Μελέτη μιας μεθόδου ελάχιστα επεμβατικής οστεοσύνθεσης καταγμάτων του περιφερικού άκρου της κερκίδας

Παρά τον μεγάλο όγκο της βιβλιογραφίας σχετικά με τα αποτελέσματα της αντιμετώπισης των ασταθών καταγμάτων του περιφερικού άκρου της κερκίδας με κλειστή ανάταξη και ελάχιστα επεμβατική οστεοσύνθεση υπάρχουν ακόμα σημαντικά αναπάντητα ερωτήματα. Πιό συγκεκριμένα, δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία γιά τον...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Καρνέζης, Ιωάννης
Άλλοι συγγραφείς: Παναγιωτόπουλος, Ηλίας
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2007
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:http://nemertes.lis.upatras.gr/jspui/handle/10889/349
Περιγραφή
Περίληψη:Παρά τον μεγάλο όγκο της βιβλιογραφίας σχετικά με τα αποτελέσματα της αντιμετώπισης των ασταθών καταγμάτων του περιφερικού άκρου της κερκίδας με κλειστή ανάταξη και ελάχιστα επεμβατική οστεοσύνθεση υπάρχουν ακόμα σημαντικά αναπάντητα ερωτήματα. Πιό συγκεκριμένα, δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία γιά τον ρυθμό αποκατάστασης των κλινικών παραμέτρων κατά τη διάρκεια της μετατραυματικής περιόδου, γιά το τελικό αποτέλεσμα όπως εκφράζεται από τους ασθενείς με τη χρήση κλιμάκων αυτο-αξιολόγησης, καθώς και γιά τον βαθμό επίδρασης συγκεκριμένων ακτινολογικών παραμέτρων στο τελικό λειτουργικό αποτέλεσμα. Επίσης, δεν έχει διερευνηθεί ο συσχετισμός μεταξύ της ακτινολογικής παραμέτρου της παλαμιαίας γωνίας του περιφερικού άκρου της κερκίδας και των φορτίων που αναπτύσσονται στην φυσιολογική κερκιδοκαρπική άρθρωση. Η εργασία αυτή αποτελεί μία προοπτική μελέτη ασταθών καταγμάτων του περιφερικού άκρου της κερκίδας που αντιμετωπίστηκαν με κλειστή ανάταξη και ελάχιστα επεμβατική (διαδερμική) οστεοσύνθεση. Έγινε ανάλυση ακτινολογικών και κλινικών παραμέτρων καθώς και χρησιμοποίηση κλίμακας αυτο-αξιολόγησης της δυσλειτουργίας της πηχεοκαρπικής άρθρωσης γιά συνολικό διάστημα ενός έτους μετά τον τραυματισμό. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι ο ‘τυπικός’ ρυθμός μετατραυματικής αποκατάστασης αντιστοιχεί σε ταχεία κλινική βελτίωση κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων μηνών ακολουθούμενη από ήπιου βαθμού δυσλειτουργία. Ωστόσο σημαντική δυσλειτουργία παραμένει σε 10% των ασθενών ένα έτος μετά τον τραυματισμό. Επίσης, τα αποτελέσματα δείχνουν σημαντικές διαφορές στο βαθμό κατά τον οποίο ο περιορισμός συγκεκριμένων αντικειμενικών κλινικών παραμέτρων αντανακλά το επίπεδο δυσλειτουργίας της πηχεοκαρπικής άρθρωσης. Ακτινολογικά, η μόνιμη απώλεια της παλαμιαίας γωνίας, η κερκιδική βράχυνση και η παρουσία ανωμαλίας της αρθρικής επιφάνειας της πηχεοκαρπικής με αρθρικό ‘βήμα’ τουλάχιστον ενός χιλιοστού σχετίζονται με επιμένοντα συμπτώματα πόνου και δυσλειτουργίας, ενώ δεν υπάρχει εμφανής συσχέτιση μεταξύ του τύπου του κατάγματος και του τελικού λειτουργικού αποτελέσματος. Επιπλέον, ανάλυση δυνάμεων της φυσιολογικής πηχεοκαρπικής άρθρωσης έδειξε φορτίσεις που μπορεί να φθάνουν έως 4,2 φορές το ανυψούμενο βάρος, αντίστροφο συσχετισμό μεταξύ της παλαμιαίας γωνίας του περιφερικού άκρου της κερκίδας και του μέγιστου φορτίου στην κερκιδοκαρπική άρθρωση καθώς και μη σημαντική διαφορά μεταξύ της γωνίας διεύθυνσης του μέγιστου φορτίου της κερκιδοκαρπικής και της παλαμιαίας γωνίας του περιφερικού άκρου της κερκίδας.