Περίληψη: | Η εκπαίδευση και η ψυχαγωγία έχουν μια μακρόχρονη αλλά αμφιλεγόμενη σχέση. Κι αυτό γιατί η εκπαίδευση δεν είναι αρκετά διασκεδαστική και η ψυχαγωγία δεν είναι αρκετά σοβαρή. Εκ πρώτης όψεως, φαίνεται ότι η εκπαίδευση και η ψυχαγωγία δεν μοιράζονται τους ίδιους στόχους. Ωστόσο, πρόκειται για δύο τομείς αλληλοσχετιζόμενους, καθώς η εκπαίδευση και η ψυχαγωγία μπλέκουν μεταξύ τους σε ένα καινούριο τομέα που ονομάζεται "edutainment".
Ίσως ο κύριος λόγος του «ανταγωνισμού» μεταξύ των δύο αυτών τομέων είναι ότι η εκπαίδευση και η ψυχαγωγία έχουν διαφορετικούς στόχους. Μέσω της εκπαίδευσης επιδιώκεται η γνωστική και ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του ατόμου. Η καλή εκπαίδευση μας προετοιμάζει για την εργασιακή απασχόληση, για μια σωστή συμπεριφορά ως προς την κοινωνία και τους συνανθρώπους, καθώς και για μια βαθύτερη και πιο ουσιαστική ανθρώπινη εμπειρία. Αλλά η διασκέδαση έχει ως στόχο μόνο να διασκεδάζει, και συχνά οδηγεί σε ανούσια διασκέδαση, χωρίς ιδιαίτερα και χρήσιμα αποτελέσματα.
Παρόλα αυτά, τα δύο αυτά μονοπάτια μπορούν να επικαλυφθούν. Όταν η εκπαίδευση και η διασκέδαση επικαλύπτει η μία την άλλη τότε προκύπτει ένα εξαιρετικά πρωτόγνωρο αποτέλεσμα το οποίο προσφέρει στο άτομο πλούσιες αισθητικές και γνωστικές εμπειρίες που προάγουν το πνεύμα και την ψυχή. Ένα απτό παράδειγμα του συνδυασμού εκπαίδευσης-ψυχαγωγίας είναι η αξιοποίηση των παιχνιδιών στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Η τεράστια υπάρχουσα βιβλιογραφία και ο ολοένα και αυξανόμενος αριθμός επιστημονικών μελετών επιβεβαιώνει αυτό που πολλοί υποψιάζονταν εδώ και καιρό, ότι ορισμένα παιχνίδια δεν είναι μόνο διασκεδαστικά, αλλά είναι πολύ εκπαιδευτικά. Και αποτελούν εξαίρεση τα παιχνίδια που αφορούν την αριθμητική, την ορθογραφία και άλλα μαθήματα του σχολείου. Γίνεται λόγος για αυθεντικά διασκεδαστικά παιχνίδια.
Για τις δημιουργικές αίθουσες διδασκαλίας μια πληθώρα στρατηγικά επιλεγμένων ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων μπορεί να προσφέρει σημαντική ενίσχυση για τη μάθηση, αποφεύγοντας πεπαλαιωμένες τακτικές και συμβατικές ασκήσεις και δραστηριότητες που χρησιμοποιούνται μέχρι τώρα από πολύ παλιά στις τάξεις. Μετατρέποντας τη συμβατική μάθηση σε παιχνίδι οι μαθητές αναπτύσσουν ικανότητες μάθησης μέσω του παιχνιδιού και υπάρχουν σημαντικά μεγαλύτερες πιθανότητες να αναπτύξουν κίνητρα για να συνεχίσουν να μαθαίνουν ένα αντικείμενο ακόμα και μετά την ολοκλήρωση της διδασκαλίας του συγκεκριμένου μαθήματος. Πλέον, οι μαθητές «ξεφεύγουν» από την συνηθισμένη αποστήθιση και αναπτύσσουν δεξιότητες μέσω του παιχνιδιού και αποκτούν εμπειρική γνώση, σε αντίθεση με τη στείρα γνώση.
|