Summary: | Εισαγωγή: Η ρινίτιδα ορίζεται ως η φλεγμονή του ρινικού βλεννογόνου που χαρακτηρίζεται από ρινική συμφόρηση, ρινική καταρροή, πταρμό, κνησμό και οπισθορρινική έκκριση. Ταξινομείται σε 3 μείζονες κλινικές υποομάδες: 1) αλλεργική ρινίτιδα (AR), 2) λοιμώδης ρινίτιδα, 3) μη αλλεργική, μη λοιμώδης ρινίτιδα (NAR). Η ρινική υπεραντιδραστικότητα είναι κοινό χαρακτηριστικό των ασθενών που υποφέρουν από αλλεργική και μη αλλεργική ρινίτιδα Η μη αλλεργική, μη λοιμώδης ρινίτιδα είναι μία χρόνια ρινίτιδα, μη IgE-μεσολαβούμενη, χωρίς συστηματική αλλεργική φλεγμονή. Αντιπροσωπεύει μια ετερογενή ομάδα ασθενών, που ταξινομείται σε τουλάχιστον 6 υποομάδες. Μία υποομάδα αποτελεί η ορμονική ρινίτιδα, η οποία περιλαμβάνει τη ρινίτιδα της εγκυμοσύνης, τη ρινίτιδα της εφηβείας, τη ρινίτιδα σχετιζόμενη με τον έμμηνο κύκλο και τη ρινίτιδα της εμμηνόπαυσης.
Σκοπός εργασίας: Ο σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η εκτενής έρευνα της υπάρχουσας διεθνούς βιβλιογραφίας όσον αφορά τη ‘ρινίτιδα της εγκυμοσύνης’.
Υλικό και Μέθοδοι: Στην παρούσα μελέτη διεξήχθη εκτεταμένη περιγραφική ανασκόπηση της Διεθνούς βιβλιογραφίας στις ευρέως χρησιμοποιούμενες έγκριτες ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες αναζήτησης PubMed και Cochrane Library. Η αναζητούμενη ορολογία έγινε στην αγγλική γλώσσα, ενώ στη μηχανή αναζήτησης χρησιμοποιήθηκαν οι όροι-κλειδιά: nasal congestion, chronic rhinitis, non allergic rhinitis, pregnancy rhinitis, gestational rhinitis.
Αποτελέσματα-Συζήτηση: Η ρινίτιδα της εγκυμοσύνης, αν και αποτελεί μια καλά αναγνωρισμένη κλινική οντότητα από τους περισσότερους κλινικούς, οι λίγες επιστημονικές αναφορές πάνω στο αντικείμενο δεν έχουν συμπεριλάβει ένα σαφή κλινικό ορισμό, με αποτέλεσμα ο επιπολασμός και η επίπτωση να εμφανίζουν ποικιλία. Η παθογένεση δεν είναι ξεκάθαρη. Δεν έχει αναφερθεί συσχέτιση με αλλεργική ρινίτιδα, άσθμα, μήνα σύλληψης, ηλικία μητέρας, φύλο παιδιού, υπεραντιδραστικότητα και επίπεδα προγεστερόνης, ανθρώπινης αυξητικής ορμόνης (hGH), ινσουλινόμορφου αυξητικού παράγοντα I (IGF-I) και οιστραδιόλης στον ορό. Τα ανυψωμένα επίπεδα της αυξητικής ορμόνης του πλακούντα (PGH), το κάπνισμα και η ευαισθητοποίηση στα ακάρεα οικιακής σκόνης φαίνεται να είναι σημαντικά στην ανάπτυξη της ρινίτιδας εγκυμοσύνης. Οι ρινοπλύσεις και οι ρινικοί διαστολείς είναι άριστες παρεμβάσεις πρώτης γραμμής, που ανακουφίζουν τη ρινική συμφόρηση, αλλά η τελική θεραπεία της ρινίτιδας εγκυμοσύνης αναμένεται να βρεθεί.
Συμπεράσματα: Η αλλεργική ρινίτιδα, η βακτηριακή ρινοκολπίτιδα, η ρινίτιδα εγκυμοσύνης και η φαρμακευτική ρινίτιδα αποτελούν τις πιο συχνές αιτίες ρινίτιδας κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, που χρήζουν ιατρικής προσοχής και παρακολούθησης. Η ρινίτιδα της εγκυμοσύνης αντιπροσωπεύει μια πρόκληση για τον κλινικό, όσον αφορά τη διάγνωση και θεραπεία, ενώ μια άμεση, γρήγορη και ακριβής διάγνωση είναι απαραίτητη, ώστε να πραγματοποιηθεί η ελάχιστη φαρμακευτική παρέμβαση.
|