Περίληψη: | Οι μυωξοί έχουν μελετηθεί εκτενώς σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης, ωστόσο οι γνώσεις μας για την Ελλάδα παραμένουν λιγοστές. Για παράδειγμα, είναι ελάχιστες οι διαθέσιμες πληροφορίες για την κατανομή και την οικολογία των ειδών Dryomys nitedula, Glis glis και Muscardinus avellanarius σε περιοχές που υπάγονται στη δικαιοδοσία της Μονάδας Διαχείρισης του Εθνικού Πάρκου Χελμού – Βουραϊκού και Προστατευόμενων Περιοχών της Βόρειας Πελοποννήσου. Η εργασία αυτή παρουσιάζει τα αποτελέσματα έρευνας που υλοποιήθηκε για την παρουσία και την οικολογία των τριών αυτών ειδών η οποία διεξήχθη κατά κύριο λόγο κατά το καλοκαίρι του 2022 σε οκτώ περιοχές Natura 2000 της Μονάδας Διαχείρισης. Τοποθετήθηκαν από δεκαπέντε τούνελ ιχνών (λαμαρίνες καλυμμένες με καπνιά) σε δώδεκα τοποθεσίες, που αντιπροσωπεύουν τους πέντε δυνητικά καταλληλότερους τύπους οικοτόπων (91M0, 9260, 934A, 92A0, 92C0) για μυωξούς. Τα τούνελ ιχνών συλλέχθηκαν μετά από 1,5 – 2 μήνες και εξετάστηκαν για ίχνη. Καταγράφηκαν διάφορες παράμετροι, όπως οι συντεταγμένες, το ύψος και το είδος των δέντρων για κάθε τούνελ ιχνών, και χρησιμοποιήθηκε το λογισμικό MaxEnt για να μοντελοποιηθεί η προτίμηση
ενδιαιτήματος των ειδών μυωξών για τα οποία συλλέχθηκαν επαρκή δεδομένα, χρησιμοποιώντας τοπογραφικές (υψόμετρο, κλίση) και οικολογικές (πυκνότητα δασών, ύψος και τύπος) πληροφορίες, οι οποίες εξάχθηκαν από πανευρωπαϊκά διαθέσιμα υπόβαθρα GIS. Παρά τον ασυνήθιστα βροχερό καιρό που επηρέασε τα δεδομένα που ανακτήθηκαν, το D. nitedula, ανιχνεύτηκε σχεδόν σε όλες τις θέσεις που ερευνήθηκαν και είναι πολύ πιο συνηθισμένο από ό,τι ήταν αρχικά αναμενόμενο, ακολουθούμενο από το G. glis. Αντιθέτως, η παρουσία του M. avellanarius δεν επιβεβαιώθηκε. Το D. nitedula φάνηκε να προτιμά δάση με βελανιδιές ή καστανιές, υψόμετρα μεταξύ 500 και 800 μέτρων και μικρές έως μέτριες κλίσεις εδάφους, ενώ το G. glis προτιμά δάση καστανιάς ή συστάδες πλατάνων ενδιάμεσης παραγωγικότητας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της επιτυχίας της εργασίας αποτελεί η για πρώτη φορά καταγραφή του D. nitedula στο σπήλαιο Καστριών (GR2320009). Τα ευρήματα αυτά αποτελούν μέρος μιας συνεχιζόμενης έρευνας, που χρηματοδοτείται από τον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής, στο πλαίσιο του έργου «Υποδομές Μεταφορών, Περιβάλλον & Αειφόρος Ανάπτυξη Ο.Π. 2014-2020», MIS
5033267.
|