Περίληψη: | Εισαγωγή: Οι υποδοχείς του πικρού της μύτης φαίνεται ότι παίζουν σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση της ανοσολογικής απόκρισης στο ανώτερο αναπνευστικό σύστημα. Οι γενετικές παραλλαγές των συγκεκριμένων υποδοχέων, δείχνουν ότι επηρεάζουν παράγοντες της ανοσολογικής απόκρισης όπως είναι η παραγωγή ΝΟ και η κίνηση των κροσσών των κυττάρων του επιθηλίου. Η ανοσολογική αυτή απόκριση εμπλέκεται και στην πρόγνωση της σοβαρότητας και της εξέλιξης της θεραπείας στη χρόνια ρινοκολπίτιδα.
Σκοπός: Ο σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η διερεύνηση της σχέσης των υποδοχέων του πικρού της μύτης με την χρόνια παραρρινοκολπίτιδα.
Μεθοδολογία: Η συστηματική ανασκόπηση πραγματοποιήθηκε βάσει των κατευθυντήριων οδηγιών PRISMA statement. Η αναζήτηση πραγματοποίηθηκε στις βάσεις δεδομένων ΜEDLINE, Science Direct και Cochrane Library μέχρι και τον Οκτώβριο του 2022. Στην αναζήτηση δε χρησιμοποιήθηκε κάποιος γλωσσικός, γεωγραφικός ή χρονικός περιορισμός. Οι όροι βάσει των οποίων έγινε η αναζήτηση είτε μεμονωμένα είτε συνδυαστικά είναι: taste receptors, bitter receptors, T2R38, chronic rhinosinusitis, nasal polyps, without nasal polyps.
Αποτελέσματα: Δεκατέσσερις μελέτες πληρούσαν τα κριτήρια εισόδου και ανασκοπήθηκαν συστηματικά. Οι μελέτες πραγματεύονταν την γονοτύπηση του TAS2R38, τη φαινοτυπική αξιολόγηση μέσω τεστ γεύσης ή την ποσοτικοποίηση του βαθμού έκφρασης του γονιδίου. Σε όλες τις μελέτες τα δείγματα αποτελούνταν από ασθενείς με χρόνια ρινοκολπίτιδα με ρινικούς πολύποδες ή όχι που είχαν υποβληθεί ήδη σε χειρουργική επέμβαση ή χειρουργήθηκαν κατά την πορεία της μελέτης. Δύο μελέτες ασχολήθηκαν με ειδικές ομάδες πληθυσμού (δυσκινησία κροσσών και κυστική ίνωση). Γενικά, άτομα με CRS τα οποία διαθέτουν το λειτουργικό αλληλόμορφο του TAS2R38 ή ένα φαινοτυπικό status γευσιγνώστη φαίνεται να παρουσιάζουν καλύτερη έκβαση μετά από το χειρουργείο και λιγότερα ποσοστά εμμένουσων λοιμώξεων σε σχέση με αυτά που διαθέτουν μόνο το υπολειπόμενο αλληλόμορφο ή παρουσιάζουν αδυναμία διάκρισης του πικρoύ στα τεστ γεύσεως.
Συμπεράσματα: Από τη συστηματική ανασκόπηση φαίνεται ότι άτομα τα οποία διαθέτουν μόνο το μη λειτουργικό αλληλόμορφο του υποδοχέα παρουσιάζουν χειρότερη έκβαση χειρουργείου, χειρότερη συμπτωματολογία και μεγαλύτερα ποσοστά εμμένουσων λοιμώξεων. Τα φαινοτυπικά τεστ γεύσης πιθανόν να μπορούν να χρησιμοποιηθούν για εκτίμηση και πρόγνωση της νόσου και του χειρουργικoύ αποτελέσματος. Τέλος αν διευκρινιστεί πλήρως ο ανοσολογικός ρόλος του μονοπατιού του υποδοχέα του πικρού, θα μπορούσε αυτό να αποτελεί στόχο μελλοντικών θεραπευτικών προσεγγίσεων.
|