Ολοκαινική εξέλιξη του υποθαλάσσιου τμήματος της οροφής των ρηγμάτων του Αιγίου και της Ελίκης με την χρήση Γεωγραφικών συστημάτων Πληροφοριών (GIS)

Η Παρούσα εργασία περιγράφει την έρευνα της θαλάσσιας γεωφυσικής διασκόπησης η οποία εκτελέστηκε στο δυτικό τμήμα του Κορινθιακού κόλπου από την περιοχή του Αιγίου μέχρι την ακτή των Νικολέικων και παρουσιάζει τα αποτελέσματα της ερμηνείας των γεωφυσικών στοιχείων που συλλέχθηκαν με την βοήθεια του...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Τρομπούκη, Παρασκευή
Άλλοι συγγραφείς: Φερεντίνος, Γεώργιος
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2007
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:http://nemertes.lis.upatras.gr/jspui/handle/10889/395
Περιγραφή
Περίληψη:Η Παρούσα εργασία περιγράφει την έρευνα της θαλάσσιας γεωφυσικής διασκόπησης η οποία εκτελέστηκε στο δυτικό τμήμα του Κορινθιακού κόλπου από την περιοχή του Αιγίου μέχρι την ακτή των Νικολέικων και παρουσιάζει τα αποτελέσματα της ερμηνείας των γεωφυσικών στοιχείων που συλλέχθηκαν με την βοήθεια του τομογράφου υποδομής πυθμένα. Προς τα βόρεια η περιοχή οριοθετείται από το ακρωτήρι Γύφτισσα ενώ προς τα νότια φτάνει μέχρι την παραλία των Νικολέικων. Περιλαμβάνει το υποθαλάσσιο τμήμα της υφαλοκρηπίδας και έχει συνολική έκταση 12,1km2, τεκτονικά βρίσκεται πάνω στην οροφή του ρήγματος του Αιγίου. Σκοπός της εργασίας είναι η μελέτη της συμπεριφοράς της οροφής του υποθαλάσσιου τμήματος του ρήγματος του Αιγίου σε σχέση με την τεκτονική δραστηριότητα της περιοχής. Για αυτό τον λόγο έχει γίνει αναγνώριση και χαρτογράφηση των ενεργών υποθαλάσσιων ρηγμάτων της περιοχής μελέτης καθώς και ο προσδιορισμός της κλίσης και του κατακόρυφου άλματος τους. Τα κύρια ρήγματα που εντοπίστηκαν στην περιοχή είναι το ρήγμα του Αιγίου, το αντιθετικό ρήγμα του Αιγίου και το ρήγμα της Γύφτισσας. Το ρήγμα το Αιγίου συσχετίστηκε με το αντίστοιχο ρήγμα της χέρσου και αποδείχθηκε ότι παρουσιάζει την ίδια γεωμετρία. Διακρίνεται δηλαδή ένας τύπος ρήγματος, ο οποίος χαρακτηρίζεται από μια μόνο επιφάνεια αποκόλλησης και στα άκρα του καταλήγει σε μονοκλινική κάμψη (δηλαδή η μετατόπιση του ρήγματος είναι στα άκρα μηδενκή). Από τους ρυθμούς ιζηματογένεσης που υπολογίστηκαν για το ρήγμα του Αιγίου για τα τελευταία 10.000 χρόνια, αποδείχθηκε ότι ο ρυθμός ιζηματογένεσης στην οροφή του ρήγματος αυξάνεται όσο πηγαίνουμε σε μεγαλύτερα βάθη. Στην περιοχή αναγνωρίστηκε και χαρτογραφήθηκε ένας υποεπιφανειακός Πλειστοκαινικός ορίζοντας (Ζ), ο οποίος αντιπροσωπεύει χονδρόκοκκα ιζήματα (άμμο και κροκάλες) και αποτελεί την διαχωριστική επιφάνεια Ολοκαίνου / Πλειστοκαίνου, η οποία είναι και επιφάνεια συγκέντρωσης αερίων υδρογονανθράκων. Επίσης προσδιορίστηκε το πάχος των αποτιθέμενων ιζημάτων πάνω από τον ορίζοντα (Ζ), τα οποία είναι Ολοκαινικής ηλικίας και αποδείχθηκε ότι τα μεγαλύτερα πάχη εντοπίζονται στις παλαιοεκβολές του ποταμού Σελινούντα, καθώς και στην σημερινή του εκβολή (νότιο τμήμα της περιοχής μελέτης) και στην τεκτονική τάφρο που σχηματίζεται από το ρήγμα του Αιγίου και το αντιθετικό του. Τέλος στον πόδα του ρήγματος του Αιγίου εντοπίστηκαν και χαρτογραφήθηκαν κρατήρες (pockmarks). Σύμφωνα με το Soter, S., (1999) οι κρατήρες της περιοχής μελέτης ενεργοποιήθηκαν κατά τον σεισμό του 1995. Αυτοί σχηματίστηκαν σε μικρά βάθη νερού 25-45 μέτρα στα Ολοκαινικά ιζήματα και είναι πολύ μικροί σε μέγεθος σε σύγκριση με αυτούς που εντοπίστηκαν στον ΝΑ Πατραϊκό και στον Δυτικό Κορινθιακό κόλπο στην περιοχή του Ελαιώνα. Ο μηχανισμός δημιουργίας τους πιθανά να είναι αναβλύσεις γλυκού νερού, όπως ακριβώς συμβαίνει και στην ακτή του Ελαιώνα στο ΝΔ-ικό τμήμα του Κορινθιακού κόλπου.