοήθεια από κάποιον ειδικό, τα
ποσοστά ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των γονέων, τόσο στην Ελλάδα όσο και
στην υπόλοιπη Ευρώπη δεν είναι ικανοποιητικά. Συνεπώς, προκύπτει αδήριτη ανάγκη
γνώσης των γονέων για τα τυπικά στάδια ανάπτυξης του παιδιού καθώς και της
μεγάλης σημασίας της πρώιμης παρέμβασης.
|