Περίληψη: | Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να διερευνήσει τις στάσεις και τις πρακτικές 247 εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης από τη Δυτική Ελλάδα απέναντι στην πολυγλωσσία των μαθητών και μαθητριών. Η συλλογή των ερευνητικών δεδομένων πραγματοποιήθηκε μέσω ερωτηματολογίου, που κατασκευάστηκε για τις ανάγκες της παρούσας έρευνας, βασισμένου στην προϋπάρχουσα βιβλιογραφία, και ημι-δομημένων συνεντεύξεων με 8 εκπαιδευτικούς. Tα ερευνητικά αποτελέσματα δείχνουν μία γενικά θετική στάση των εκπαιδευτικών απέναντι στην πολυγλωσσία και τη χρήση κάποιων πρακτικών (π.χ. μετάφραση, αναφορές στο γλωσσικό και πολιτισμικό κεφάλαιο των μαθητών και μαθητών) για την υποστήριξή της μέσα στην τάξη. Ωστόσο, στις απόψεις τους διακρίνονται κατάλοιπα της μονογλωσσικής εκπαιδευτικής πολιτικής, που έχει υιοθετήσει η Ελλάδα, τα οποία αντικατοπτρίζονται στην προτίμηση συγκεκριμένων - κι όχι όλων των ενδεδειγμένων πρακτικών (π.χ. διαγλωσσικότητα, χρήση της πρώτης γλώσσας στην τάξη) για την υποστήριξη της πολυγλωσσίας. Πιο συγκεκριμένα, τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν ότι η πλειονότητα των εκπαιδευτικών υποστηρίζει τη χρήση της ελληνικής ως την αποκλειστική γλώσσα διδασκαλίας στο σχολείο, ενώ ένα σημαντικό μέρος τους δε θεωρεί τη γνώση της πρώτης γλώσσας σημαντική για την εκμάθηση της ελληνικής. Παράλληλα, η πλειοψηφία των εκπαιδευτικών αποδίδει στην οικογένεια την ευθύνη για τη διατήρηση της πρώτης γλώσσας. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, φαίνεται ότι οι πρακτικές απέναντι στην πολυγλωσσία επηρεάζονται από τις στάσεις των εκπαιδευτικών, την αναγνώριση των προκλήσεων της πολυγλωσσίας και ορισμένα δημογραφικά χαρακτηριστικά, όπως είναι το φύλο, η ηλικία, το επίπεδο εκπαίδευσης και η επιμόρφωση. Τέλος, η πλειονότητα των εκπαιδευτικών αναγνωρίζει ως προκλήσεις στην εκπαιδευτική συμπερίληψη των πολύγλωσσων μαθητών και μαθητριών την ανεπαρκή επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, την έλλειψη πολυγλωσσικών προγραμμάτων σπουδών, τον ακαδημαϊκό και εξετασιοκεντρικό χαρακτήρα του εκπαιδευτικού συστήματος και τη χρήση παραδοσιακών διδακτικών μεθόδων. Τα αποτελέσματα της έρευνας προκρίνουν τη σημασία της επιμόρφωσης των εν ενεργεία και δυνάμει εκπαιδευτικών στη διαπολιτισμική και πολυγλωσσική εκπαίδευση, με στόχο την ανάπτυξη της πολυγλωσσικής επίγνωσης και τη διαμόρφωση θετικών στάσεων απέναντι στην πολυγλωσσία, ούτως ώστε να εφαρμόζουν ένα πολυγλωσσικό μοντέλο εκπαίδευσης και πολιτισμικά ευαίσθητες πρακτικές, να αξιοποιούν το γλωσσικό και πολιτισμικό κεφάλαιο των μαθητών και μαθητριών και να ανταποκρίνονται με επάρκεια στις απαιτήσεις του ετερογενούς γλωσσικά και πολιτισμικά εκπαιδευτικού περιβάλλοντος.
|