Επίδραση της μεθόδου σύνθεσης στα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά καταλυτών Ni/CeGdOx

Η ενεργειακή κρίση αποτελεί ένα από τα μείζονα προβλήματα της σημερινής εποχής. Ο κόσμος βρίσκεται αντιμέτωπος με τον κίνδυνο της εξάντλησης των αποθεμάτων ενέργειας από ορυκτές πηγές. Η στροφή στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θεωρείται επιτακτική ανάγκη. Είναι λοιπόν σημαντικό να ληφθούν υπ΄ όψη νέ...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Στέφα, Ευφροσύνη
Άλλοι συγγραφείς: Stefa, Effrosini
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2023
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://hdl.handle.net/10889/24846
id nemertes-10889-24846
record_format dspace
institution UPatras
collection Nemertes
language Greek
topic Μέθοδος Pechini
Ξηρή Αναμόρφωση Μεθανίου
CeO2
μεικτά οξείδια CeGdOx
καταλύτες Ni/CeGdOx
φυσικοχημικά χαρακτηριστικά
ανθρακούχες αποθέσεις
Pechini Method
Methane Dry Reforming (DRM)
CeO2
mixed oxides CeGdOx
catalysts Ni/CeGdOx
physicochemical characteristics
carbonaceous deposits
spellingShingle Μέθοδος Pechini
Ξηρή Αναμόρφωση Μεθανίου
CeO2
μεικτά οξείδια CeGdOx
καταλύτες Ni/CeGdOx
φυσικοχημικά χαρακτηριστικά
ανθρακούχες αποθέσεις
Pechini Method
Methane Dry Reforming (DRM)
CeO2
mixed oxides CeGdOx
catalysts Ni/CeGdOx
physicochemical characteristics
carbonaceous deposits
Στέφα, Ευφροσύνη
Επίδραση της μεθόδου σύνθεσης στα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά καταλυτών Ni/CeGdOx
description Η ενεργειακή κρίση αποτελεί ένα από τα μείζονα προβλήματα της σημερινής εποχής. Ο κόσμος βρίσκεται αντιμέτωπος με τον κίνδυνο της εξάντλησης των αποθεμάτων ενέργειας από ορυκτές πηγές. Η στροφή στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θεωρείται επιτακτική ανάγκη. Είναι λοιπόν σημαντικό να ληφθούν υπ΄ όψη νέες οικονομικές και τεχνολογικές προσεγγίσεις. Το βιοαέριο, αποτελούμενο κυρίως από μεθάνιο και διοξείδιο του άνθρακα, είναι προϊόν της αναερόβιας χώνευσης της υπολειμματικής βιομάζας. Θεωρείται μια ανανεώσιμη πηγή άνθρακα, με υψηλές δυνατότητες να συμβάλει τόσο στην αντιμετώπιση των ενεργειακών αναγκών, όσο και ως πρώτη ύλη για σύνθεση χημικών. Όσον αφορά στην τελευταία περίπτωση, ο καταλληλότερος δρόμος είναι μέσω της διεργασίας της αναμόρφωσης του μεθανίου με το διοξείδιο του άνθρακα (ξηρής αναμόρφωσης του μεθανίου, dry reforming of methane, DRM), καθώς αξιοποιεί και τα δύο θερμοκηπικά αέρια. Η διεργασία DRM γίνεται παρουσία καταλυτών μετάλλων μετάπτωσης. Οι στηριζόμενοι καταλύτες με βάση το νικέλιο θεωρούνται πολλά υποσχόμενοι καθώς είναι δραστικοί και σχετικά οικονομικοί. Ο χρησιμοποιούμενος φορέας πρέπει να προσφέρει θερμική και μηχανική αντοχή και καλή διασπορά στη στηριζόμενη φάση. Επιπλέον, στην περίπτωση της DRM, φαίνεται να συμμετέχει στην προσρόφηση και ενεργοποίηση του διοξειδίου του άνθρακα. Στη συγκεκριμένη διπλωματική εργασία παρασκευάσθηκαν οξείδια CeO2, μεικτά οξείδια CeGdOx και καταλύτες Ni/CeGdOx με διαφορετικές διαδικασίες. Μελετήθηκαν ως προς τις φυσικοχημικές ιδιότητές τους. Συγκεκριμένα, τα υλικά χαρακτηρίστηκαν ως προς την υφή (μέθοδοι B.E.T και B.J.H), τη δομή (XRD) και την αναγωγιμότητά τους (TPR). Οι καταλύτες Ni/CeGdOx αξιολογήθηκαν και ως προς την καταλυτική τους συμπεριφορά στην DRM και την αντίσταση στην απόθεση άνθρακα (XRD, TPO), προκειμένου να προσδιοριστεί η επίδραση της μεθόδου σύνθεσης. Η σύνθεση του καθαρού οξειδίου CeO2 πραγματοποιήθηκε με δύο διαφορετικές μεθόδους. Ακολουθήθηκαν δύο παραλλαγές της μεθόδου Pechini, με βάση τη σχετική βιβλιογραφία, προκειμένου να επιλεγεί εκείνη με την οποία επιτυγχάνονται βέλτιστες φυσικοχημικές ιδιότητες. Από τα αποτελέσματα του χαρακτηρισμού, φαίνεται ότι οι δύο παραλλαγές της μεθόδου Pechini δίνουν παρόμοια αποτελέσματα, με μικρές διαφοροποιήσεις στην υφή του και στην κρυσταλλικότητα του CeO2. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν όλα τα χαρακτηριστικά των υλικών CeO2, επιλέχθηκε η μέθοδος για τη σύνθεση των μικτών οξειδίων CeO2-Gd2O3. Ο ατομικός λόγος Gd:Ce είναι πάντα 1:9. Η σύνθεση επαναλήφθηκε πέντε φορές και τα αποτελέσματα δείχνουν πολύ καλή επαναληψιμότητα. Ο φυσικοχημικός χαρακτηρισμός έδειξε ότι η προσθήκη γαδολινίου αυξάνει σημαντικά την ειδική επιφάνεια και το πορώδες σε σύγκριση με εκείνη του απλού οξειδίου του δημητρίου. Το γαδολίνιο ενσωματώνεται στην κρυσταλλική φάση του οξειδίου του δημητρίου (κυβική εδροκεντρωμένη, δομή φθορίτη), μειώνοντας το μέγεθος των κρυσταλλιτών. Τα μεικτά οξείδια Ce0.9Gd0.1O1.95 έχουν μικρή αναγωγιμότητα. Κατά την αναγωγή συμβαίνει σημαντική πυροσυσσωμάτωση των οξειδίων, η οποία είναι εμφανής στις ιδιότητες υφής και την κρυσταλλικότητα. Πιο συγκεκριμένα παρατηρείται μείωση της ειδικής επιφάνειας και του πορώδους και αύξηση του μεγέθους των πόρων. Οι κρυσταλλικές φάσεις διατηρούνται αλλά αυξάνεται το μέγεθος των κρυσταλλιτών. Η σύνθεση των καταλυτών NiO/Ce0.9Gd0.1O1.95 (Ni/GDC) έγινε με παραλλαγές της ίδιας μεθόδου, σε ένα βήμα (όλα τα συστατικά προστίθενται από υδατικά διαλύματα των νιτρικών τους αλάτων) ή σε δυο βήματα (το Ce0.9Gd0.1O1.95 προστίθεται ως στερεό στο διάλυμα του νικελίου). Στην τελευταία περίπτωση χρησιμοποιήθηκε το οξείδιο που παρασκευάστηκε στο εργαστήριο ή το εμπορικό. Η σύσταση των καταλυτών είναι σε όλους 65 % κ.β. NiΟ και 35 % κ.β. Ce0.9Gd0.1O1.95. Η πύρωση στους 500 °C. Τα αποτελέσματα προσρόφησης–εκρόφησης αζώτου σε θερμοκρασία υγρού αζώτου (μέθοδοι Β.Ε.Τ. και Β.J.Η.) έδειξαν ότι η μέθοδος σύνθεσης έχει σημαντική επίδραση στην υφή των οξειδικών καταλυτών (μετά την πύρωση). Τα καλύτερα χαρακτηριστικά παρουσιάζει ο καταλύτης ο οποίος έχει παρασκευασθεί σε ένα βήμα από τα υδατικά διαλύματα όλων των κατιόντων. H μελέτη των καταλυτών Ni/GDC με περίθλαση ακτίνων Χ έδειξε την ύπαρξη δύο φάσεων στους πυρωμένους καταλύτες, την κυβική εδροκεντρωμένη δομή της δημήτριας και την κυβική δομή του οξειδίου του νικελίου. Σε καμία περίπτωση δεν ανιχνεύεται φάση του γαδολινίου καθώς φαίνεται να ενσωματώνεται στην κρυσταλλική φάση του οξειδίου του δημητρίου. Σε κάποιους καταλύτες ανιχνεύεται μεταλλικό νικέλιο. Το μέγεθος των κρυσταλλιτών του CeO2 και του NiO υπολογίστηκε με τη μέθοδο Scherrer. Τα μικρότερα μεγέθη κρυσταλλιτών και για τις δύο φάσεις, με σημαντική διαφορά, βρέθηκαν στον καταλύτη ο οποίος έχει παρασκευασθεί σε ένα βήμα από τα υδατικά διαλύματα όλων των κατιόντων. Η αναγωγιμότητα των καταλυτών μελετήθηκε με θερμοπρογραμματισμένη αναγωγή με υδρογόνο (Η2-TPR). Στα διαγράμματα Η2-TPR παρατηρούνται διαφορές, ένδειξη διαφορετικού βαθμού αλληλεπιδράσεων μεταξύ των οξειδικών φάσεων του νικελίου και του GDC. Μεγαλύτερη αναγωγιμότητα και σε μεγαλύτερο εύρος θερμοκρασιών παρουσιάζει ο καταλύτης ο οποίος έχει παρασκευασθεί σε ένα βήμα. Όπως είναι αναμενόμενο, η αναγωγιμότητα των καταλυτών Ni/GDC είναι σημαντικά μεγαλύτερη από εκείνη των μεικτών οξειδίων Ce0.9Gd0.1O1.95. Φαίνεται ότι, κατά την αναγωγή και ανεξάρτητα από τη μέθοδο σύνθεσης, οι καταλύτες υφίστανται σημαντική πυροσυσσωμάτωση, με αποτέλεσμα να μην παρατηρούνται σημαντικές διαφορές στις ιδιότητες υφής στους ανηγμένους καταλύτες. Μετά την αναγωγή, οι ανιχνεύσιμες κρυσταλλικές φάσεις είναι κυβική δημήτρια και μεταλλικό νικέλιο. Οι κρυσταλλίτες του τελευταίου υπολογίζονται μεταξύ 80-96 nm, με εξαίρεση τους καταλύτες όπου στο διάλυμα του νικελίου προστέθηκαν ιόντα γαδολινίου και δημητρίου. Το μέγεθος των κρυσταλλιτών Ni είναι σε αυτή την περίπτωση περίπου 41-48 nm. Η δραστικότητα και σταθερότητα των καταλυτών Ni/GDC μελετήθηκε στην αντίδραση DRM, σε πίεση 1 atm, θερμοκρασία 700 °C, μείγμα τροφοδοσίας 50 % CH4 – 50% CO2 και GHSV = 30000 mL/(h.gcat ). Οι καταλύτες Ni/GDC Χ έχουν παρόμοια δραστικότητα στην μετατροπή του μεθανίου και αρκετά χαμηλότερη από εκείνη που επιδεικνύουν οι πιο συμβατικοί καταλύτες Ni/Al2O3. Ιδιαίτερα χαμηλός είναι και ο μοριακός λόγος Η2/CO, ένδειξη ότι η αντίστροφη αντίδραση μετατόπισης ευνοείται ιδιαίτερα σε αυτούς τους καταλύτες. Καλύτερη συμπεριφορά έχουν οι καταλύτες κατά την σύνθεση των οποίων στο διάλυμα του νικελίου προστέθηκαν και ιόντα γαδολινίου και δημητρίου. Η ανάλυση με περίθλαση ακτίνων Χ των καταλυτών μετά την αντίδραση αποκάλυψε ότι κατά τη διάρκεια των καταλυτικών δοκιμών, οι κρυσταλλίτες του μεταλλικού νικελίου θραύονται, πιθανά κατά τη διαδικασία σχηματισμού γραφιτικού άνθρακα. Δεν ανιχνεύονται άλλες φάσεις εκτός από το CeO2, το μεταλλικό Ni και γραφιτικό άνθρακα. Η ευκολία απομάκρυνσης και η ποσότητα των ανθρακούχων αποθέσεων αξιολογήθηκε με θερμοπρογραμματισμένη οξείδωση (TPO). Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η ποσότητα των ανθρακούχων αποθέσεων σχετίζεται με τη δραστικότητα αλλά η σχέση αυτή δεν είναι μονοσήμαντη και χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση.
author2 Stefa, Effrosini
author_facet Stefa, Effrosini
Στέφα, Ευφροσύνη
author Στέφα, Ευφροσύνη
author_sort Στέφα, Ευφροσύνη
title Επίδραση της μεθόδου σύνθεσης στα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά καταλυτών Ni/CeGdOx
title_short Επίδραση της μεθόδου σύνθεσης στα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά καταλυτών Ni/CeGdOx
title_full Επίδραση της μεθόδου σύνθεσης στα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά καταλυτών Ni/CeGdOx
title_fullStr Επίδραση της μεθόδου σύνθεσης στα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά καταλυτών Ni/CeGdOx
title_full_unstemmed Επίδραση της μεθόδου σύνθεσης στα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά καταλυτών Ni/CeGdOx
title_sort επίδραση της μεθόδου σύνθεσης στα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά καταλυτών ni/cegdox
publishDate 2023
url https://hdl.handle.net/10889/24846
work_keys_str_mv AT stephaeuphrosynē epidrasētēsmethodousynthesēsstaphysikochēmikacharaktēristikakatalytōnnicegdox
AT stephaeuphrosynē theeffectsofthesynthesismethodsonthephysicochemicalcharacteristicsofnicegdoxcatalysts
_version_ 1771297281595670528
spelling nemertes-10889-248462023-03-18T04:38:00Z Επίδραση της μεθόδου σύνθεσης στα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά καταλυτών Ni/CeGdOx The Effects of the Synthesis Methods on the Physicochemical Characteristics of Ni/CeGdOx Catalysts Στέφα, Ευφροσύνη Stefa, Effrosini Μέθοδος Pechini Ξηρή Αναμόρφωση Μεθανίου CeO2 μεικτά οξείδια CeGdOx καταλύτες Ni/CeGdOx φυσικοχημικά χαρακτηριστικά ανθρακούχες αποθέσεις Pechini Method Methane Dry Reforming (DRM) CeO2 mixed oxides CeGdOx catalysts Ni/CeGdOx physicochemical characteristics carbonaceous deposits Η ενεργειακή κρίση αποτελεί ένα από τα μείζονα προβλήματα της σημερινής εποχής. Ο κόσμος βρίσκεται αντιμέτωπος με τον κίνδυνο της εξάντλησης των αποθεμάτων ενέργειας από ορυκτές πηγές. Η στροφή στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θεωρείται επιτακτική ανάγκη. Είναι λοιπόν σημαντικό να ληφθούν υπ΄ όψη νέες οικονομικές και τεχνολογικές προσεγγίσεις. Το βιοαέριο, αποτελούμενο κυρίως από μεθάνιο και διοξείδιο του άνθρακα, είναι προϊόν της αναερόβιας χώνευσης της υπολειμματικής βιομάζας. Θεωρείται μια ανανεώσιμη πηγή άνθρακα, με υψηλές δυνατότητες να συμβάλει τόσο στην αντιμετώπιση των ενεργειακών αναγκών, όσο και ως πρώτη ύλη για σύνθεση χημικών. Όσον αφορά στην τελευταία περίπτωση, ο καταλληλότερος δρόμος είναι μέσω της διεργασίας της αναμόρφωσης του μεθανίου με το διοξείδιο του άνθρακα (ξηρής αναμόρφωσης του μεθανίου, dry reforming of methane, DRM), καθώς αξιοποιεί και τα δύο θερμοκηπικά αέρια. Η διεργασία DRM γίνεται παρουσία καταλυτών μετάλλων μετάπτωσης. Οι στηριζόμενοι καταλύτες με βάση το νικέλιο θεωρούνται πολλά υποσχόμενοι καθώς είναι δραστικοί και σχετικά οικονομικοί. Ο χρησιμοποιούμενος φορέας πρέπει να προσφέρει θερμική και μηχανική αντοχή και καλή διασπορά στη στηριζόμενη φάση. Επιπλέον, στην περίπτωση της DRM, φαίνεται να συμμετέχει στην προσρόφηση και ενεργοποίηση του διοξειδίου του άνθρακα. Στη συγκεκριμένη διπλωματική εργασία παρασκευάσθηκαν οξείδια CeO2, μεικτά οξείδια CeGdOx και καταλύτες Ni/CeGdOx με διαφορετικές διαδικασίες. Μελετήθηκαν ως προς τις φυσικοχημικές ιδιότητές τους. Συγκεκριμένα, τα υλικά χαρακτηρίστηκαν ως προς την υφή (μέθοδοι B.E.T και B.J.H), τη δομή (XRD) και την αναγωγιμότητά τους (TPR). Οι καταλύτες Ni/CeGdOx αξιολογήθηκαν και ως προς την καταλυτική τους συμπεριφορά στην DRM και την αντίσταση στην απόθεση άνθρακα (XRD, TPO), προκειμένου να προσδιοριστεί η επίδραση της μεθόδου σύνθεσης. Η σύνθεση του καθαρού οξειδίου CeO2 πραγματοποιήθηκε με δύο διαφορετικές μεθόδους. Ακολουθήθηκαν δύο παραλλαγές της μεθόδου Pechini, με βάση τη σχετική βιβλιογραφία, προκειμένου να επιλεγεί εκείνη με την οποία επιτυγχάνονται βέλτιστες φυσικοχημικές ιδιότητες. Από τα αποτελέσματα του χαρακτηρισμού, φαίνεται ότι οι δύο παραλλαγές της μεθόδου Pechini δίνουν παρόμοια αποτελέσματα, με μικρές διαφοροποιήσεις στην υφή του και στην κρυσταλλικότητα του CeO2. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν όλα τα χαρακτηριστικά των υλικών CeO2, επιλέχθηκε η μέθοδος για τη σύνθεση των μικτών οξειδίων CeO2-Gd2O3. Ο ατομικός λόγος Gd:Ce είναι πάντα 1:9. Η σύνθεση επαναλήφθηκε πέντε φορές και τα αποτελέσματα δείχνουν πολύ καλή επαναληψιμότητα. Ο φυσικοχημικός χαρακτηρισμός έδειξε ότι η προσθήκη γαδολινίου αυξάνει σημαντικά την ειδική επιφάνεια και το πορώδες σε σύγκριση με εκείνη του απλού οξειδίου του δημητρίου. Το γαδολίνιο ενσωματώνεται στην κρυσταλλική φάση του οξειδίου του δημητρίου (κυβική εδροκεντρωμένη, δομή φθορίτη), μειώνοντας το μέγεθος των κρυσταλλιτών. Τα μεικτά οξείδια Ce0.9Gd0.1O1.95 έχουν μικρή αναγωγιμότητα. Κατά την αναγωγή συμβαίνει σημαντική πυροσυσσωμάτωση των οξειδίων, η οποία είναι εμφανής στις ιδιότητες υφής και την κρυσταλλικότητα. Πιο συγκεκριμένα παρατηρείται μείωση της ειδικής επιφάνειας και του πορώδους και αύξηση του μεγέθους των πόρων. Οι κρυσταλλικές φάσεις διατηρούνται αλλά αυξάνεται το μέγεθος των κρυσταλλιτών. Η σύνθεση των καταλυτών NiO/Ce0.9Gd0.1O1.95 (Ni/GDC) έγινε με παραλλαγές της ίδιας μεθόδου, σε ένα βήμα (όλα τα συστατικά προστίθενται από υδατικά διαλύματα των νιτρικών τους αλάτων) ή σε δυο βήματα (το Ce0.9Gd0.1O1.95 προστίθεται ως στερεό στο διάλυμα του νικελίου). Στην τελευταία περίπτωση χρησιμοποιήθηκε το οξείδιο που παρασκευάστηκε στο εργαστήριο ή το εμπορικό. Η σύσταση των καταλυτών είναι σε όλους 65 % κ.β. NiΟ και 35 % κ.β. Ce0.9Gd0.1O1.95. Η πύρωση στους 500 °C. Τα αποτελέσματα προσρόφησης–εκρόφησης αζώτου σε θερμοκρασία υγρού αζώτου (μέθοδοι Β.Ε.Τ. και Β.J.Η.) έδειξαν ότι η μέθοδος σύνθεσης έχει σημαντική επίδραση στην υφή των οξειδικών καταλυτών (μετά την πύρωση). Τα καλύτερα χαρακτηριστικά παρουσιάζει ο καταλύτης ο οποίος έχει παρασκευασθεί σε ένα βήμα από τα υδατικά διαλύματα όλων των κατιόντων. H μελέτη των καταλυτών Ni/GDC με περίθλαση ακτίνων Χ έδειξε την ύπαρξη δύο φάσεων στους πυρωμένους καταλύτες, την κυβική εδροκεντρωμένη δομή της δημήτριας και την κυβική δομή του οξειδίου του νικελίου. Σε καμία περίπτωση δεν ανιχνεύεται φάση του γαδολινίου καθώς φαίνεται να ενσωματώνεται στην κρυσταλλική φάση του οξειδίου του δημητρίου. Σε κάποιους καταλύτες ανιχνεύεται μεταλλικό νικέλιο. Το μέγεθος των κρυσταλλιτών του CeO2 και του NiO υπολογίστηκε με τη μέθοδο Scherrer. Τα μικρότερα μεγέθη κρυσταλλιτών και για τις δύο φάσεις, με σημαντική διαφορά, βρέθηκαν στον καταλύτη ο οποίος έχει παρασκευασθεί σε ένα βήμα από τα υδατικά διαλύματα όλων των κατιόντων. Η αναγωγιμότητα των καταλυτών μελετήθηκε με θερμοπρογραμματισμένη αναγωγή με υδρογόνο (Η2-TPR). Στα διαγράμματα Η2-TPR παρατηρούνται διαφορές, ένδειξη διαφορετικού βαθμού αλληλεπιδράσεων μεταξύ των οξειδικών φάσεων του νικελίου και του GDC. Μεγαλύτερη αναγωγιμότητα και σε μεγαλύτερο εύρος θερμοκρασιών παρουσιάζει ο καταλύτης ο οποίος έχει παρασκευασθεί σε ένα βήμα. Όπως είναι αναμενόμενο, η αναγωγιμότητα των καταλυτών Ni/GDC είναι σημαντικά μεγαλύτερη από εκείνη των μεικτών οξειδίων Ce0.9Gd0.1O1.95. Φαίνεται ότι, κατά την αναγωγή και ανεξάρτητα από τη μέθοδο σύνθεσης, οι καταλύτες υφίστανται σημαντική πυροσυσσωμάτωση, με αποτέλεσμα να μην παρατηρούνται σημαντικές διαφορές στις ιδιότητες υφής στους ανηγμένους καταλύτες. Μετά την αναγωγή, οι ανιχνεύσιμες κρυσταλλικές φάσεις είναι κυβική δημήτρια και μεταλλικό νικέλιο. Οι κρυσταλλίτες του τελευταίου υπολογίζονται μεταξύ 80-96 nm, με εξαίρεση τους καταλύτες όπου στο διάλυμα του νικελίου προστέθηκαν ιόντα γαδολινίου και δημητρίου. Το μέγεθος των κρυσταλλιτών Ni είναι σε αυτή την περίπτωση περίπου 41-48 nm. Η δραστικότητα και σταθερότητα των καταλυτών Ni/GDC μελετήθηκε στην αντίδραση DRM, σε πίεση 1 atm, θερμοκρασία 700 °C, μείγμα τροφοδοσίας 50 % CH4 – 50% CO2 και GHSV = 30000 mL/(h.gcat ). Οι καταλύτες Ni/GDC Χ έχουν παρόμοια δραστικότητα στην μετατροπή του μεθανίου και αρκετά χαμηλότερη από εκείνη που επιδεικνύουν οι πιο συμβατικοί καταλύτες Ni/Al2O3. Ιδιαίτερα χαμηλός είναι και ο μοριακός λόγος Η2/CO, ένδειξη ότι η αντίστροφη αντίδραση μετατόπισης ευνοείται ιδιαίτερα σε αυτούς τους καταλύτες. Καλύτερη συμπεριφορά έχουν οι καταλύτες κατά την σύνθεση των οποίων στο διάλυμα του νικελίου προστέθηκαν και ιόντα γαδολινίου και δημητρίου. Η ανάλυση με περίθλαση ακτίνων Χ των καταλυτών μετά την αντίδραση αποκάλυψε ότι κατά τη διάρκεια των καταλυτικών δοκιμών, οι κρυσταλλίτες του μεταλλικού νικελίου θραύονται, πιθανά κατά τη διαδικασία σχηματισμού γραφιτικού άνθρακα. Δεν ανιχνεύονται άλλες φάσεις εκτός από το CeO2, το μεταλλικό Ni και γραφιτικό άνθρακα. Η ευκολία απομάκρυνσης και η ποσότητα των ανθρακούχων αποθέσεων αξιολογήθηκε με θερμοπρογραμματισμένη οξείδωση (TPO). Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η ποσότητα των ανθρακούχων αποθέσεων σχετίζεται με τη δραστικότητα αλλά η σχέση αυτή δεν είναι μονοσήμαντη και χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση. Nowadays the energy crisis is one of the major problems worldwide. Humanity is faced with the danger of the exhaustion of fossil fuels reservoirs, main energy sources up till now. The shift to renewable energy sources is imperative. It is therefore important to consider new economic and technological approaches. Biogas, consisting mainly of methane and carbon dioxide, is the product of the anaerobic digestion of waste biomass. Having high potential to contribute to the fulfillment of energy demands, it is also a renewable carbon source for the production of chemicals. Regarding the implementation of the later, the CO2 reforming of methane or dry reforming of methane (DRM) is the most suitable process as it utilizes and exploits both greenhouse gases. DRM process is taking place in the presence of an heterogeneous catalyst based on a transition metal. Supported nickel catalysts are the most promising as they are active and, relatively, cost-effective. The catalyst support must provide mechanical and thermal stability and best dispersion of the supported phase. In addition, in the case of DRM, it contributes to the adsorption and activation of carbon dioxide. In this work, CeO2, mixed CeGdOx oxides and Ni/CeGdOx catalysts were synthesized following different procedures. These were studied regarding their physicochemical properties, Specifically, the materials were characterized regarding their texture (B.E.T and B.J.H methods), (XRD)and reducibility (TPR). Ni/CeGdOx catalysts were also evaluated as regards their catalytic behavior in DRM and their resistance against carbon formation (TPO), in order to define the effect of the synthesis method. The synthesis of the CeO2 oxide was carried out via two different methods. Based on the relevant literature, two variations of the Pechini method were applied, in order to choose the one giving optimal physiochemical properties. According to the physicochemical analysis data, only small differences in the textural and structural properties were detected. The method for the synthesis of the mixed CeO2-Gd2O3 oxides was chosen taking into account the characteristics of CeO2 oxides The atomic ratio Gd:Ce is always 1:9. The preparation was repeated five times and the results showed very good reproducibility. According to the physicochemical characterization, following gadolinium addition the specific surface area and the pore volume increases significantly, as compared to the CeO2 textural characteristics. The only crystal phase detected is that of ceria (face centered cubic) and gadolinium incorporates into that lattice decreasing the cize of crystallites. Ce0.9Gd0.1O1.95 oxides exhibit low reducibility. However, during reduction severe sintering is observed, as it is obvious from both the textural properties and the crystallinity. Specifically, an important decrease in the specific surface area and the porosity is observed, accompanied by an increase in the average pore size. The fcc structure is preserved but the size of the crystallites increases. For the synthesis of NiO/Ce0.9Gd0.1O1.95 catalysts variations of the method wre followed, i.e. either in one step (the precursors of all metals were added in the same solution) or in two steps (solid Ce0.9Gd0.1O1.95 was added in the solution of nickel). In the latter case either the made or the commercial GDC was used. All catalysts have the same composition: 65 wt.% NiO and 35 wt. % Ce0.9Gd0.1O1.95. All catalysts were calcined at 500 °C. The textural properties of the calcined catalysts were measured via N2 adsorption-desorption at liquid nitrogen temperature (B.E.T and B.J.H. methods). The results showed that the synthesis procedure has an important effect on the texture of the calcined catalysts. The best properties are observed for the catalyst prepared in one step from an aqueous solution containing the cations of all metals. The X-ray diffraction patterns showed mainly two crystalline phases in all catalysts: cubic face centered CeO2 and cubic NiO. In some catalysts Ni was detected but not any crystalline phase of gadolinium. It seems that it is incorporated in the crystal structure of ceria. The average size of CeO2 and NiO crystallites were estimated following the Scherrer method. The smaller crystallites were calculated in the case of the catalyst prepared in one step. The reducibility of the materials was assessed via temperature programmed reduction using hydrogen as reducing agent (H2-TPR). Significant differences are observed in the H2-TPR patterns, indicating different interactions between the nickel phase and GDC. The higher reducibility was exhibited by the catalyst prepared in one step. As expected, the reducibility of the Ni/GDC catalyst is considerably higher than that of Ce0.9Gd0.1O1.95 mixed oxides. It seems that during reduction the catalysts suffer from severe sintering, regardless of the synthesis method; there are no important differences in the textural properties of the reduced catalysts. The only crystalline phases detected were CeO2 and Ni. The average particle size of the latter was estimated between 80 and 96 nm, with the exception of the catalysts in which gadolinium and cerium ions were added in the nickel solution (during synthesis). The average particle size of Ni in this case was estimated to be 41-48nm. The activity and stability of the catalysts for the DRM reaction, was evaluated under the following conditions: total pressure of 1 atm, 700 ℃, a feed mixture of 50 % CH4– 50% CO2 and GHSV = 30000 mL/(h.gcat). Ni/GDC catalysts have similar activity as regards methane conversion, being notably lower than that exhibited by the conventional Ni/Al2O3 catalysts. The H2/CO molar ratio is also low, indicating that the reverse water-gas shift reaction is favored in the presence of these catalysts. Best performance is observed by the catalyst in which gadolinium and cerium ions were added in the nickel solution during synthesis. Characterization of the spent catalysts via XRD revealed that, during catalytic tests under DRM conditions, Ni crystallites decompose, probably in the process of the formation of graphitic carbon. No other phases besides those of CeO2, metallic Ni and graphitic carbon could be detected. The reactivity and the amount of carbonaceous deposits were evaluated by temperature programmed oxidation. The results showed that the amount of carbon is related to the catalytic activity but this relationship is not unequivocal and needs further investigation. 2023-03-17T07:17:57Z 2023-03-17T07:17:57Z 2023-03-10 https://hdl.handle.net/10889/24846 el application/pdf