Περίληψη: | Το θέμα της συγκεκριμένης εργασίας είναι ο τρόπος με τον οποίο το άρθρο 12 της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα των παιδιών, επηρεάζει τις διαδικασίες της υιοθεσίας και αναδοχής και ως εκ τούτου, ο βαθμός στον οποίο «ακούγεται» η φωνή των παιδιών σε αυτές. Κατόπιν, εξετάζεται ένα εξίσου σημαντικό θέμα, αυτό των πληθυσμιακών ομάδων των παιδιών, στα οποία δε δίνονται ίσες ευκαιρίες από τους υποψήφιους γονείς έτσι ώστε να αποϊδρυματοποιηθούν και να τοποθετηθούν σε κάποια θετή ή ανάδοχη οικογένεια.
Σκοπός της έρευνας είναι να εξετάσει αν τελικά λαμβάνονται υπόψη οι προσωπικές επιθυμίες των ανηλίκων στις διαδικασίες της οικογενειακής αποκατάστασης, σε τι βαθμό πραγματοποιείται αυτό, ποιες ομάδες παιδιών συμπεριλαμβάνονται λιγότερο στην υιοθεσία και την αναδοχή και ποιες είναι οι αιτίες που οδηγούν σε αυτό τον περιορισμό.
Στο Μέρος Α’ στόχος είναι η βιβλιογραφική ανασκόπηση του θέματος της εργασίας, στην οποία αναλύονται οι έννοιες της παιδικής προστασίας, της ιδρυματικής φροντίδας, η νομοθεσία που τα πλαισιώνει, οι θεσμοί της οικογενειακής αποκατάστασης, η Σύμβαση που προστατεύει τα δικαιώματα των παιδιών, καθώς και οι ιδιαιτερότητες της νοητικής υστέρησης.
Το Μέρος Β’ αποτελεί την έρευνα της παρούσας εργασίας, η οποία απαρτίζεται από δύο κεφάλαια και τέσσερις επιμέρους άξονες. Η μελέτη διεξήχθη με ποιοτική έρευνα και η συλλογή δεδομένων πραγματοποιήθηκε με την μέθοδο των ημιδομημένων συνεντεύξεων σε επαγγελματίες κοινωνικούς λειτουργούς, που εργάζονται στο πεδίο της παιδικής προστασίας. Έτσι, δημιουργήθηκε ένας οδηγός ημιδομημένης συνέντευξης ως ερευνητικό εργαλείο με σκόπιμη δειγματοληψία. Τέλος, η ανάλυση των ερευνητικών δεδομένων επιτεύχθηκε με την μέθοδο της ανάλυσης περιεχομένου.
Τα ερευνητικά αποτελέσματα της μελέτης δείχνουν ότι πράγματι η φωνή του παιδιού «ακούγεται» στις διαδικασίες αναδοχής και υιοθεσίας, ενώ αντίθετα κατά τη διάρκεια της ιδρυματικής φροντίδας του παιδιού, δεν λαμβάνεται υπόψη η επιθυμία του. Επίσης, από τις αφηγήσεις των συμμετεχόντων εξήχθη το συμπέρασμα ότι οι υποψήφιοι γονείς θα επιλέξουν με μεγαλύτερη δυσκολία τα παιδιά με αναπηρίες και τα παιδιά άνω των 8 ετών. Οι λόγοι εντοπίζονται στην απουσία κουλτούρας της ελληνικής κοινωνίας και στην ελλιπή ενημέρωση του γενικού πληθυσμού. Επιπλέον, γνωστοποιήθηκε ότι το ποσοστό των παιδιών με νοητική υστέρηση είναι αυξημένο στις δημόσιες μονάδες κλειστής φροντίδας, καθώς οι ιδιωτικές δομές τα δέχονται με δυσκολία. Τέλος, από τα αποτελέσματα φάνηκε ότι τα παιδιά με νοητική υστέρηση, όταν έχουν την ευκαιρία να ενταχθούν σε ένα οικογενειακό πλαίσιο, σημειώνουν μεγάλη πρόοδο σε όλους τους τομείς της ανάπτυξης τους.
|