Περίληψη: | Στα πλαίσια της παρούσας μεταπτυχιακής εργασίας μελετώνται οι υδρογεωλογικές και υδροχημικές συνθήκες που επικρατούν στο βορειοδυτικό τμήμα της Πελοποννήσου. Συγκεκριμένα, η περιοχή μελέτης αποτελεί την βόρεια απόληξη της εκτεταμένης πεδινής έκτασης Πύργου- Αμαλιάδας- Κάτω Αχαΐας, ενώ δίνεται έμφαση στη μελέτη του προσχωματικού υδροφόρου της περιοχής.
Η περιοχή μελέτης γεωλογικά χαρακτηρίζεται από την επικράτηση αποθέσεων του Νεογενούς (Πλειόκαινο) και του Τεταρτογενούς, με τοπικές εμφανίσεις των αλπικών σχηματισμών της Ιόνιας ζώνης, στην οποία ανήκει η περιοχή, σύμφωνα με την γεωτεκτονική διαίρεση του Ελληνικού χώρου.
Οι Πλειοτεταρτογενείς αποθέσεις αποτελούνται από εναλλαγές υδροπερατών, ημιπερατών και υδατοστεγανών σχηματισμών και χαρακτηρίζουν την ανάπτυξη της υπόγειας υδροφορίας που παρουσιάζεται με τη μορφή επάλληλων υπό πίεση ή μερικώς υπό πίεση υδροφόρων οριζόντων. Στην παρούσα εργασία μελετήθηκαν γεωτρήσεις που υδρομαστεύουν στρώματα σε διαφορετικά βάθη. Έτσι στις βαθιές γεωτρήσεις το βάθος φτάνει μέχρι και 170 μέτρα, ενώ στις αβαθείς δεν ξεπερνά τα 40 μέτρα. Η κύρια τροφοδοσία των μελετηθέντων υδροφόρων γίνεται κατά κύριο λόγο από την απευθείας κατείσδυση του νερού των βροχοπτώσεων κυρίως δια μέσου των υπερκείμενων τεταρτογενών αποθέσεων και από τη διήθηση του από τις κοίτες του δικτύου ρεμάτων.
Για την υδροχημική έρευνα χρησιμοποιήθηκε πυκνό δίκτυο δειγματοληψίας νερού σε 21 αρδευτικές γεωτρήσεις της περιοχής έρευνας. Τα νερά των βαθύτερων γεωτρήσεων κατατάσσονται κατά Piper στις εξής ομάδες: α) Κανονικά γαιοαλκαλικά νερά-οξυανθρακικά (Ca-HCO3), β) Κανονικά γαιοαλκαλικά νερά- οξυανθρακικά – θειϊκά (Ca-HCO3-SO4) γ) Γαιοαλκαλικά νερά με υψηλό ποσοστό αλκαλίων - οξυανθρακικά (Ca-Na-Mg-HCO3, Ca-Na-HCO3) και δ) Αλκαλικά νερά- χλωριοθειϊκά (Na-Cl-SO4). Στην τελευταία κατηγορία κατατάσσεται γεώτρηση του Ι. Γ. Μ. Ε με θερμομεταλλικό χαρακτήρα, που πιθανόν να συνδέεται με τις θερμομεταλλικές εμφανίσεις στην ευρύτερη περιοχή της χερσονήσου της Κυλλήνης. Παρατηρείται τοπικά αύξηση της αγωγιμότητας (κυρίως στο βορειοανατολικό τμήμα της περιοχής μελέτης) με παράλληλη αύξηση των ιόντων χλωρίου, λόγω υφαλμύρινσης του νερού του υδροφόρου. Επίσης, παρουσιάζουν αυξημένες συγκεντρώσεις των ιχνοστοιχείων Fe και Mn, που πιθανή προέλευσή τους μπορεί να θεωρηθούν οι κόνδυλοι σιδήρου και μαγγανίου που βρίσκονται μέσα στους κερατόλιθους της ζώνης της Πίνδου, οι οποίοι αναπτύσσονται ανατολικά της περιοχής έρευνας.
Αντίστοιχα, τα νερά των αβαθών γεωτρήσεων ομαδοποιούνται ως εξής: α) Κανονικά γαιοαλκαλικά νερά – οξυανθρακικά (Ca-HCO3), β)Κανονικά γαιοαλκαλικά νερά- οξυανθρακικά – θειϊκά (Ca-HCO3-SO4), γ) Γαιοαλκαλικά νερά με υψηλό ποσοστό αλκαλίων - οξυανθρακικά (Ca-Na-HCO3, Ca-Na-Mg-HCO3, Ca-Na-HCO3-SO4) και δ) Αλκαλικά νερά- χλωριοθειϊκά (Na-Ca-Cl). Αξίζει να υπογραμμίσουμε ότι διαπιστώθηκε σημειακή ρύπανση στο βόρειο και κυρίως στο νοτιοανατολικό τμήμα της περιοχής μελέτης από νιτρικά, λόγω αφ’ενός των κτηνοτροφικών αποβλήτων, και αφ’ετέρου των λιπασμάτων που χρησιμοποιούνται ευρέως στην περιοχή. Παράλληλα, παρατηρείται αύξηση προς τα κατάντη (στο βόρειο τμήμα της περιοχής μελέτης) τόσο της αγωγιμότητας όσο και των ιόντων νατρίου και χλωρίου λόγω της υφαλμύρινσης του υδροφόρου ορίζοντα, συνέπεια των υπεραντλήσεων που συμβαίνουν στην περιοχή.
Μεταξύ των βαθιών και αβαθών γεωτρήσεων παρατηρείται σημαντική διαφοροποίηση ως προς τη θερμοκρασία, με τα νερά των βαθύτερων να εμφανίζουν υψηλότερες θερμοκρασίες λόγω γεωθερμικής βαθμίδας.
Όσον αφορά την ποιότητα του νερού σε σχέση με την άρδευση τα νερά τόσο των βαθιών όσο και των αβαθών γεωτρήσεων χαρακτηρίζονται από μέτρια ποιότητα, καθώς παρουσιάζουν μικρή επικινδυνότητα νατρίου και μέση έως μεγάλη επικινδυνότητα αλατότητας.
|