Μελέτη ευαισθησίας ψυκτών ακτινοβολίας – μελέτη επίδρασης ψυχρών υλικών στην ενεργειακή απόδοση του συστήματος

Τις τελευταίες δεκαετίες η έκταση της κλιματικής αλλαγής γίνεται ξεκάθαρη στην άνοδο της παγκόσμιας θερμοκρασίας. Η κλιματική αλλαγή συνεισφέρει σε μεγάλο βαθμό στο φαινόμενο της αστικής θερμικής νησίδας (ΑΘΝ), όπου στις αστικές περιοχές παρατηρείται αύξηση της θερμοκρασίας του αέρα σε συνδυασμό με...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Βαλιμήτης, Δημήτριος
Άλλοι συγγραφείς: Valimitis, Dimitrios
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2023
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://hdl.handle.net/10889/25317
Περιγραφή
Περίληψη:Τις τελευταίες δεκαετίες η έκταση της κλιματικής αλλαγής γίνεται ξεκάθαρη στην άνοδο της παγκόσμιας θερμοκρασίας. Η κλιματική αλλαγή συνεισφέρει σε μεγάλο βαθμό στο φαινόμενο της αστικής θερμικής νησίδας (ΑΘΝ), όπου στις αστικές περιοχές παρατηρείται αύξηση της θερμοκρασίας του αέρα σε συνδυασμό με αυτήν από την κλιματική αλλαγή. Δεδομένης της αύξησης της θερμικής δυσφορίας, τόσο σε εσωτερικούς όσο και σε εξωτερικούς χώρους, υπάρχει μια τάση αύξησης της χρήσης ενεργητικών τρόπων δροσισμού κτιρίων. Έτσι αυξάνεται η κατανάλωση ενέργειας τους καλοκαιρινούς μήνες καθώς και προστίθεται περισσότερη θερμότητα στο ήδη θερμικά κορεσμένο αστικό περιβάλλον. Η χρήση ψυχρών υλικών σε στέγες και πεζοδρόμια μπορεί να μειώσει σημαντικά την επιφανειακή θερμοκρασία. Ενώ η χρήση της παθητικής ψύξης των κτιρίων με τη χρήση νυχτερινών και ημερήσιων ψυκτών ακτινοβολίας είναι αρκετά υποσχόμενος. Με αυτό το σκεπτικό πραγματοποιήθηκε μελέτη ευαισθησίας σε ένα νυκτερινό ψύκτη ακτινοβολίας, χρησιμοποιώντας τα δεδομένα καιρού που καταγράφηκαν στην περιοχή της Πάτρας για ολόκληρο τον Αύγουστο του 2005. Η μελέτη ευαισθησίας επικεντρώνεται στη θερμοκρασία του αέρα στην έξοδο του ψύκτη ακτινοβολίας, ενώ έχει πραγματοποιηθεί σε δύο στάδια. Το πρώτο στάδιο επικεντρώνεται στην ανάλυση ευαισθησίας ως προς τις σχεδιαστικές παραμέτρους σχεδιασμού του ψύκτη ακτινοβολίας, δηλαδή το υλικό του, την εσωτερική ταχύτητα ανέμου και τις συνολικές διαστάσεις. Ενώ το δεύτερο επικεντρώνεται στις περιβαλλοντικές παραμέτρους, δηλαδή στην εξωτερική ταχύτητα ανέμου και την συνεφοκάλυψη.